Kathimerini.com.cy
Μέχρι τις αρχές των ’90s οι Metallica άρεσαν κυρίως στους μεταλλάδες. Το ευρύ κοινό τούς αγκάλιασε με το Metallica (γνωστό και ως Black Album) του 1991, ένα άλμπουμ φιλικό στον μέσο ακροατή, έξυπνο και ραφινάτο. Πολλοί τους λάτρεψαν μέσα στα χρόνια, πολλοί τους χλεύασαν και, ανάμεσα σε αυτούς που τους παραδέχονται σήμερα, αρκετοί τους θεωρούν στυγνούς επιχειρηματίες. Το σίγουρο είναι ότι ξέρουν από πού έρχονται. Έχουν ζήσει το σκοτάδι και ξέρουν καλά τι έκαναν για να βγουν από αυτό. Όπως λένε και οι ίδιοι στον πιο διάσημο στίχο τους, «forever trusting who we are / and nothing else matters».
«Δεν πουλάς 125 εκατομμύρια άλμπουμ αν δεν μπορείς να κάνεις την έκπληξη – και να γράψεις κάτι πιασάρικο», σχολιάζει ο Τζόναθαν Ντιν των Sunday Times που μίλησε με τον Λαρς Ούλριχ, με αφορμή την κυκλοφορία του νέου τους άλμπουμ, 72 Seasons, το οποίο προωθούν με μια μεγάλη περιοδεία.
Το «Κ» βρέθηκε στον πρώτο της σταθμό, στη Γιόχαν Κρόιφ Αρίνα του Άμστερνταμ, και τους είδε να ανεβαίνουν στη σκηνή στις εννιά παρά είκοσι και να μένουν εκεί για δύο ώρες και κάτι. Με αστείρευτη ενέργεια και κυρίως με έναν φοβερό επαγγελματισμό. Σκεφτείτε τι απαιτήσεις έχει η μουσική τους και προσθέστε ότι κάθε μέλος έπρεπε να καλύπτει όλα τα σημεία της μεγάλης, κυκλικής σκηνής χωρίς ιδιαίτερη οπτική επαφή με τους υπολοίπους. Παρότι ανά διαστήματα ο ήχος έκανε τα όργανα να ακούγονται σαν μια ενιαία βαβούρα (ίσως και λόγω της μεγάλης έντασης), η συνολική παρουσία του γκρουπ ήταν υποδειγματική.
To «Κ» έζησε από κοντά την ενέργεια του συγκροτήματος που έκανε το χέβι μέταλ mainstream και πλέον «ισοσκελίζει» την απουσία αυθορμητισμού με τον επαγγελματισμό.
Μαζί το περιοδικό ΤV Οδηγός και το βιβλίο «Πόσο ξέρουμε την Ελλάδα» Β’ τόμος