Γράφει ο Γιάννης Παπαδόπουλος
Είχε καιρό να ενοχληθεί από εκείνον. Τον είχε μπλοκάρει στο κινητό της τηλέφωνο, ενώ βάσει δικαστικής απόφασης απαγορευόταν να την πλησιάζει στα 300 μέτρα. Η νεαρή ηθοποιός προσπαθούσε να απαλλαγεί με κάθε τρόπο. Ισως πλέον να την είχε ξεχάσει. Αρκούσε, όμως, ένα νέο απρόσμενο διαδικτυακό του ίχνος για να ξυπνήσει ο εφιάλτης. Ενα σχόλιό του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης της θύμισε ξανά τα χρόνια που ο άγνωστος άνδρας είχε γίνει σκιά της. Ακόμη κι έτσι, από μακριά, προσπαθούσε να αφήσει το στίγμα του στη ζωή της.
Οι δρόμοι τους είχαν διασταυρωθεί τυχαία, μια δεκαετία πίσω, όταν εκείνη σπούδαζε σε πόλη της επαρχίας και τα βράδια έπαιζε μουσική σε μαγαζιά. «Με είχε δει εκεί, μου είπε ότι είμαι όμορφη, στην αρχή δεν του μιλούσα», θυμάται η Μαρία. «Ερχόταν όλο και πιο συχνά όπου εργαζόμουν και με τον καιρό γινόταν πιο φορτικός. Γνώριζε τα πάντα για την παρέα μου, μας κερνούσε και με έβρισκε παντού στην πόλη. Μου έφερνε δώρα και CD με αφιερώσεις. Μια ημέρα ήρθε με αεροπορικά εισιτήρια για να φύγουμε οι δυο μας στην Αμερική. Του είχα ζητήσει να σταματήσει, ακόμη και από την οικογένειά μου του είπαν να μη με παρενοχλεί, αλλά εκείνος επέμενε».
Οσες φορές η Μαρία απευθύνθηκε στο τοπικό αστυνομικό τμήμα, ακόμη και μετά την παρέμβαση ενός εργοδότη της, υποστηρίζει ότι την αντιμετώπισαν με αδιαφορία. Αλλωστε στα μικρά μέρη οι περισσότεροι κάτοικοι γνωρίζονται μεταξύ τους. Της είπαν ότι δεν διέκριναν κάτι απειλητικό στην ιστορία που τους περιέγραφε. «Συμβαίνουν αυτά, απλώς έχεις έναν θαυμαστή», λέει ότι της σχολίασαν οι αστυνομικοί.
Ο κλοιός, όμως, γινόταν όλο και πιο ασφυκτικός. Η Μαρία άλλαζε τις διαδρομές που ακολουθούσε για να φτάσει στο σπίτι της και ξεκίνησε ψυχοθεραπεία. Υπήρχαν ημέρες που κρυβόταν. Δέχτηκε να μοιραστεί στην «Κ» την τραυματική της εμπειρία, αλλά για λόγους ασφαλείας δεν δημοσιεύεται το πραγματικό της όνομα, ούτε τοποθεσίες που μπορεί να φωτογραφίσουν την ταυτότητά της.
Οι οχλήσεις συνεχίστηκαν ακόμη και όταν επέστρεψε στη γενέτειρά της. Ο άνδρας είχε βρει τον αριθμό του κινητού της και έστελνε διαδοχικά μηνύματα. Εγραφε ότι τη χρειάζεται, ότι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς εκείνη και ότι θα μετακομίσει στον τόπο καταγωγής της. Δεν συνετίστηκε ούτε με τη δικαστική απόφαση η οποία του απαγόρευσε οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας μαζί της.
«Οποτε επανέρχεται με κάποιον τρόπο στη ζωή μου μουδιάζω. Μου έχουν πει ότι ίσως βρει κάποιο άλλο άτομο να προσκολληθεί, αλλιώς μπορεί και να μην τελειώσει».
Επειτα από καιρό, στο δεύτερο έτος σπουδών της σε δραματική σχολή της Αθήνας κι ενώ είχαν μεσολαβήσει περίοδοι σιωπής, την ενημέρωσαν ότι ένας άνδρας εμφανίστηκε στη γραμματεία. Ελεγε ότι τη γνώριζε και ότι ήθελε να φοιτήσει εκεί. Αργότερα, όταν εκείνος έμαθε ότι θα ανέβαζε μια θεατρική παράσταση, της έστειλε μήνυμα ότι θα την παρακολουθήσει. «Ζούσα κάθε βράδυ με τον φόβο ότι θα τον δω στην πρώτη σειρά των καθισμάτων», λέει η Μαρία. «Είχε εμμονή. Ολα αυτά τα χρόνια υπήρξαν περίοδοι που κλεινόμουν στον εαυτό μου, ήταν δύσκολο να εμπιστευτώ ανθρώπους. Οποτε επανέρχεται με κάποιον τρόπο στη ζωή μου μουδιάζω. Μου έχουν πει ότι ίσως βρει κάποιο άλλο άτομο να προσκολληθεί, αλλιώς μπορεί και να μην τελειώσει».
Η επίμονη καταδίωξη – παρακολούθηση, γνωστή και ως stalking, απασχολεί συνήθως την επικαιρότητα όποτε αφορά δημόσια πρόσωπα, με πιο πρόσφατο περιστατικό τη μήνυση που κατέθεσε ο τραγουδιστής Γιάννης Πλούταρχος εναντίον γυναίκας η οποία φέρεται να ήταν «εμμονική θαυμάστριά του». Το πρόβλημα, όμως, δεν περιορίζεται σε προβεβλημένα πρόσωπα και φαίνεται πως συναντάται όλο και πιο συχνά και στη χώρα μας.
Προσφυγή στα δικαστήρια
Η Ερικα Καζάνη, δικηγόρος στη Διοτίμα, τη μη κυβερνητική οργάνωση που εξειδικεύεται σε ζητήματα φύλου και ισότητας, εξηγεί ότι το stalking είναι μια μορφή έμφυλης βίας, καθώς παρατηρείται ότι η πλειονότητα των θυμάτων της παρενοχλητικής συμπεριφοράς είναι γυναίκες. Η ίδια έχει χειριστεί νομικά αρκετές υποθέσεις που φτάνουν στην οργάνωση. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να συνυπάρχει με άλλες μορφές βίας. «Συνήθως οι γυναίκες όταν βιώνουν αυτή την κατάσταση, έρχονται σε εμάς πολύ φοβισμένες. Είναι τρομερά αγχωμένες για το τι θα συμβεί, μπορεί να μιλούν ακατάπαυστα και προσπαθούν να βάλουν σε μια σειρά τα γεγονότα», λέει.
Τις περισσότερες φορές κινητοποιούνται όταν το πρόβλημα κλιμακωθεί ή όταν ο δράστης τις ενοχλεί πλέον και στον εργασιακό τους χώρο. Οι περιπτώσεις στις οποίες ο θύτης είναι κάποιος παντελώς άγνωστος σπανίζουν. Συνήθως πρόκειται για κάποιον πρώην ερωτικό σύντροφο, ο οποίος προσκολλάται στο θύμα είτε είχε προηγηθεί σχέση ετών είτε μιας βραδιάς.
Το αδίκημα έχει ποινικοποιηθεί στη χώρα μας. Σύμφωνα με το άρθρο 333 του Ποινικού Κώδικα, παράγραφος 1, προβλέπεται φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή σε όποιον προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία με την επίμονη καταδίωξη ή παρακολούθησή του, με τη χρήση τηλεπικοινωνιακών ή ηλεκτρονικών μέσων ή με επανειλημμένες επισκέψεις στο οικογενειακό, κοινωνικό ή εργασιακό του περιβάλλον, παρά την εκφρασμένη αντίθετη βούληση του θύματος.
«Πλέον, μέσω της τεχνολογίας διευκολύνεται ή εντατικοποιείται η εκδήλωση αυτής της συμπεριφοράς. Κατακλύζουν τις παθούσες με σωρεία μηνυμάτων, το περιεχόμενο των οποίων μπορεί να αλλάζει από ερωτικό σε απειλητικό και μετά σε αυτοκαταστροφικό», λέει η κ. Καζάνη. Το θύμα καλείται στα δικαστήρια να εξηγήσει τον τρόμο και την ανησυχία που του έχει προκληθεί από αυτές τις ανεπιθύμητες ενέργειες. «Εχει τύχει και με την αποστολή εξώδικης επιστολής να πάψει αυτή η συμπεριφορά, έχουμε δει όμως και να μην τηρούνται τα ασφαλιστικά μέτρα, παρά την προσφυγή στα δικαστήρια. Η παθούσα καλείται σε αυτή την περίπτωση και πάλι να δράσει και να προβεί σε μηνύσεις για παραβίαση δικαστικών αποφάσεων», παρατηρεί η κ. Καζάνη.
Το σύνδρομο της κατά φαντασίαν σχέσης
Από το 2018 λειτουργούν στη Βρετανία ειδικά προγράμματα ψυχολογικής παρέμβασης για περιπτώσεις stalking, τα οποία εστιάζουν στους θύτες, με κύριο σκοπό τη μείωση της υποτροπής. Εκτιμάται ότι μία στις πέντε γυναίκες και ένας στους δέκα άνδρες στη Βρετανία θα υπάρξουν θύματα επίμονης παρενοχλητικής συμπεριφοράς, τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους.
Η κλινική ψυχολόγος Κίρστι Μπούτσερ εργάζεται σε μία από αυτές τις δράσεις στην κομητεία Χαμσάιρ. Οπως εξηγεί στην «Κ», οι συνήθως μικρές ποινές φυλάκισης δεν μπορούν από μόνες τους να εξαλείψουν το πρόβλημα. «Η εμμονή μπορεί να τους ακολουθεί ακόμη και μέσα στη φυλακή. Εχει γίνει μέρος της ύπαρξής τους, οπότε αφού αφεθούν ελεύθεροι μπορεί να συνεχίσουν», επισημαίνει.
Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο η ομάδα της δρος Μπούτσερ έχει εξετάσει 735 υποθέσεις. Μόλις στις 80 εξ αυτών οι θύτες ήταν γυναίκες.
Στο 75% των υποθέσεων που έχουν απασχολήσει την ομάδα της δρος Μπούτσερ, οι δράστες είχαν σχέση με τα θύματα και η εμμονική καταδίωξη – παρακολούθηση εκδηλώνεται σε πιο έντονο βαθμό έπειτα από έναν χωρισμό. Υπάρχουν ακόμη οι περιπτώσεις στις οποίες ο δράστης επιθυμεί να συνάψει κάποια σχέση, αλλά στερείται βασικών κοινωνικών δεξιοτήτων ή ενσυναίσθησης για την ενόχληση που προκαλεί. Σοβαρή ψυχική ασθένεια συνήθως εντοπίζεται στο υπόβαθρο περιστατικών στα οποία οι θύτες έχουν πλάσει μια ολόκληρη σχέση μόνο στο μυαλό τους. Μπορεί να θεωρούν ότι έχουν ήδη ερωτικό δεσμό με τα θύματά τους ή ότι είναι γραφτό να βρίσκονται μαζί. «Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πολύ ισχυρή η πεποίθησή τους, ενώ μπορεί να είχαν δει μόνο μια φορά αυτό το άτομο ή να πρόκειται για κάποιον παντελώς άγνωστο», τονίζει η δρ Μπούτσερ. Το stalking μπορεί να εκδηλωθεί και ως μορφή εκδίκησης σε περίπτωση αντιδικίας μεταξύ δύο ατόμων ή στο πλαίσιο σεξουαλικής παρενόχλησης.
Κάποιοι από τους δράστες μπορεί να έχουν αντιληφθεί το κακό που προκάλεσαν, ενώ άλλοι υποβαθμίζουν τις πράξεις τους ή κατηγορούν τα θύματα. Η δρ Μπούτσερ εξηγεί ότι συνεργάζονται με τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές, καθώς και με οργανώσεις που υποστηρίζουν τα θύματα. Το πρόγραμμά τους είναι υπό αξιολόγηση από το Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον, ενώ όπως επισημαίνει η κλινική ψυχολόγος, τα πρώτα αποτελέσματα είναι θετικά. Επειτα από τις κατάλληλες παρεμβάσεις ψυχολογικής υποστήριξης οι δράστες φαίνεται πως είναι λιγότερο παρορμητικοί και μπορούν με μεγαλύτερη ευκολία να χειριστούν τα συναισθήματά τους. Κάποιοι βρίσκουν ξανά δουλειά, ένα χόμπι ή επανασυνδέονται με την οικογένειά τους.
Οι επιπτώσεις
Το αποτύπωμα που έχουν αφήσει στα θύματα, όμως, παραμένει επώδυνο. Η δρ Μπούτσερ αναφέρει ότι τα περισσότερα θύματα μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα μετατραυματικής διαταραχής, άγχος ή κατάθλιψη. Μπορεί να αλλάξουν τη ρουτίνα τους, να μετακομίσουν, να διακόψουν σπουδές ή την εργασία τους, να μη βγαίνουν από το σπίτι τους. Συνήθως παρασύρονται και άλλοι σε αυτή τη δίνη. «Κάθε περιστατικό επηρεάζει κατά μέσον όρο 22 άτομα από το περιβάλλον του θύματος. Τα παιδιά, εάν υπάρχουν, τους νυν συντρόφους, την οικογένεια, τους φίλους και τους συναδέλφους. Γιατί ο δράστης κάποια στιγμή θα επικοινωνήσει με όλους αυτούς», επισημαίνει η κλινική ψυχολόγος.
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και στην περίπτωση της Μαρίας. Οπως περιγράφει η ίδια στην «Κ», κάποια στιγμή ο δράστης επισκέφθηκε τους γονείς της στο σπίτι τους και ζήτησε να την παντρευτεί. Ο περίγυρός της γνώριζε το πρόβλημα, άκουγε γι’ αυτό. Κάθε φορά που μοιραζόταν την ιστορία της με νέα πρόσωπα οι πρώτες αντιδράσεις ήταν χαλαρές ή δύσπιστες. «Θεωρούσαν ότι μπορεί να είμαι υπερβολική, ότι αποκλείεται να υπάρχει τέτοιου είδους άνθρωπος», λέει. «Οταν, όμως, έβλεπαν οι ίδιοι τι συνέβαινε σοκάρονταν. Οποτε ήταν ορατή η κατάπτωση και η φθορά σε μένα, τότε καταλάβαιναν ότι είναι σημαντικό».
Πού να απευθυνθείτε
Το Κέντρο Διοτίμα παρέχει διά ζώσης νομική βοήθεια, ψυχοκοινωνική υποστήριξη και επαγγελματική συμβουλευτική σε επιζώσες έμφυλης βίας. Αν χρειάζεστε βοήθεια και ζείτε στην Περιφέρεια Αττικής ή Κεντρικής Μακεδονίας μπορείτε να καλέσετε:
Αττική
Δευτέρα-Παρασκευή, 10.00-18.00, στο
210-32.44.380
Κεντρική Μακεδονία
Δευτέρα-Παρασκευή, 10.00-14.00, στο
2310-534.445
Η ψυχοκοινωνική υποστήριξη παρέχεται και εξ αποστάσεως, για γυναίκες που κατοικούν σε άλλα μέρη της χώρας.
Κεντρική φωτό: Τα θύματα stalking συχνά αναγκάζονται να ζουν στη σκιά, απομονώνονται, αλλάζουν καθημερινές συνήθειες κυριευμένα από φόβο. Πρόκειται για μια μορφή έμφυλης βίας, καθώς παρατηρείται ότι η πλειονότητα των θυμάτων της παρενοχλητικής συμπεριφοράς είναι γυναίκες. [ΦΩΤΕΙΝΗ ΖΑΓΛΑΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ «Κ»]