Του Πανίκου Κωνσταντίνου
Η περίοδος που ζούμε μοιάζει να είναι η αρχή του τέλους του επαγγελματικού πρωταθλήματος, όπως το ζήσαμε τις τελευταίες δεκαετίες με την έλευση των πολλών ξένων ποδοσφαιριστών και την εισαγωγή διαφόρων μορφών πλέι οφ στην Α΄ κατηγορία. Όπως η φιλοσοφία των προσωκρατικών κατάργησε τη μονοκρατία των ιερατείων και γέννησε τη Δημοκρατία ή οι επιστημονικές ανακαλύψεις του 16ου – 17ου αιώνα κατάργησαν τα βασίλεια, τη φεουδαρχία, και τη μεσαιωνική θεοκρατία δημιουργώντας τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό που αποτελεί τη βάση των πλείστων σημερινών κοινωνιών, έτσι και το ποδόσφαιρο στην Κύπρο βρίσκεται σε μια κρίσιμη φάση αλλαγής.
Δεν είναι λίγοι δε, που υποστηρίζουν ότι διανύουμε την τελευταία περίοδο του δυτικού πολιτισμού όπως τον γνωρίζουμε, κυρίως λόγω του ελέγχου που ασκεί ο προτεσταντισμός (Άγγλο-Αμερικανοί) ο οποίος οικονομικά στηρίζεται στο άτομο. Η ιδιωτική πρωτοβουλία εκφυλίζεται σε ατομική υστεροβουλία. Χάνονται τα όρια ανάμεσα στην ελευθερία και την αυθαιρεσία, στην πρωτοβουλία και υστεροβουλία, το κέρδος και την κερδοσκοπία. Οι άνθρωποι πλέον δεν είναι μακριά που θα αναζητήσουν ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο με τους ηγέτες τους, βασιζόμενο σε πανανθρώπινες αξίες και όχι σε ατομικά συμφέροντα.
Οι 4 φάσεις πρωταθλήματος
Θα ήταν ωφέλιμο πριν επιχειρήσουμε να δούμε κατά πόσο είμαστε στη γέννηση μιας νέας δικαιότερης περιόδου και στο ποδόσφαιρό μας, να παραλληλίσουμε τις διάφορες φάσεις που έχει περάσει, και να αξιολογήσουμε την ανάγκη που δημιουργείται για αυτή την αλλαγή.
Από το 1954 και μετά, βρισκόμαστε κοντά στην 4η φάση του ποδοσφαίρου μας. Κάθε αλλαγή που κυοφορείται δε σημαίνει πως θα είναι ωφέλιμη. Αυτό εξαρτάται κατά πόσο θα αξιοποιήσουμε τη συγκυρία που μας παρουσιάζεται. Αν αποδειχθεί ευεργετική, θα φανεί σε βάθος δεκαετίας. Μέχρι τότε… υπολογίζεται να προκύψουν καινούργια γήπεδα και πιθανό και ένας νέος τρόπος σκέψης. Σύγχρονος, μοντέρνος και δικαιότερος σε σχέση με τα μυαλά που κουβαλούσαν οι εκάστοτε παράγοντες σωματείων και της ΚΟΠ τα προηγούμενα χρόνια.
Ιστορικά, η πρώτη φάση αφορούσε την ερασιτεχνική δομή του ποδοσφαίρου μας, η οποία φαίνεται να ξεπερνιέται στα τέλη της δεκαετίας του ’80.
Από τις αρχές του ’90 ξεκίνησε η δεύτερη φάση. Μπήκαμε στον ημιεπαγγελματισμό. Ξεκίνησε η εποχή Μπόσμαν, και για πρώτη φορά οι ποδοσφαιριστές δεν ανήκουν εφ’ όρου ζωής στις ομάδες λόγω συμβολαίων. Το άθλημα άρχισε να οργανώνεται καλύτερα και η τηλεόραση μπήκε στη ζωή μας ενισχύοντας οικονομικά τους συλλόγους.
Από τα μέσα της νέας χιλιετίας ξεκινά η τρίτη φάση. Η Κύπρος γίνεται πλήρες μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2004 και οι ξένοι ποδοσφαιριστές έγιναν… περισσότεροι από τους Κύπριους, ενώ το 2007 ξεκίνησε η νέα καινοτομία στο πρωτάθλημά μας με την εισαγωγή των πλέι οφ. Αυτή η περίοδος μοιάζει να πνέει τα λοίσθια.
Ίσως να είμαστε στην ανατολή της τέταρτης περιόδου. Οι αλλαγές που μας οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα, έχει να κάνει με την εισαγωγή της τεχνολογίας (VAR), ίσως και του συστήματος του Goal Line Technology. Είναι επίσης τα ιδιόκτητα γήπεδα και οι παράλληλες αλλαγές που πρέπει να γίνουν έτσι ώστε να είναι βιώσιμα. Για να πετύχει το εγχείρημα της βιωσιμότητας επιβάλλεται η αλλαγή κουλτούρας.
Ένα ποδόσφαιρο με χιλιάδες φιλάθλους σημαίνει πως θα πρέπει οι αλλαγές του να είναι προσαρμοσμένες στον άνθρωπο και όχι στο χρήμα. Χτυπάς τη βία, σεβασμός στον αντίπαλο, δικαιοσύνη στο γήπεδο και στις δικαστικές αίθουσες. Πολλοί, πιθανό να θεωρούν ουτοπικά τα όσα διαβάζουν. Ίσως μοιάζουν ουτοπικά διότι σκεφτόμαστε με τα μυαλά του «σήμερα» και διότι η 4η φάση του πρωταθλήματός μας δεν έχει αναπτυχθεί ακόμη. Έχει δρόμο να διανύσει.
Ακόμη το νέο δεν έχει υπερισχύσει του παλαιού που εδρεύει στα μυαλά των παλαιοπαραγόντων, και ούτε υπάρχουν εκείνα τα μέσα που θα βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Αλλά από το 2030 και μετά, με καμιά δεκαριά ιδιόκτητα γήπεδα που έχουν ανάγκη την παρουσία κόσμου καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας (και κατά τους καλοκαιρινούς μήνες) για να είναι βιώσιμα, η φθαρμένη κουλτούρα πρέπει να αλλάξει.
Πάμε να δούμε πώς:
Πρώτα απ’ όλα ξεκινάμε με την πρόθεση ανέγερσης ιδιόκτητων γηπέδων. Γιατί σε αυτό το γκρίζο περιβάλλον κάποιος να θέλει να βάλει δεκάδες εκατομμύρια ευρώ; Στηριζόμενο σε σαθρό οικονομικό υπόβαθρο αφού όλες οι ομάδες χρωστάνε λεφτά; Σε ένα περιβάλλον που έχει χάσει την έξωθεν καλή μαρτυρία της η διαιτησία και η αθλητική δικαιοσύνη; Που αρκετοί παράγοντες δημιούργησαν σχέσεις με τον «υπόκοσμο», και μαστίζεται από χειραγωγημένους αγώνες;
Η απάντηση δεν είναι απλή. Κι όμως υπάρχει προοπτική, εφόσον παράλληλα με τις επενδύσεις στις αθλητικές υποδομές συμβούν και κάποια άλλα πράγματα, έτσι ώστε να γεννηθεί πρόσφορο έδαφος και να καταστούν βιώσιμες.
Η συγκυρία της απόφασης της Ομόνοιας, του ΑΠΟΕΛ και της Πάφου να αναγείρουν γήπεδα, η πρόθεση της Ανόρθωσης, της Νέας Σαλαμίνας και του Εθνικού να προχωρήσουν σε βελτιωτικά έργα, αλλά και τα νέα γήπεδα που έχουν ήδη ΑΕΚ και οι ομάδες της Λεμεσού, δημιουργούν ελπίδα πως μπορούμε να οδηγηθούμε σε μια ολοκληρωμένη λύση για ένα ποιοτικότερο και δικαιότερο επαγγελματικό ποδόσφαιρο.
Προτεινόμενες λύσεις
Για να μπορέσουν να είναι βιώσιμα τα γήπεδά τους, χρειάζονται τους φιλάθλους. Χωρίς αυτούς το εγχείρημά τους θα καταρρεύσει. Η συγκυρία είναι πως κάθε ομάδα από μόνη της δεν μπορεί να πετύχει. Δηλαδή Ανόρθωση, Εθνικός και Νέα Σαλαμίνα έχουν ιδιόκτητα γήπεδα, όμως δεν μπόρεσαν να οδηγήσουν τα πράγματα εκεί που θα έπρεπε να είναι. Ούτε όταν έγινε το γήπεδο της ΑΕΚ. Με το νέο γήπεδο στη Λεμεσό η ανάγκη μεγάλωσε. Αν μπορέσουν Ομόνοια, ΑΠΟΕΛ και Πάφος να δημιουργήσουν και αυτές τους δικούς τους χώρους, τότε έχουμε πλειοψηφία των ομάδων για μεγαλύτερη ανάγκη βελτίωσης του αθλήματος σε όλα τα επίπεδα.
Χωρίς ισονομία και δικαιοσύνη, οι φίλαθλοι θα συρρικνώνονται. Οι ομάδες όμως τους χρειάζονται επί καθημερινής βάσεως για να συντηρούν τα ιδιόκτητα γήπεδά τους.
Η ανάγκη να βελτιωθεί η δομή του πρωταθλήματος, ο εκσυγχρονισμός της αθλητικής δικαιοσύνης, η βελτίωση της διαιτησίας, ο εξορθολογισμός των οικονομικών και κυρίως η μείωση της προκατάληψης και η απομόνωση των ταραχοποιών στοιχείων, είναι αδήριτη.
Μοιάζει επιχειρηματική αυτοκτονία να θέλω να φτιάξω καινούριο εστιατόριο προσφέροντας αμφιβόλου ποιότητας φαγητά, σέρβις, ή κάκιστη τοποθεσία. Για να επιβιώσω επιβάλλεται να είναι σε καλή τοποθεσία με εύκολη πρόσβαση και αποχώρηση, προσαρμοσμένο τιμοκατάλογο και ανέσεις στον πελάτη με αντίστοιχη ποιότητα φαγητού.
Με τις περισσότερες από τις μισές ομάδες να έχουν ανάγκη το φίλαθλο κόσμο στο γήπεδο και -γύρω από αυτό- θα «υποχρεωθούν» να προχωρήσουν σε αρκετές διαφοροποιήσεις του επαγγελματικού ποδοσφαίρου όπως το ξέρουμε σήμερα.
Μπαίνουμε σε νέα εποχή
Μπαίνουμε ίσως σε μια νέα εποχή. Από τους παράγοντες των ομάδων, των ποδοσφαιρικών αρχών και τη βούληση της Πολιτείας θα εξαρτηθεί αν θα είναι καλύτερη από αυτή που φθίνει. Από τη στάση τους θα εξαρτηθεί αν θα συνεχίσουν να άγονται και να φέρονται από τον παλαιό κόσμο της κομματικής επιρροής και του ιδιωτικού συμφέροντος. Διότι αν φας την κότα, δε θα έχεις μετά αυγό. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι δημιουργούνται για παράδειγμα διάφοροι χώροι διασκέδασης και εστίασης έξω από το γήπεδο Αλφαμέγα ή το Αντώνης Παπαδόπουλος και στον ίδιο χώρο ο άλλος πετάει μολότοφ και η αστυνομία απαντάει με δακρυγόνα. Θα είναι καταστροφή για τις ίδιες τις ομάδες. «Σήμερα» αποποιούνται των ευθυνών, «αύριο» θα υποχρεωθούν να φροντίζουν μόνοι τους (οι παράγοντες, οι ομάδες) για την ευταξία του χώρου. Αλλιώς θα χρεοκοπήσουν. Οι λαμογιές που κατά καιρούς βιώσαμε δε θα έχουν πρόσφορο έδαφος στο νέο ποδοσφαιρικό περιβάλλον που πάει να δημιουργηθεί. Η ζωή είναι ένα μεγάλο σχολείο. Οι τάξεις αυτού του σχολείου είναι το κάθε μας «σήμερα». Αν δεν τις περάσουμε επιτυχώς, απλά θα αναγκαστούμε να τις επαναλάβουμε. Άρα η προοπτική ανοίγεται μπροστά μας. Πρόσφορο έδαφος υπάρχει. Αν το αξιοποιήσουμε, καλώς. Αλλιώς θα μείνουμε στάσιμοι και θα συνεχίσουμε να συζητάμε για τη δομή του πρωταθλήματος, τον Κύπριο παίκτη, τις οφειλές των ομάδων και τη βία στα γήπεδα. Αυτό το νέο κοινό σύστημα αξιών και κανόνων συμπεριφοράς των μελών της ποδοσφαιρικής κοινότητας είναι ενώπιον μας. Αν προκύψει πρόσφορο έδαφος επιτυχίας ή όχι θα το γνωρίζουμε από τις αποφάσεις που θα ληφθούν τα επόμενα χρόνια.