Αιμίλιος Χαρμπής
Μία από τις πιο παράξενες ταινίες που είδαμε στο διαγωνιστικό τμήμα του φετινού Φεστιβάλ Βενετίας ήταν σίγουρα το «Dogman» του Λικ Μπεσόν. Στα 63 του πια, ο Γάλλος κινηματογραφιστής συνεχίζει να κάνει φιλμ όλων των ειδών «αρκεί να έχει ενδιαφέρον η ιστορία», όπως μας είπε ο ίδιος μία ημέρα μετά την πρεμιέρα στη Μόστρα. Τη συγκεκριμένη την εμπνεύστηκε από πραγματικά περιστατικά που έχουν συμβεί τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Πρωταγωνιστής είναι ο Ντάγκλας, ένας νεαρός άνδρας με σοβαρά ψυχικά και σωματικά τραύματα έπειτα από την τρομερή κακομεταχείριση που υπέστη στην παιδική ηλικία από την οικογένειά του. Μοναδική πραγματική παρηγοριά του η θαυμαστή σχέση επικοινωνίας που έχει με τα δεκάδες σκυλιά του, τα οποία και λατρεύει.
«Δύο αληθινά περιστατικά μου έδωσαν το έναυσμα, το ένα από τη Ρουμανία και το άλλο από τις ΗΠΑ· και στις δύο περιπτώσεις γονείς είχαν κλειδώσει τα παιδιά τους μαζί με ζώα επί χρόνια. Το ερώτημα είναι πώς επιβιώνεις από κάτι τέτοιο; Νόμιζα ότι η δική μου παιδική ηλικία ήταν δύσκολη. Και ύστερα γίνεσαι Μητέρα Τερέζα ή τρομοκράτης; Κοιτάζεις στον ουρανό και ζητάς τι;», λέει ο Μπεσόν.
Δράμα και κωμωδία
Παρά το θεωρητικά πολύ «βαρύ» θέμα, το σενάριό του καταφέρνει να μετριάζει το δράμα με αρκετές πιο ανάλαφρες, έως και κωμικές στιγμές, που υπάρχουν διάσπαρτες στην ταινία.
«Αυτό συμβαίνει επειδή το σινεμά αντικατοπτρίζει τη ζωή. Εκεί υπάρχουν κωμωδία και τραγωδία μαζί. Τη μια στιγμή είσαι κάπου έξω και γελάς με τους φίλους σου και την επόμενη χτυπάει το τηλέφωνο και μαθαίνεις ότι η μητέρα σου πέθανε. Ούτως ή άλλως μου είναι δύσκολο να πάρω πολύ στα σοβαρά τον εαυτό μου. Συνήθως όταν τα πράγματα σοβαρεύουν υπερβολικά δίνω μια και τα ανατρέπω».
O Κέιλεμπ Λάντρι Τζόουνς με ένα από τα (πάνω από 80!) σκυλιά που χρησιμοποιήθηκαν στα γυρίσματα του «Dogman». [Shanna Besson]
Δίπλα του στη συνέντευξη κάθεται ο πρωταγωνιστής, Κέιλεμπ Λάντρι Τζόουνς, ο οποίος χρειάστηκε να παίξει μεγάλο μέρος της ταινίας με τετράποδους συμπρωταγωνιστές. «Προσωπικά ήθελα τα σκυλιά να είναι αληθινά. Τα ειδικά εφέ και το CGI είναι εκπληκτικά, αλλά για εμένα η δουλειά με πραγματικά ζώα είναι πιο εύκολη· μάλλον τα πηγαίνω καλύτερα με τα σκυλιά παρά με τους ηθοποιούς», παρατηρεί γελώντας ο ίδιος. Για τις ανάγκες της ταινίας χρειάστηκαν τρία ειδικά εκπαιδευμένα σκυλιά –ή αλλιώς «σταρ»– συν άλλα 80 περίπου, τα οποία έγιναν ομάδα μέσα σε διάστημα αρκετών μηνών, όπως μας πληροφορεί ο Μπεσόν, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα ότι τον δικό του πιστό φίλο της παιδικής ηλικίας του τον έλεγαν… Σωκράτη.
Ύστερα από όσα πέρασε νωρίς στη ζωή του, ο ήρωας είναι πια ένας μάλλον εκλεπτυσμένος άνδρας με ρευστή σεξουαλικότητα, αυτοδίδακτος από πλευράς μόρφωσης και ευαίσθητος καλλιτεχνικά. «Είναι ενδιαφέρον αν σκεφθείς ότι έλαβε την πρώτη του εκπαίδευση από γυναικεία περιοδικά και φυσικά τα ίδια τα σκυλιά. Έπειτα κάνει κάποιες γνωριμίες και αποφασίζει να αλλάξει τη ζωή του. Αυτό είναι και το νόημα: αν δεν σου αρέσει αυτό που βλέπεις στον καθρέφτη, άλλαξέ το», λέει ο Λικ Μπεσόν. Στην ερώτηση γιατί διάλεξε την Αμερική για να τοποθετήσει την ταινία, απαντάει με σιγουριά: «Υπάρχουν κάποια φιλμ που ταιριάζουν σε συγκεκριμένες χώρες σαν φόντο. Νομίζω ότι η επαρχιακή Αμερική με την εμμονή με τη θρησκεία, τα όπλα κ.ο.κ. ήταν το κατάλληλο περιβάλλον. Δίνει περισσότερα “στρώματα” στην ιστορία. Επίσης προσφέρει αυτή την ωραία αντίθεση με τα παλιά ευρωπαϊκά τραγούδια που ακούγονται σε όλη τη διάρκεια».
«Πραγματικός μάστορας»
Μπορεί τα τελευταία χρόνια ο Μπεσόν να έχει δεχθεί σκληρή κριτική για θέματα τόσο σχετικά όσο και άσχετα με την τέχνη του, ωστόσο ο Λάντρι Τζόουνς έχει μόνο λόγια θαυμασμού για τον σκηνοθέτη του: «Από την αρχή κατάλαβα ότι έβλεπα έναν πραγματικό μάστορα εν δράσει. Ήταν σαν να γινόταν και από ένα μαγικό κόλπο κάθε μέρα. Κάποια πράγματα φαίνονταν αδύνατα, όμως εκείνος τα κατάφερνε με σχετική ευκολία. Έχω δουλέψει με πολλούς σκηνοθέτες στην καριέρα μου, αλλά δεν νομίζω ότι κανένας τους θα μπορούσε να κάνει αυτή την ταινία. Ο Λικ έχει έναν μοναδικό τρόπο να ελέγχει το χάος».
Ο Μπεσόν από δίπλα χαμογελάει σεμνά, αλλά με ευχαρίστηση, και προσθέτει: «Δεν είμαι μάγος. Απλώς με τα χρόνια μαθαίνεις να αφαιρείς πράγματα και αυτό είναι πολύ χρήσιμο. Εκανα την πρώτη ταινία μου όταν ήμουν 19 χρόνων και αυτήν στα 63. Οταν είσαι νέος χρειάζεται είκοσι λέξεις για να πεις τι σκέφτεσαι. Στα 60 θέλεις μόνο τρεις».
Το «Dogman» κυκλοφορεί και στις ελληνικές αίθουσες από την περασμένη Πέμπτη.