Kathimerini.gr
Της Αλεξάνδρας Σκαράκη
Ζωγραφιές με τον Μπάτμαν και τον Τζόκερ, σε παστέλ και έντονα χρώματα, φτιαγμένες στο χέρι σε μεγάλη επιφάνεια και με τέτοια λεπτομέρεια που έχεις την αίσθηση ότι θα σου «μιλήσουν». Εικόνες που δύσκολα βρίσκει κανείς πλέον σε σινεμά στην Αθήνα και αποτελούν προϊόν μιας παράδοσης την οποία ανέλαβε επάξια να συνεχίσει η Βιργινία Αξιώτη. Πτυχιούχος Ζωγραφικής της Σχολής Καλών Τεχνών η κ. Αξιώτη ασχολείται από το 2015 με τη ζωγραφική αφίσα ως ένα μέσο διαφήμισης ταινιών στον ιστορικό κινηματογράφο Αθήναιον, έναν από τους παλαιότερους κινηματογράφους της πόλης που βρίσκεται σε κομβικό σημείο στην περιοχή των Αμπελόκηπων.
«Πρόκειται για μια οικογενειακή επιχείρηση που ίδρυσαν ο παππούς και ο προπάππος μου», λέει η κ. Αξιώτη στο kathimerini.gr. Είναι το μοναδικό σινεμά στην πόλη που εξακολουθεί να κατασκευάζει τις αφίσες του με το χέρι και σε αυτό συνέβαλε πολύ σημαντικά ο Βασίλης Δημητρίου, που θεωρείται ο μάστορας της τέχνης της χειροποίητης αφίσας ταινιών που αργοσβήνει. Όταν έγινε η πρόταση στην κ. Αξιώτη να βαδίσει στα βήματά του αντικαθιστώντας τον, δεν γνώριζε πώς ακριβώς έπρεπε να εργαστεί για το θέμα, μιας και δεν είχε ποτέ συνεργασία με καλλιτέχνες του είδους. Η πρώτη δουλειά της χρειάστηκε 10 μέρες να ολοκληρωθεί και ήταν για το φιλμ «Mad Max».
Η κ. Αξιώτη, που ασχολείται επίσης με το τραγούδι και τη μουσική, αφιερώνει τρεις έως τέσσερις ημέρες κάθε φορά για να ολοκληρώσει μια αφίσα, και παράγει από 20 έως 25 κάθε χρόνο.
«Ο χρόνος που έχω στη διάθεσή μου, είναι συνήθως πέντε μέρες ουσιαστικής δουλειάς και επειδή οι πρεμιέρες είναι κάθε Πέμπτη, ενημερώνομαι για τις ταινίες της επόμενης εβδομάδας την Πέμπτη και την Παρασκευή της προηγούμενης. Η αφίσα θα πρέπει να είναι έτοιμη και πάνω στον κινηματογράφο, από την Τετάρτη το βράδυ πριν την πρώτη προβολή», συμπληρώνει η καλλιτέχνις, που πλέον έχει εγκατασταθεί στη Μυτιλήνη και στέλνει τα έργα της από εκεί.
Ζωγραφικό έργο της κ. Αξιώτη στο Αθήναιον. Η παράδοση με αφετηρία το 1960 διατηρείται έως σήμερα.
Η διαδικασία παραγωγής της αφίσας δεν είναι μια εύκολη δουλειά, ιδιαίτερα εφόσον «χρειάζεται μια μέρα για να κολληθεί το χαρτί για τις αφίσες που είναι εξάμετρες. Έτσι, για να μειώσω τον χρόνο δημιουργίας και παραγωγής της αφίσας χρησιμοποιώ τον προτζέκτορα. Προβάλλω στην αρχή στον προτζέκτορα για να φτιάξω το σχέδιο ώστε να πατήσει σωστά η μεταφορά της κλίμακας και να είναι όλα σωστά. Μετά το ζωγραφίζω, χρησιμοποιώντας και στρατσόχαρτο (ανακυκλωμένο χαρτί)».
Όσον αφορά την πρόκληση της δουλειάς, η ίδια αναφέρει: «Η δυσκολία είναι και το υλικό, δηλαδή το εύθραυστο χαρτί που σκίζεται πολύ εύκολα. Επίσης η διατήρησή τους είναι δύσκολη. Στα 7 χρόνια έχω ζωγραφίσει 100-150 αφίσες. Από αυτές, οι 40 έχουν διαλυθεί».
Ζωγραφικό έργο της κ. Αξιώτη στο Αθήναιον.
Οι μετρ της ζωγραφικής αφίσας
Ποιοι ήταν όμως αυτοί που δημιούργησαν την τέχνη της ζωγραφισμένης αφίσας και τους οποίους διαδέχθηκε η κ. Αξιώτη;
Γνωστοί καλλιτέχνες όπως οι Γιώργος Βακιρτζής, Γιώργος Κουζούνης, Νικόλαος Ανδρεάκος, Στέφανος Αλμαλιώτης ζωγράφιζαν κάθε φορά με το χέρι ένα στοπ καρέ μιας ταινίας και συνήθως ήταν μια σημαντική σκηνή. Με αυτό τον τρόπο προσέλκυαν τον κόσμο στις αίθουσες. Η συλλογή αυτή περιλαμβάνει γιγαντοαφίσες για ελληνικά φιλμ από το 1950 έως το 1975 όπως «Η Αλίκη στο Ναυτικό», «Μανταλένα», «Για ποιον χτυπά η καμπάνα», «Η καλπική λίρα» κ.α. και φιλοξενείται στο Μουσείο Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Όσον αφορά τον Δημητρίου, μποξέρ και προπονητή του μποξ στο επάγγελμα, ήταν αυτοδίδακτος ζωγράφος με μεγάλη αγάπη στη ζωγραφική αφίσα. Επιθυμούσε να ασχοληθεί με το αντικείμενο από τότε που παρακολουθούσε τη δουλειά του Βακιρτζή και άλλων δημιουργών. Άρχισε να εργάζεται στο Αθήναιον σε ηλικία 15 ετών και στη διάρκεια της καριέρας του που διήρκησε σχεδόν επτά δεκαετίες, δημιούργησε πάνω από 8.000 έργα για αίθουσες του σινεμά. «Σταμάτησε τη δουλειά 2-3 χρόνια πριν φύγει από τη ζωή το 2020. Ερχόταν στον κινηματογράφο, κόλλαγε την αφίσα στο τελάρο και ήταν πάντα δυνατός, δημιουργικός και χαρούμενος άνθρωπος», θυμάται η κ. Αξιώτη.
Ζωγραφικό έργο της κ. Αξιώτη στο Αθήναιον
Η αγάπη των αιθουσαρχών
Σε μια μακρινή γωνιά της χώρας και συγκεκριμένα στο ακριτικό Σουφλί Έβρου, ο κ. Γιάννης Τσιακίρης υπήρξε βετεράνος δημιουργός ζωγραφικής αφίσας υπηρετώντας αυτή την τέχνη για πολλά χρόνια. Μεταξουργός στο επάγγελμα, ο κ. Τσιακίρης τα βράδια ήταν «τιτλαδόρος» στον τοπικό κινηματογράφο. Παράλληλα, επειδή είχε και το ταλέντο στη ζωγραφική, ήταν αυτός που σχεδίαζε τις αφίσες των ταινιών του σινεμά. «Το 1953 σχεδίαζα τους πρωταγωνιστές του φιλμ πάνω σε ανθεκτικό χαρτί και χρησιμοποιούσα μια κόλλα από καζεΐνη και χρωστικές. Στην κόλλα αυτά πρόσθετα χρώματα σε σκόνη ενώ αργότερα, χρησιμοποιούσα πλέον χρώματα πλαστικά. Οι αφίσες μαζί με την επιγραφή – τίτλο του έργου ήταν και τα μόνα διαφημιστικά μέσα της εποχής» λέει με νοσταλγία. Όμως και αυτός σταμάτησε στα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν η δουλειά γινόταν πλέον σε εκτυπωτές.
Αθήναιον. Φωτ. Κομίνης Νικόλαος
Με το πέρασμα του χρόνου και την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τη ζωγραφική αφίσα έχουν αντικαταστήσει τα μεγάλα ψηφιακά prints (μπάνερ) και οι εταιρείες δίνουν το υλικό τυπωμένο. Αλλά το Αθήναιον όπως και λίγοι κινηματογράφοι στην Ελλάδα και στο εξωτερικό συνεχίζουν αυτή την παράδοση, παρά τον μεγάλο όγκο δουλειάς και το επιπλέον κόστος που απαιτείται.
Πού οφείλεται, λοιπόν, αυτή η παράδοση; «Στην αγάπη των αιθουσαρχών για την τέχνη της αφίσας και για τις τέχνες γενικότερα. Αποτελεί επιλογή τους. Το Αθήναιον είναι η μόνη αίθουσα στην Αθήνα που επέλεξε τη ζωγραφική από το πλαστικό. Ήταν όμως δύσκολο γιατί ουσιαστικά επιβίωνε οικονομικά μόνο χάρη στην υποστήριξη του ίδιου του αιθουσάρχη».
«Στερεύουμε από τέχνη στους δρόμους μας»
Τι είναι όμως εκείνο που προσφέρει αισθητικά στην πόλη μια ζωγραφισμένη αφίσα; Είναι σίγουρο ότι, μιας και όλα γίνονται ψηφιακά αυτή τη στιγμή, αποτελεί τουλάχιστον ένα ρομαντικό «διάλειμμα» από την μονοκρατορία της ψηφιοποίησης. «Η ζωγραφιά είναι κάτι το ζωντανό, τραβάει το βλέμμα αμέσως και ας είναι και καρικατούρα. Είναι τελείως διαφορετική η αίσθηση του χειροποίητου γιατί είναι μια χειρονομία και αυτό φαίνεται. Και άσχημο να είναι, θα γυρίσει κάποιος να το κοιτάξει γιατί έχει την αίσθηση της γραφής. Και η αλήθεια είναι ότι στερεύουμε από τέχνη στους δρόμους μας. Μακάρι να υπήρχε συνδιαλλαγή μέσα στην πόλη» τονίζει η κ. Αξιώτη.