Kathimerini.gr
Αθανάσιος Κατσικίδης
15 Αυγούστου 1940, Τήνος, οι σημαιοστολισμένοι δρόμοι και η χαρμόσυνη διάθεση των κατοίκων δεν προμήνυαν την επικείμενη καταστροφή και την σκιώδη απαρχή του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου επί του ελληνικού εδάφους.
Οι ιταλικές διαθέσεις είχαν ήδη φανεί, ενώ το ιταλικό υποβρύχιο «Ντελφίνο» έπλεε από τις πρώτες πρωινές ώρες πλησίον του λιμανιού της Τήνου ψάχνοντας πιθανούς στόχους. Τα επιβατικά πλοία «Έλση» και «Έσπερος» ήταν μεταξύ των στόχων που είχαν επιλέγει, ενώ η άφιξη του Καταδρομικού «Έλλη» για τον εορτασμό της Μεγαλόχαρης έδωσε στον Ιταλό κυβερνήτη Τζιουζέπε Αϊκάρντι τον υψηλής σημασίας και συμβολισμού στόχο που έψαχνε.
83 χρόνια μετά, η «Κ» συνάντησε στο νησί της Τήνου έναν εκ των τελευταίων αυτοπτών μαρτύρων του τορπιλισμού του ευδρόμου «Έλλη», κ. Γιώργο Μαλλιάρη, ο οποίος διηγήθηκε τα γεγονότα από την τραγική μέρα.
«Στις 15 Αυγούστου ήμουνα με τον μπαμπά μου στο δρόμο της Παναγίας και πουλούσαμε κεριά και λαμπάδες. Τότε δεν υπήρχαν μαγαζιά. Είχαμε έναν πάγκο και ξαφνικά ακούγεται ένας δυνατός θόρυβος! Κόσμος έτρεχε και ούρλιαζε. Φώναζαν, «βούλιαξαν το Έλλη, βούλιαξαν το Έλλη!». Εγώ έτρεξα κάτω στο λιμάνι και πήγα μπροστά, κοντά στον μόλο. Από τα μεγάφωνα του «Έλλη» φώναζαν, «Απομακρυνθείτε, απομακρυνθείτε, έχει πολεμοφόδια μέσα». Περνάνε 20 λεπτά και έρχεται μια δεύτερη τορπίλη η οποία έκοψε το μόλο στη μέση, πετάχτηκε ο μόλος πάνω! Τα μεγάφωνα συνέχιζαν να φωνάζουν, «απομακρυνθείτε, φύγετε από την παραλία». Τότε σκάει και η τρίτη τορπίλη».
«Όσο συνέβαιναν αυτά τα γεγονότα, ο κόσμος έτρεχε και ανέβαινε στα χωράφια πίσω από την Παναγία. Νόμιζα ότι όλα τα χωράφια είναι ανθισμένα. Κόσμος με κόκκινα και κίτρινα ρούχα μαζεύτηκαν μέσα στα χωράφια. Κάτω, στο δρόμο της Παναγίας έβλεπα να κουβαλούν τους ναύτες σκεπασμένους σε φορεία. Τα πρόσωπα τους ήταν ματωμένα και τα χέρια τους κρέμονταν. Είχαν πεθάνει. Λίγο πιο πάνω ήταν το νοσοκομείο. Ο κόσμος προσπαθούσε να τους βοηθήσει, ενώ αυτοί που έβγαιναν από το καράβι φώναζαν, «πηγαίνετε να σώσετε τα παιδιά που είναι στο καράβι». Είχαν πιτσικάρει οι πόρτες και κλειδώθηκαν μέσα. Έβγαλε ένας το κεφάλι του από το φινιστρίνι προσπαθώντας να βγει έξω αλλά δε χωρούσε. Ο κόσμος φώναζε, «κόψτε του το κεφάλι». Είχε εγκλωβιστεί και το καράβι βυθιζόταν».
Σύμφωνα με τα ιστορικά αρχεία, στο «Έλλη» προκλήθηκε έκρηξη στο λεβητοστάσιο και ρωγμή στα ύφαλα του πλοίου, πλήγμα που αδρανοποίησε την ηλεκτρομηχανική λειτουργία του πλοίου και οδήγησε στη σταδιακή βύθιση του. Όπως θυμάται ο κος. Μαλλιάρης,
«Προτού βουλιάξουν το «Έλλη», περίπου 45 λεπτά, πέρασε ένα αεροπλάνο, ήταν αρκετά ψηλά, αλλά το ακούσαμε. Αργότερα, οι μεγαλύτεροι μας είπαν πως το αεροπλάνο τράβηξε φωτογραφία και έδωσε στο υποβρύχιο στοιχεία για το πως να χτυπήσει το καράβι. Εκείνη την ώρα βρισκόταν στο λιμάνι και το καράβι «Έσπερος». Ήταν γεμάτο κόσμο και γέμιζε συνεχώς γιατί είχε τελειώσει η λιτανεία, η Παναγία έβαλε το χέρι της και δεν το χτύπησε η τορπίλη».
«Στη συνέχεια έφυγα από το σημείο και πήγα στο σπίτι, βρήκα τον μπάρμπα μου και ξεκινήσαμε προς το χωράφι που μαζευόταν ο κόσμος. Προχωρώντας προς τα εκεί έβλεπα το καράβι που βούλιαζε με την πρύμνη και βγάλαμε τα καπέλα μας και τους χαιρετίσαμε».
Ο επίλογος του καταδρομικού «Έλλη» γράφτηκε γύρω στις 10:20 π.μ., όπου οι προσπάθειες αντιμετώπισης της εισροής υδάτων και ρυμούλκησης του δεν ευοδώθηκαν, ενώ το καράβι είχε λάβει κλίση 15-20 εκατοστών. Αν και από τις πρώτες ώρες της βύθισης και έπειτα ανάλυσης των θραυσμάτων της τορπίλης η ελληνική κυβέρνηση ενημερώθηκε για την εθνικότητα του υποβρυχίου, αυτό δηλώθηκε στον τύπο ως «υποβρύχιο αγνώστου εθνικότητας», δίνοντας χρόνο στις ελληνικές δυνάμεις να προετοιμαστούν για την επικείμενη ιταλική εισβολή.
Ο απολογισμός του τορπιλισμένου «Έλλη» ήταν 9 υπαξιωματικοί και ναύτες νεκροί και 24 τραυματίες.