Kathimerini.gr
Του Αιμίλιου Χαρμπή
Οι ροδακινιές του Αλκαράς ★★★½
ΔΡΑΜΑ (2021)
Σκηνοθεσία: Κάρλα Σιµόν
Ερμηνείες: Ζόρντι Πουγιόλ Ντόλσετ, Αννα Οτιν
Η φετινή Χρυσή Αρκτος του Φεστιβάλ Βερολίνου έρχεται αυτή την εβδομάδα στις αίθουσες για να μας ταξιδέψει στις εξοχές της Καταλωνίας. Εκεί άλλωστε μας πήγε η Κάρλα Σιμόν και με το γεμάτη παιδική αθωότητα σκηνοθετικό ντεμπούτο της («1993») πριν από μερικά χρόνια. Αυτή τη φορά τα πράγματα είναι πιο «σοβαρά», καθώς βρισκόμαστε στο Αλκαράς, ένα μικρό χωριό, όπου μια οικογένεια ροδακινοπαραγωγών βρίσκεται εν μέσω του πυρετού της συγκομιδής. Ταυτόχρονα, ωστόσο, ολόκληρη η περιοχή –και μαζί ο ιδιοκτήτης της γης που καλλιεργούν– έχει μπει στον πυρετό των φωτοβολταϊκών πάνελ και ετοιμάζεται να πουλήσει τα χωράφια της. Τα νεύρα και οι δύσκολες αποφάσεις θα προκαλέσουν εντάσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας, ενώ μεγάλοι και μικροί καλούνται να διαχειριστούν την κατάσταση. Σε αντίθεση με την προηγούμενη ταινία της, η οποία εστίαζε καθαρά στον κόσμο των παιδιών, εδώ η οπτική της Σιμόν έχει πολλαπλούς φορείς, από τον αγχωμένο πατέρα της οικογένειας μέχρι τους εκρηκτικούς εφήβους και τα παιδιά που ξέρουν να μετατρέπουν σε παιχνίδι ακόμη και τις αναποδιές. Κι αυτές δεν είναι λίγες. Οπως έχουμε δει να συμβαίνει τις τελευταίες δεκαετίες και στα μέρη μας, έτσι και εκεί ένας ολόκληρος κόσμος –ο αγροτικός– φτάνει στο τέλος του ή τέλος πάντων μετασχηματίζεται, αφήνοντας πίσω του πολλές φορές παραδόσεις αιώνων.
Το φιλμ της Σιμόν προσεγγίζει αυτή την κατάσταση με κοινωνική – πολιτική ματιά, δίχως όμως να παίρνει θέση ή να προτείνει εύκολες λύσεις· δική της δουλειά είναι η παρατήρηση, η οποία μάλιστα έρχεται με τρόπο τρυφερό, συγκινητικό σε πολλές περιπτώσεις, αφού προέρχεται και μέσα από δικά της βιώματα. «Οι άνθρωποι καλλιεργούν τη γη ανά ομάδες οικογενειών από τη Νεολιθική εποχή. Είναι το αρχαιότερο επάγγελμα. Αλλά η ιστορία των Σολέ έρχεται σε μια περίοδο που αυτός ο τρόπος καλλιέργειας δεν είναι πια βιώσιμος. Υπάρχει ένα αληθινό ερώτημα, το τι σημαίνει η γεωργία για εμάς σήμερα. Θελήσαμε να αποτίσουμε ένα νοσταλγικό, αλλά όχι συναισθηματικό, φόρο τιμής στις τελευταίες οικογένειες αγροτών που αντέχουν και κρατούν τις παραδόσεις», παρατηρεί η ίδια η σκηνοθέτις.
Στην ταινία της προτίμησε να χρησιμοποιήσει ερασιτέχνες ηθοποιούς από την περιοχή του Αλκαράς, προσδίδοντας έτσι ακόμα περισσότερη αυθεντικότητα και ζωντάνια στο σύνολο. Αυτό έχει επιπλέον στα ατού του τις υπέροχες εικόνες της καταπράσινης εξοχής κι ενός μοναδικού καλοκαιριού, το οποίο (και ως θεατής) θέλεις να ρουφήξεις ώς την τελευταία σταγόνα.