Του Απόστολου Κουρουπάκη
«Το ότι γεμίζουν τη θεατρική αίθουσα και δηλώνουν το παρών τους και πέρα των οργανωμένων σχολικών παραστάσεων, όταν αυτές υπάρχουν, και οργανώνονται και έρχονται σε παρέες ή δύο δύο ή κατά μόνας, γιατί άκουσαν για κάποια παράστασή μας, είναι η ανταμοιβή μας για τις δυσκολίες και τις “αρτηριοσκληρύνσεις” που συναντάμε» λένε στην «Κ» η Ειρήνη Ανδρέου και Γιάννης Καραούλης, σκηνοθέτες της παράστασης «Το τέρας έρχεται», που ανεβαίνει αυτή την περίοδο στις Αποθήκες του ΘΟΚ και θεωρώ πως αυτός ο θεατρικός χώρος έχει κερδίσει επάξια τη θέση του. Οι δύο σκηνοθέτες αναφέρουν πως η ιστορία του έργου, όπως και οι ιστορίες που το Τέρας διηγείται στον Κόνορ, αναγνωρίζει ότι οι άνθρωποι είναι περίπλοκα πλάσματα και ότι δεν υπάρχει μόνο άσπρο και μαύρο. «Οι ιστορίες βοηθούν τον Κόνορ –και κατά συνέπεια και εμάς σαν θεατές– να πλοηγηθεί μέσα από τα σύνθετα συναισθήματά του, τον φόβο, τον θυμό, την ενοχή και το πένθος του και να έρθει αντιμέτωπος με την αλήθεια του». Είναι χρέος, λοιπόν, του ΘΟΚ να διατηρήσει ζωντανή και εύπλοη αυτή την κιβωτό και της Πολιτείας να τη κρατήσει μακριά από κήτη-δημοσίους υπαλλήλους που θέλουν να την καταπιούν.
–Σκηνοθετείτε ένα έργο με κεντρικό πυρήνα τον φόβο, αν δεν σφάλλω, ωστόσο το κείμενο καταπιάνεται με πολλά ζητήματα, ποιες ήταν οι προκλήσεις για εσάς να τα φέρετε επί σκηνής;
–Το «Τέρας έρχεται» είναι μια ιστορία που μιλά για το πένθος, την απώλεια, για το πώς διαχειρίζεται κανείς –και ειδικότερα ένα παιδί– τέτοια ζητήματα και τα πολύπλοκα συναισθήματα που τα συνοδεύουν. Η πλοκή επικεντρώνεται στον Κόνορ, ένα νεαρό αγόρι που έχει να αντιμετωπίσει την ασθένεια της μητέρας του και ό, τι αυτό συνεπάγεται, τη δική του συναισθηματική ταραχή και τις σχέσεις του με τους άλλους, με τη μητέρα του που «φεύγει» αλλά και με τον κόσμο γύρω του, το bullying στο σχολείο και τα αμήχανα βλέμματα συμμαθητών και δασκάλων, την παρεμβατική γιαγιά του και τον αποξενωμένο μπαμπά του. Το Τέρας που τον επισκέπτεται τα βράδια για να του αφηγηθεί ιστορίες, λειτουργεί ως μεταφορά του εσωτερικού κόσμου του Κόνορ, των φόβων του, της ανάγκης να αντιμετωπίσει την αλήθεια και της δυσκολίας να αποδεχτεί την αναπόφευκτη απώλεια που πλησιάζει, αλλά και τα δικά του αντιφατικά συναισθήματα.
Η πρόκληση ξεκινά πρώτα πρώτα από την ανάγκη να καταλάβουμε το συναισθηματικό ταξίδι των ηρώων, εφορμώμενοι και πηγαίνοντας πέρα από τα προσωπικά μας βιώματα. Πώς εικονοποιείς και μεταφέρεις σκηνικά το τεράστιο συναισθηματικό χάος και βάρος του δεκατριάχρονου Κόνορ; Πώς μιλάς για την ασθένεια και το θάνατο στα παιδιά; Πώς ενώ είναι ένα έργο που συγκινεί βαθιά και απευθύνεται στις πιο ευαίσθητες χορδές μας, αποφεύγεις να γίνεις μελό και να καταφύγεις στη συγκίνηση προς χάρη της συγκίνησης; Πώς βρίσκεις την αλήθεια των σχέσεων και των χαρακτήρων σε ένα έργο που κινείται με γρήγορους ρυθμούς, σύντομες σκηνές και εναλλαγή ανάμεσα στο ρεαλιστικό και στο φανταστικό; Και πώς μέσα σε αυτήν την εκ πρώτης δύσκολη και σκοτεινή ιστορία αναζητάς το φως, τη σύνδεση, την ελπίδα, ακόμα και το χιούμορ; Σημαντικός σύμμαχος στις προκλήσεις αυτές ήταν το ίδιο το υπέροχο και βαθιά συγκινητικό κείμενο του Πάτρικ Νες, μια ιστορία που ισορροπεί ανάμεσα στη ρεαλιστική αφήγηση και τη λογοτεχνία του φανταστικού και η πετυχημένη θεατρική διασκευή του Old Vic που χρησιμοποιήσαμε.
–Αυτό το παιχνίδι μεταξύ πραγματικότητας και φαντασιακού πόσο δύσκολο ήταν να το συζεύξετε;
–Η αφηγηματική φόρμα και η μετακίνηση από τον ρεαλισμό είναι κάτι που μας έχει απασχολήσει και σε προηγούμενα έργα μας και είναι κάτι που μας αφορά και μας συγκινεί, οπότε δεν ήταν κάτι άγνωστο. Το συγκεκριμένο έργο είναι πιο σύνθετο και πιο απαιτητικό, καθώς είναι πολυπρόσωπο, με γρήγορα εναλλασσόμενες σκηνές ανάμεσα στη φαντασία, τον ρεαλισμό και την αφήγηση ιστορίας. Το να είναι ο θίασος συνεχώς παρών ήταν το κλειδί σε αυτό. Είναι εν τέλει μια ιστορία που αφηγούμαστε και παρουσιάζουμε από κοινού, και όλα τα άλλα μέσα, βιντεοπροβολές, μουσική, σκηνικό και κοστούμια, έρχονται για να ενισχύσουν και να στηρίξουν αυτήν την κοινή ανάγκη και πρόθεση. Είχαμε τη χαρά να δουλέψουμε με μια ομάδα συνεργατών που σε όλα τα επίπεδα ονειρεύτηκαν μαζί μας αυτόν τον περίεργο διττό κόσμο του έργου και με ενθουσιασμό, φαντασία και κατάθεση δουλειάς βοήθησαν στη σκηνική του επιτέλεση.
–Υπάρχει κάτι που πρέπει στην εποχή μας να αποφεύγεται να λέγεται, γιατί είναι δύσκολο ή δυσάρεστο;
–Αν η ερώτηση αφορά στο τι λέμε και επικοινωνούμε στα παιδιά και στο αν μπορούμε να τους μιλάμε για δύσκολα και δυσάρεστα θέματα η απάντηση είναι όχι. Και αυτό δεν έχει σχέση με την εποχή. Τα παιδιά πάντα ήταν άνθρωποι ολόκληροι όχι μισοί –όπως έλεγε μια άλλη αγαπημένη περίπτωση συγγραφέα και παιδαγωγού που μας έχει απασχολήσει στο παρελθόν, ο Γιάνους Κόρτσακ– και κουβαλούν κόσμους ολόκληρους και αγωνίες και σκέψεις και συναισθήματα πολύπλοκα. Και έχουν ανάγκη να μιλήσουν γι’ αυτά και να νιώσουν πως υπάρχει ο αντίστοιχος χώρος για να τους ακούσουν. Όμως, έχουν να αντιμετωπίσουν την έλλειψη κατανόησης ή υποστήριξης λόγω της ελλιπούς ενημέρωσης ή της ανεπαρκούς επικοινωνίας με ενήλικες, αλλά και την κοινωνική πίεση σε σχέση με το για τι είναι εντάξει να μιλήσουν. Επίσης, ορισμένα παιδιά ενδέχεται να μην έχουν αναπτύξει τις δεξιότητες επικοινωνίας που απαιτούνται για να εκφράσουν ή να αντιμετωπίσουν αυτά τα θέματα με αυτοπεποίθηση. Και οι προκλήσεις σε αυτό το κομμάτι μεγαλώνουν σήμερα –και εδώ ίσως να έχει σημασία η εποχή– με την υπερέκθεση σε πληροφορίες. Τα παιδιά σήμερα έχουν πρόσβαση σε πολλές πληροφορίες και εικόνες μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, του Διαδικτύου και των μέσων ενημέρωσης και αυτή η υπερέκθεση μπορεί να συνεπάγεται την έκθεσή τους σε θέματα που μπορεί να μην είναι κατάλληλα για την ηλικία τους ή που μπορεί να τα αντιμετωπίζουν με δυσκολία. Είναι σημαντικό να προσαρμόζουμε την επικοινωνία μας ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητα των παιδιών, δίνοντάς τους τις ανάλογες πληροφορίες για να μπορούν να καταλάβουν και να αντιμετωπίσουν ό,τι δύσκολο ή δυσάρεστο. Η ειλικρινής επικοινωνία και η υποστήριξη είναι σημαντικές για να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον όπου τα παιδιά θα μπορούν να αντιμετωπίζουν τέτοια θέματα με εμπιστοσύνη και κατανόηση. Η τέχνη έρχεται να βοηθήσει σε αυτό και να εξερευνήσει και άλλους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να μιλήσουμε στα παιδιά και να τα κάνουμε να νιώσουν ότι υπάρχει ο χώρος να μιλήσουν και να ακουστούν ή ακόμα και να πάρουν τα εργαλεία για να επικοινωνήσουν ή να αναζητήσουν την επικοινωνία.
–Κρύβουν αλήθειες οι μύθοι και πώς αυτές μπορούν να ειπωθούν με όχημα τη θεατρική πράξη;
–Οι μύθοι και οι ιστορίες κρύβουν αλήθειες ή βαθύτερα νοήματα ή έννοιες που μπορούν να αποκαλύψουν ή να αναδείξουν κάποιες αλήθειες για την ανθρώπινη κατάσταση ή για τον κόσμο γενικότερα. Μπορούν να μεταφέρουν γνώση και ιστορία, ταυτότητα και διδάγματα ηθικά και αξιακά. Μας βοηθούν να δώσουμε στα άγνωστα ή ακατανόητα κομμάτια της ζωής νόημα και μας προσκαλούν να φανταστούμε πέρα από τη δική μας πραγματικότητα. Όμως, είναι «άγρια πλάσματα» όπως λέει και το Τέρας του έργου και αν τα αφήσεις ελεύθερα ποιος ξέρει τι χάος μπορεί να προκαλέσουν ή πού μπορεί να σε οδηγήσουν. Μπορεί να είναι παραπλανητικοί και καταστροφικοί μύθοι, όπως μπορούν να είναι και παρηγορητικοί και λυτρωτικοί. Η ιστορία του έργου, όπως και οι ιστορίες που το Τέρας διηγείται στον Κόνορ, αναγνωρίζει ότι οι άνθρωποι είναι περίπλοκα πλάσματα και ότι δεν υπάρχει μόνο άσπρο και μαύρο. Οι ιστορίες βοηθούν τον Κόνορ –και κατά συνέπεια και εμάς σαν θεατές– να πλοηγηθεί μέσα από τα σύνθετα συναισθήματά του, τον φόβο, τον θυμό, την ενοχή και το πένθος του και να έρθει αντιμέτωπος με την αλήθεια του. Έτσι, έρχονται οι μύθοι και τα παραμύθια για να μας πάρουν από το χέρι και να μας βοηθήσουν να δούμε τον εαυτό μας και τις δύσκολες αλήθειες. Και το παρηγορητικό «δίδαγμα» είναι ότι όσο φρικτό και δύσκολο και αν είναι αυτό που περνάει στο τέλος θα τα καταφέρει.
Ένας από τους μεγάλους παραμυθάδες της σύγχρονης λογοτεχνίας του φανταστικού, ο Τόλκιν, μίλησε για τη βαθιά επίδραση των παραμυθιών και για το πώς ικανοποιούν την ενστικτώδη επιθυμία του ανθρώπου για φαντασία, απόδραση και παρηγοριά. Υποστήριξε ότι οι μύθοι και οι ιστορίες διαθέτουν μια γοητεία που υπερβαίνει το απλό ψυχαγωγικό, φτάνοντας σε βάθος στην ψυχή του ανθρώπου και συνδέοντάς τον με τις κοινές ανθρώπινες εμπειρίες. Είπε χαρακτηριστικά: «Τα παραμύθια δεν είναι μόνο για παιδιά, και τα καλύτερα μιλάνε σε όλες τις ηλικίες». Ένα τέτοιο κείμενο υπήρξε και για μας «Το Τέρας έρχεται». Ξεφεύγει από τα όρια της εφηβικής λογοτεχνίας και του θεάτρου για παιδιά και εφήβους και είναι μια ιστορία που μιλάει στον καθένα από μας. Αντικατοπτρίζει με έναν τρόπο και το μεγάλο ερώτημα «γιατί κάνουμε θέατρο;». Για να λέμε ιστορίες, γιατί είναι η μόνη φωτιά που έχουμε ώρες ώρες μέσα στο σκοτάδια της πραγματικότητας.
Υπάρχει η κρίσιμη μάζα θεατών
Η μεγαλύτερη δυσκολία στο να κάνεις εφηβικό θέατρο είναι οι ενδιάμεσοι ενήλικοι που πρέπει να πείσεις για να το κάνεις και οι λαμβάνοντες αποφάσεις που επηρεάζουν την όποια τέτοια προσπάθεια.
–Ασχολείστε με το εφηβικό θέατρο στις Αποθήκες συστηματικά πολύ καιρό, έχετε εικόνα πώς προσλαμβάνει τη θεατρική σας δουλειά το εφηβικό κοινό;
–Οι Αποθήκες τα τελευταία τέσσερα χρόνια –τώρα διανύουμε την πέμπτη χρονιά– έχουν γίνει ένας χώρος που έχει δεχτεί τους εφήβους ως θεατές, συμμετέχοντες σε εργαστήρια και συνδημιουργούς. Τα παιδιά που αποτελούν τον πυρήνα των Δράσεών μας και που είναι μια μεγάλη ομάδα που συνεχώς εμπλουτίζεται και εναλλάσσεται, αναφέρονται στις Αποθήκες σαν δεύτερο σπίτι τους. Μέσα από δω, πολλά από αυτά μάθανε και αγαπήσανε το θέατρο. Η αποδοχή τους και η αγάπη είναι μια γενικότερη επιβεβαίωση για μας, για τη δουλειά που γίνεται στις Αποθήκες. Ειδικότερα, όσον αφορά τις παραστάσεις, μας γεμίζει χαρά το ότι οι έφηβοι και οι νέοι άνθρωποι έμαθαν τις Αποθήκες ως θεατρικό χώρο που έχει διαμορφωθεί γι’ αυτούς και παρουσιάζει παραστάσεις που απευθύνεται σε αυτούς. Το ότι γεμίζουν τη θεατρική αίθουσα και δηλώνουν το παρών τους και πέρα των οργανωμένων σχολικών παραστάσεων, όταν αυτές υπάρχουν, και οργανώνονται και έρχονται σε παρέες ή δύο δύο ή κατά μόνας γιατί άκουσαν για κάποια παράστασή μας, είναι η ανταμοιβή μας για τις δυσκολίες και τις «αρτηριοσκληρύνσεις» που συναντάμε.
–Ακούμε αρκετά ως ενήλικες αυτό που έχουν να μας πουν οι έφηβοι/ες; Εσείς πώς τους αφουγκράζεστε;
–Η εφηβεία είναι μια δύσκολη ηλικία αλλαγών και μεταβάσεων και για τους εφήβους είναι σημαντικό να ακούσουμε τις ανησυχίες, τις αγωνίες, τις ελπίδες, τα όνειρα και τους φόβους τους. Ειδικά σήμερα, που υπάρχει μια επίφαση μεγαλύτερης έκφρασης και επικοινωνίας λόγω των μέσων και της χρήσης της οθόνης. Εμείς βρισκόμαστε στη θέση να επικοινωνούμε μαζί τους μέσα από ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο, εκείνο του θεάτρου και μέσα από τον ρόλο του καθοδηγητή- διδάσκοντα και του δημιουργού-καλλιτέχνη. Η προσπάθειά μας σε κάθε περίπτωση είναι να τους μιλάμε ισότιμα. Ξεκινήσαμε τις Αποθήκες εμπνευσμένοι από τις αρχές και τη σκέψη του Γιάνους Κόρτσακ –που προαναφέραμε– ο οποίος μιλούσε για το δικαίωμα των νέων και των παιδιών να εκφράζουν τις απόψεις τους, να συμμετέχουν σε διαδικασίες που τους επηρεάζουν και να λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις και οι ανάγκες τους. Δεν ήρθαμε ποτέ, λοιπόν, με το ρόλο του παντογνώστη ενήλικα, ούτε με τη σκέψη να κουνήσουμε διδακτικά το δάχτυλο μέσα από τις παραστάσεις μας. Στα εργαστήρια έχουν χώρο να εκφραστούν, να κάνουν λάθος και να είναι οι υπέροχοι μπερδεμένοι εαυτοί τους, κάτι που ο έξω κόσμος και σίγουρα η βαθμοθηρία του σχολείου δεν επιτρέπει. Η τέχνη και ειδικά το θέατρο από μόνα τους προσφέρουν τα εργαλεία για έκφραση μέσα από εναλλακτικούς τρόπους, το σώμα και τη φαντασία και τη σύνδεση με μια ομάδα στην οποία είμαι ισότιμο μέλος.
–Ποια θα λέγατε ότι είναι η μεγαλύτερη δυσκολία στο να κάνετε εφηβικό θέατρο; Υπάρχει η κρίσιμη μάζα κοινού;
–Η μεγαλύτερη δυσκολία στο να κάνεις εφηβικό θέατρο είναι οι ενδιάμεσοι ενήλικοι που πρέπει να πείσεις για να το κάνεις και οι λαμβάνοντες αποφάσεις που επηρεάζουν την όποια τέτοια προσπάθεια, χωρίς οι ίδιοι να έχουν πραγματική πρόθεση, ενδιαφέρον και επένδυση σε αυτό και στους νέους ανθρώπους που αφορά. Η κρίσιμη μάζα κοινού υπάρχει, είναι εκεί και διψάει για χώρο να εκφραστεί, να υπάρξει, να φανταστεί, να συγκινηθεί, να δημιουργήσει, να ταξιδέψει. Θα τους ακούσουμε; Αναρωτιόμαστε.
Πληροφορίες
«Το τέρας έρχεται», Θέατρο Αποθήκες, ΘΟΚ, σκηνοθεσία: Ειρήνη Ανδρέου, Γιάννης Καραούλης, σε μετάφραση-δραματουργία Ελένης Μολέσκη. Παίζουν: Στέλιος Ανδρονίκου, Ιάσονας Ασημακόπουλος, Γιώργος Κυριάκου, Νίκος Μανωλάς, Ιωάννα Παπαμιχαλοπούλου, Αντρέας Πατσιάς, Μέλανη Στέλιου, Άννη Χούρη.
Παραστάσεις: Κάθε Σάββατο στις 8:30 μ.μ. και Κυριακή στις 6:00 μ.μ.