Kathimerini.gr
Το 2009 είχε κατηγορηθεί για απόπειρα απάτης, γιατί προσπάθησε να πουλήσει ακίνητα της Εθνικής Τράπεζας παριστάνοντας τη μεσίτρια. Ενα χρόνο αργότερα κατηγορήθηκε για υπεξαίρεση άνω των 120.000 ευρώ ως εργαζόμενη σε ασφαλιστική εταιρεία. Το τελευταίο διάστημα, όμως, η 43χρονη Νάνσυ είχε αναπτύξει άλλη δραστηριότητα. Φέρεται να είχε αποκτήσει άκρες σχεδόν σε κάθε δημόσια υπηρεσία που ελέγχει καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, ειδικά στο κέντρο της Αθήνας. Κάποιοι ήταν θύματα εκβιασμών. Αλλοι, εάν ήθελαν να αποφύγουν μια αυτοψία, να αρχειοθετήσουν κάποια υπόθεση ή να διατηρήσουν τα υπεράριθμα τραπεζοκαθίσματά τους, απευθύνονταν σε εκείνη, συχνά με το αζημίωτο.
Σύμφωνα με τη δικογραφία που σχημάτισαν οι Εσωτερικές Υποθέσεις της Αστυνομίας, η 43χρονη συνεργαζόταν με επίορκους υπαλλήλους στη Δημοτική Αστυνομία, σε υπηρεσίες Δόμησης, στο Υγειονομικό, ακόμη και με υψηλόβαθμο στέλεχος της υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού που είναι αρμόδια για το κέντρο της Αθήνας και τις Κυκλάδες. Δεν κινούσε τα νήματα μόνο στο παρασκήνιο. Σε μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις φέρεται να υποδύθηκε μέχρι και τη μηχανικό ενός καταστήματος για να ξεγελάσει ελεγκτή ο οποίος δεν ήταν στο κόλπο.
47 περιπτώσεις
Από την αστυνομική έρευνα διαπιστώθηκαν 47 περιπτώσεις παράνομης δραστηριότητας της εγκληματικής ομάδας και συνελήφθησαν 14 άτομα. Εκτιμάται ότι δρούσαν τουλάχιστον από τον Ιανουάριο του 2023 και το οικονομικό τους όφελος ξεπερνούσε τις 700.000 ευρώ ανά έτος. Στη δικογραφία περιλαμβάνονται και τα ονόματα άλλων εννέα δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι αντιμετωπίζουν κατηγορίες δωροληψίας, παράβασης καθήκοντος και ψευδούς βεβαίωσης.
Πέρα από τη 43χρονη, κομβικό ρόλο στη δράση του κυκλώματος φέρεται να είχε και στέλεχος της υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού. Αρκετοί από τους επιχειρηματίες που συναλλάσσονταν με τους κατηγορουμένους είχαν στην κατοχή τους υπό κατασκευή καταστήματα ή ξενοδοχεία στο κέντρο της Αθήνας και σε νησιωτικές περιοχές και έπρεπε να εξασφαλίσουν άδειες για να προχωρήσουν σε οικοδομικές εργασίες.
Σύμφωνα με τη δικογραφία, η υπάλληλος του υπουργείου Πολιτισμού προέβαινε στη σύνταξη ψευδών βεβαιώσεων και επιχειρούσε «να ασκήσει αθέμιτη επιρροή στα μέλη των τοπικών συμβουλίων» ώστε να επιτραπεί στους ιδιοκτήτες των κτισμάτων να προβούν στις εργασίες που επιθυμούσαν. Φέρεται να λάμβανε ανά περίπτωση από 6.000 έως 10.000 ευρώ.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η υπάλληλος του υπουργείου Πολιτισμού δεν είχε αγαστή συνεργασία με αρχαιολόγους οι οποίοι πραγματοποιούσαν ελέγχους σε νησιά των Κυκλάδων. Η «Κ» επικοινώνησε με το ΥΠΠΟ ρωτώντας εάν έχει τεθεί σε αργία η συγκεκριμένη υπάλληλος, καθώς και άλλοι δύο συνάδελφοί της που αναφέρονται στη δικογραφία. Πηγές του υπουργείου ανέφεραν χθες ότι δεν γνώριζαν κάτι σχετικό και ανέμεναν την επίσημη ενημέρωση της αστυνομίας για να «πράξουν ό,τι ορίζει ο νόμος». Από τη δική του πλευρά, πάντως, ο Δήμος Αθηναίων ανακοίνωσε ότι τέθηκαν σε αργία οι δημοτικοί αστυνομικοί και άλλοι υπάλληλοί του οι οποίοι εμπλέκονται στην υπόθεση.
Οι υποθέσεις
Η δράση των επίορκων δημοσίων υπαλλήλων εξιχνιάσθηκε έπειτα από καταγγελία που στάλθηκε τον περασμένο Απρίλιο στην υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων. Ο ανώνυμος συντάκτης δήλωνε επιχειρηματίας στο κέντρο της Αθήνας με δραστηριότητα στον χώρο της εστίασης. «Εδώ και αρκετό καιρό κάποιοι δημοτικοί αστυνομικοί έχουν κάνει δύσκολη τη ζωή φίλων συναδέλφων μου και τους εκβιάζουν για να βγάζουν μεροκάματο», έγραφε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, δύο δημοτικοί αστυνομικοί που πραγματοποιούσαν στοχευμένους ελέγχους διαπίστωσαν παραβάσεις και προτού γίνει νέα αυτοψία που θα οδηγούσε σε σφράγιση, εμφανίστηκε η Νάνσυ ζητώντας χρήματα προκειμένου να μεσολαβήσει στις αρμόδιες υπηρεσίες.
Ακολούθησε τηλεφωνική παρακολούθηση και φυσική επιτήρηση των υπόπτων. Μία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στη δικογραφία αφορούσε αυτοψία σε εστιατόριο της οδού Ιπποκράτους που είχε προγραμματιστεί για τις 29 Μαΐου. Η υπάλληλος της Διεύθυνσης Υγειονομικού Ελέγχου είχε ενημερωθεί εγκαίρως από τη Νάνσυ ότι «το κατάστημα δεν διέθετε τα απαραίτητα έγγραφα», θα έκανε τα στραβά μάτια. Υπήρχε, όμως, μια εκκρεμότητα. Ο συνάδελφός της που θα τη συνόδευε δεν συμμετείχε στο κύκλωμα και μπορεί να τους δημιουργούσε πρόβλημα.
Για να ξεπεραστεί το εμπόδιο αποφασίστηκε να διενεργηθεί ο έλεγχος με υπάλληλο που είχε συνάψει σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Κρίθηκε ότι λόγω της θέσης του «δεν θα είχε λόγο» και απλώς θα παρατηρούσε τη διαδικασία. Παράλληλα η Νάνσυ θα υποδυόταν τη μηχανικό του καταστήματος και θα επιδείκνυε άσχετα έγγραφα στην υπάλληλο του Υγειονομικού για να τα ελέγξει εκείνη εικονικά. Η αμοιβή της υπαλλήλου ορίστηκε στα 250 ευρώ.
Ενα ακόμη βασικό στέλεχος της οργάνωσης υπηρετούσε ως τμηματάρχης στη Δημοτική Αστυνομία και η συμπεριφορά του είχε κινήσει υποψίες ενδοϋπηρεσιακά. Ζητούσε από υφισταμένους του να διακόψουν ελέγχους σε καταστήματα που ήταν υπό καθεστώς προστασίας ή να βεβαιώσουν ελαφρύτερες παραβάσεις.
Σε μία από αυτές τις περιπτώσεις, ιδιοκτήτης καταστήματος στην οδό Αιόλου διαμαρτυρήθηκε με μήνυμά του στη Νάνσυ όταν έπειτα από έλεγχο επρόκειτο να του αφαιρέσουν όλα τα τραπεζοκαθίσματα. «Θεωρώ ότι το να δίνουμε 12.000 και πέρυσι 16.000 ευρώ και να έχουμε αυτή την αντιμετώπιση δεν είναι ό,τι καλύτερο. Η προστασία ποια είναι δηλαδή», της έγραψε ενοχλημένος. Τελικά του αφαίρεσαν μόνο τρία τραπεζοκαθίσματα. Σε επόμενο συμβάν, η ίδια υπέδειξε να αφαιρεθούν μόνο δύο τραπέζια, «τα πιο παλιά».
Σε άλλον έλεγχο είχαν ενημερώσει καταστηματάρχη του κέντρου να έχει κλειδωμένη την ταράτσα ώστε να μη βρεθούν τα τραπεζοκαθίσματα που δεν έπρεπε να διατηρεί εκεί. Δεν είχαν, όμως, τη δυνατότητα να στέλνουν σε κάθε αυτοψία δικούς τους ανθρώπους. Οσοι έκαναν σωστά τη δουλειά τους αντιμετωπίζονταν ως «προβληματικοί». «Τους έχω πει “κοιτάξτε, καμιά μέρα θα τον βρείτε σε χαντάκι”», έλεγε σε καταγεγραμμένη συνομιλία του ένας από τους συλληφθέντες για δημοτικό αστυνομικό που βεβαίωνε παραβάσεις. «Είναι πολύ εριστικός και κάνει πολλές αρκουδιές».