ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

«Ο Κήπος είνε καθαυτό χάρμα των αισθήσεων»

Ο ακανθόκηπος της Λεμεσού, που έγινε χώρος περιπάτου και αναψυχής και πώς εν ολίγοις έγινε κατ’ εξοχήν δημόσιος χώρος

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Πολύς λόγος γίνεται το τελευταίο διάστημα για τον Δημόσιο Κήπο της Λεμεσού, ο οποίος είναι από τους τελευταίους πνεύμονες πρασίνου της πόλης, η οποία τα προηγούμενα χρόνια γνωρίζει μία άνευ όρων καθ’ ύψος ανάπτυξη. Οι καθ’ ύψος αναπτύξεις ουσιαστικά έχουν τεμαχίσει την πόλη, λειτουργώντας ως ατσάλινα τείχη, παραφράζοντας τα θουκυδίδεια ξύλινα τείχη... Ο κατ’ εξοχήν δημόσιος χώρος της Λεμεσού, ο οποίος έχει και αυτός τη δική του ιστορία. Δημιουργήθηκε την περίοδο που σε ολόκληρο τον κόσμο οι τοπικές αρχές προχωρούσαν σε έργα που αναβάθμιζαν τον αστικό ιστό, έβγαζαν τους πολίτες από τις περιτοιχισμένες πόλεις τους, ήταν μία μορφή κοινωνικοποίησής τους, όλων των τάξεων, πράγμα που κάποιες φορές δεν ήταν καθολικά αποδεκτό, με τα σημερινά δεδομένα να έχουν τρόπο τινά ανατρέψει την κατάσταση. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά στη «Σάλπιγγα» τον Μάρτιο του 1922: «Εξακολουθεί όμως να είναι το προσφιλές εντευκτήριον κι’ ο αγαπημένος περίπατος των δουλικών [σ.σ. ο Δημόσιος Κήπος] και αυτό παρατηρείται όχι μόνον τις καθημερινές άλλα και τες Κυριακές».

Τον Σεπτέμβριο του 1913, σε μια μικρή αναφορά ενός συντάκτη, διαβάζουμε: «Ο Δημόσιος Κήπο; είνε καθαυτό χάρμα των αισθήσεων».

Η γη στην οποία χωροθετήθηκε ο δημόσιος Κήπος αγοράστηκε η χωράφα του Χρυσοστομίδη από την αποικιακή κυβέρνηση σύμφωνα με τον νόμο περί Αποκτήσεως Γης, του 1899 (The Land Acquisition Law), όπως διαβάζουμε στην επίσημη εφημερίδα της 6ης Νοεμβρίου 1903, με ύπατο αρμοστή να εξουσιοδοτεί την έναρξη των εργασιών για τη δημιουργία ενός Δημόσιου Κήπου, ως έργο κοινής ωφελείας. Στην «Αλήθεια» της Λεμεσού διαβάζουμε, έναν χρόνο νωρίτερα πως ως ο καταλληλότερος χώρος για τη δημιουργία ενός κήπου κρίνεται από τον Δήμο Λεμεσού το προς ανατολάς της πόλεως οικόπεδον του Χρυσοστομίδου και ζητείται από τις αποικιακές αρχές ποσό ίσο με αυτό που δόθηκε για τον ίδιο σκοπό στους Δήμους Λευκωσίας και Λάρνακας, που ήταν 500 λίρες. Ο πλούσιος Λεμεσιανός Θεόδωρος Χρυσοστομίδης όμως, όπως διαβάζουνε στην «Αλήθεια» της 14ης Μαΐου 1904 «δεν εδέχθη την υπό της επιτροπής ορισθείσαν τιμήν του οικοπέδου, εφ’ ω και κατά πάσαν πιθανότητα θα γίνη ανάγκη να εφαρμοσθή ο σχετικός νόμος». Πέρασαν δύο σχεδόν χρόνια και τελικά το οικόπεδο αγοράστηκε και πλέον «αι εργασίαι θα αρχίσωσι προσεχώς», όπως γράφει ο τοπικός Τύπος. Όντως, τον Ιούλιο του 1904 ο κυβερνητικός μηχανικός Williams ξεκίνησε τις εργασίες «προς ίδρυσιν του Δημοσίου Κήπου της Λεμεσού», με το σχέδιο να περιλαμβάνει πολλούς πλάγιους δρομίσκους, μία μεγάλη και πλατύτατη αρτηρία «ήτις εν είδει περίπου Χ θα διατέμνει τον κήπον εις το μέσον καταλήγουσα εις τα τέσσαρα αυτού άκρα». Η χωροταξία που επελέγη ομοιάζει με εκείνη των αγγλικών κήπων, με κυκλικούς και ασύμμετρους δρομίσκους. Όπως γράφει σε κείμενο του ο διευθυντής του Δημοτικού Μουσείου - Ιστορικό Αρχείο & Κέντρο Μελετών Λεμεσού κος Μίμης Σοφοκλέους «Η επιλογή [σ.σ. της χωράφας του Χρυσοστομίδη] έγινε επί τη βάσει του γεγονότος ότι εκεί, στο παραλιακό μέτωπο, ήταν ο περίπατος των Λεμεσιανών, ιδίως την Κυριακή το πρωί μετά την εκκλησία. Από την Αγία Νάπα μέχρι εκεί που είναι σήμερα ο Δημόσιος Κήπος ήταν ο μεγάλος, κυριακάτικος περίπατος. Έτσι, η απόφαση να γίνει εκεί ο Δημόσιος Κήπος δεν προέκυψε τυχαία, αλλά επειδή υπήρχε η προϋπόθεση».

Το 1910 ο Κήπος πέρασε από την κατοχή της αποικιακής κυβέρνησης στον Δήμο, μετά από επιμονή του φιλοπρόοδου δημάρχου Χριστόδουλου Σώζου. Άλλωστε, ο Δήμος είχε δαπανήσει ικανά ποσά για τον Κήπο.

Και με τη παρέλευση δύο χρόνων από την ίδρυσή του αρχίζουν τα παρατράγουδα: Μάιος του 1906: «Ο Δημόσιος Κήπος της πόλεως, επί τον οποίον τόσαι εστηρίχθησαν ελπίδες εγκαταλήφθη ωρισμένως εις την τύχην του. Οι υπάλληλοι, οίτινες τον επιμελούντο και τον επότιζαν απελύθησαν πάντες, πλην ενός, και αποτέλεσμα του μέτρου τούτου υπήρξεν ο ελαττωματικός πλέον ποτισμός των χιλιάδων των δένδρων και η βλάστησις των αγρίων χόρτων, άτινα εσκέπασαν εντελώς τους δρόμους και τους δρομίσκους αυτού. [...] Αν η κατάστασις αυτή εξακολουθήση, ο Κήπος αφεύκτως θα καταστραφή». Και ό,τι με κόπο και χρήμα έγινε ή μάλλον ξεκίνησε να γίνεται έγινε μείζον ζήτημα για την πόλη... ή όχι και τόσο όσο το Αρχιεπισκοπικό, και ιδού η κυκλική ιστορία... Γράφει αναγνώστης στην εφημερίδα «Αλήθεια» και ρωτάει τον συντάκτη για το ζήτημα του δημοσίου κήπου, «Είνε κυβερνητικός, είνε δημοτικός; ποίος φροντίζει; ή μάλλον ποίος πρεπει να φροντίση, διότι κανείς δεν φροντίζει» και απαντά ο συντάκτης στον αναγνώστη: δεν γνωρίζομεν να υπάρχη δημόσιος κήπος εν Λεμεσώ. [...] Αλλά ο ακανθόκηπος εκείνος δεν έχει, νομίζομεν να κάμη τίποτε με το Αρχιεπισκοπικόν ζήτημα [...]. Πλέον οι Λεμεσιανοί σχεδόν ντρέπονται να μιλάνε για τον Κήπο τους: «Εντρεπόμεθα πλέον να ομιλώμεν διά τον λεγόμενον “Δημόσιον Κήπον” μας μέχρι τούδε ο λεγόμενος αυτός «δημόσιος κήπος» είναι απλούστατα ακανθόκηπος. [...] η κατάστασις αύτη είναι εμπαικτική προς την πόλιν. Και οι αρμόδιοι οφείλουσι να σκεφθώσι σοβαρώτερον».

Το 1910 ο Κήπος πέρασε από την κατοχή της αποικιακής κυβέρνησης στον Δήμο, μετά από επιμονή του φιλοπρόοδου δημάρχου Χριστόδουλου Σώζου. Άλλωστε, ο Δήμος είχε δαπανήσει ικανά ποσά για τον Κήπο. Διαβάζουμε σχετικά σε δημοσίευμα της «Αλήθειας» στις 27 Μαΐου 1910: «[...] αγγέλλομεν μεθ’ ικανοποιήσεως, ότι η νομιμοποίησις, και η μεταβίβασις του Κήπου εις τον Δήμον εγένετο εν πλήρει τάξει προ τινών ημερών. Κατ’ αυτόν τον τρόπον ο μοναδικός Κήπος εξησφαλίσθη οριστικώς εις την πόλιν, και ευχαριστίαι οφείλονται διά τούτο εις τον ρέκτην Δήμαρχον, όστις παρακολουθεί με αγάπην και φροντίζει διηνεκώς διά παν ό,τι αφορά τον θαυμάσιον Κήπον».

Η προτομή του Χριστόδουλου Σώζου αρχίζει να κατασκευάζεται το 1915. «Ήρχισαν εις τον Δημόσιον Κήπον αι εργασίαι προς αναστήλωσιν του Μνημείου τον Σώζου. Το Μνημείον θα τοποθετηθή εις την δεξιάν τω είσερχομένω πλευράν της μικράς πλατείας του Κήπου».

Το πράσινον βασίλειον

Η Λεμεσός χαιρόταν τον Δημόσιο Κήπο της, οι κάτοικοι της πόλης, νέοι και νέες, γηραιότεροι και δέσποινες σεβαστές, περιπατούν στον πράσινο βασίλειό τους και διαβάζουμε στο «Έθνος», τον Μάιο του 1909: «Χάρις εις τας ενεργείας του ημετέρου αόκνου Δημάρχου κ. Χρ. Σώζου ο Δημόσιος Κήπος μας προοδεύει θαυμασίως. Ο ανθών του έχει γίνει αριστούργημα, τα δένδρα πυκνούνται ολοέν, ο Κήπος βελτιούται. Έχει γίνει το προσφιλέστερον εσπερινόν εντευκτήριον όλου του κόσμου, ρομαντικών τε και μη, περιπατητών φιλοσόφων κλπ. κλπ., ούτω δε βλέπει τις εκάστην εσπέραν εκεί μέσα διαφόρων τάξεων ανθρώπους να διασκεδάζουν, να συζητούν, να ρεμβάζουν, να σχολιάζουν, να κυνηγούν βλέμματα». Και αυτό το βασίλειο συνεχίζει να προσελκύει υπηκόους: «Η Λεμεσός εν προόδω», είναι ο τίτλος άρθρου του Κυπριακού Φύλακα το 1911: «Η Λεμεσός εντός της τριετίας ταύτης εδημιούργησε τον πρώτον εν Ανατολή δημόσιον κήπον την τε τοποθεσίαν, την έκτασιν, το διάγραμμα και την διάταξιν. Εκοσμήθη πρώτος διά πήλινων αντιτύπων των διασημότερων ελληνικών αγαλμάτων και αι έξοδοι φρουρούνται υπό σφιγγών αίτινες προβάλλουσι τον δεξιόν πόδα προς τον επισκέπτην υποδηλούσαι το εύλογον αίνιγμα: “Τι εστί δημοτική διοίκησις ευσυνείδητος”». Στην «Ελευθερία» το 1916 πάλι: «Αλλά την Λεμεσόν εξωραΐζει ακόμη κατά μέγα μέρος και ο Δημόσιος Κήπος της. Ένας Κήπος τέλειος, υπό πάσαν έποψιν. Με αγάλματα, με προτομάς, με δένδρα, με ανθώνας, με πτηνά, και εις το κέντρον έναν καφενείον διά να αναπαύηται ο περιπατητής και αφίνη τον οφθαλμόν να βόσκη μέσα εις εκείνον το ωραίον πράσινον βασίλειον, το οποίο διασχίζουν ως πεταλούδαι λεπτοφυείς και χαριτωμέναι δέσποιναι και δεσποινίδες ή μόναι ή μετά των δικών των». Άραγε ζήλευε η Λευκωσία το κάλλος της Λεμεσού...;

Παράπονα και λύσεις

Τα πολλά παράπονα πολιτών έπιασαν τόπο, και το 1907 Δήμος και Κυβέρνηση έβαλαν νερό στο κρασί τους και τα βρήκαν: «Ο Δημόσιος Κήπος μετά την επελθούσαν προ τίνος συνεννόησιν μεταξύ της Κυβερνήσεως και του Δημαρχείου εξήλθε της αθλίας καταστάσεως, εις ην προηγουμένως και επί τόσον χρόνον ευρίσκετο [...].», ώσπου τον Σεπτέμβριο του 1913, σε μια μικρή αναφορά ενός συντάκτη διαβάζουμε: «Ο Δημόσιος Κήπος είνε καθαυτό χάρμα των αισθήσεων». Και το πρώτο ίσως γλυπτό του Δημόσιου Κηπου αρχίζει να κατασκευάζεται το 1915, αφιερωμένο στον Χριστόδουλο Σώζο (έπεσε στο Μπιζάνι στις 6 Δεκεμβρίου 1912): «Ήρχισαν εις τον Δημόσιον Κήπον αι εργασίαι προς αναστήλωσιν του Μνημείου τον Σώζου. Το Μνημείον θα τοποθετηθή εις την δεξιάν τω είσερχομένω πλευράν της μικράς πλατείας του Κήπου». Μα τα προβλήματα και οι δημοτικές παρεμβάσεις δεν λείπουν, ταλανίζουν τον Δημόσιο Κήπο της Λεμεσού, ένας Λεμεσιανός διαμαρτύρεται τον Ιανουάριο του 1945 για την κοπή ευκαλύπτων και αναρωτιέται: «Υπήρχεν άρα γε καμμίαν ανάγκη ν’ αποψιλωθή ο Δημόσιος μας Κήπος; Είχε τόσην άρα γε ανάγκην χρημάτων το Δημαρχείον μας, ώστε να στέρηση την πόλιν του ποιητικού και υγιεινού δασυλλίου της;» και κλείνει αγανακτισμένος: «Μα επί τέλους εις ποίους επωλήθησαν αι ευκάλυπτοι αύται και αντί ποίου ποσού; Δεν νομίζετε, πως επί πάντων τούτων των ζητημάτων πρέπει ή Δημοτική μας Αρχή να μας δώση εξηγήσεις;».

 «Μα επί τέλους εις ποίους επωλήθησαν αι ευκάλυπτοι αύται και αντί ποίου ποσού; Δεν νομίζετε, πως επί πάντων τούτων των ζητημάτων πρέπει ή Δημοτική μας Αρχή να μας δώση εξηγήσεις;». Διαχρονικό αίτημα οι εξηγήσεις από την εκάστοτε δημοτική αρχή...

Θέατρο στον Κήπο

Ήδη από το 1909 αρχίζει να κατασκευάζεται στον Δημόσιο Κήπο «Περίπτερον διά την Μουσικήν». Το 1923 ο Δημόσιος Κήπος πια είναι τόπος περιπάτου, ξεκούρασης, γνωριμιών... «θαύμα φυσικών θελγήτρων και μυρωδιάς ο Κήπος μας κατ’ αυτάς ιδίως, και χάνουν ωρισμένως την ωραιοτέραν αναψυχήν και φυσικήν απόλαυσιν όσοι προτιμούν ακόμη την Προκυμαίαν. [...]. Ο κόσμος των περιπατητών ας ξεχνά την Προκυμαίαν άπαξ τουλάχιστον της εβδομάδος και ας διευθύνεται εις τον Κήπον. Εκεί , τώρα μεν τα δειλινά, μετ’ ολίγον δε τα πρωινά, μαζί με τα θαυμάσια φυσικά θέλγητρα θα ακούη και την Μουσικήν [...]. Ο Κήπος πρέπει να επανέλθη εις την παλαιάν του ακμήν και οι συμπολίται μας να επανεύρουν έστω και άπαξ της εβδομάδος, τας ωραίας στιγμάς που επερνούσαν άλλοτε ανάμεσα εις τους ποιητικούς δρομίσκους του Δημ. Κήπου και υπό τους ήχους εκλεκτής Μουσικής», από τον Ιούλιο του 1923 βλέπετε άρχισε να παιανίζει η μπάντα με πάντοτε νέα και ωραία κομμάτια της: «Έκαμε την έναρξίν της εις τον Δημ. Κηπον με εξαιρετικήν ευτυχώς συρροήν κόσμου. Θα εξακολουθήση εις τον Κήπον, όπου ανοίγει και το καφενείον από της Κυριακής αυτής, κατά την αυτήν ώραν, μετ’ ολίγον δε θα αρχίση να παίζη τα πρωινά». Ο Δήμος Λεμεσού επιχορήγησε τη λειτουργία της Φιλαρμονικής και ανέθεσε το 1935 τη διεύθυνσή της στον μαέστρο Θ. Παιονίδη και κάθε Κυριακή απόγευμα θα εκτελούσε διάφορα κομμάτια εντός ειδικού χώρου στον Δημόσιο Κήπο.

Και μιας και διανύουμε έτος Καμπανέλλη να πούμε πως η ομάδα του Νέου Θεάτρου, που ίδρυσε η Μόνικα Βασιλείου τον Αύγουστο του 1962, ξεκίνησε σ’ ένα πατάρι στον δημόσιο κήπο της Λεμεσού με το «Παραμύθι χωρίς όνομα» του Ιάκωβου Καμπανέλλη (Άντρη Κωνσταντίνου «Το θέατρο στην Κύπρο από το 1960 ως το 1974», σελ. 287, 2007).

Ο Δημόσιος Κήπος της Λεμεσού είναι κτήμα των κατοίκων της πόλης, είναι ένας ιστορικός πυρήνας, ένα χωνευτήρι μνήμης της πόλης, μιας πόλης που οσημέραι ολοένα και παλινδρομεί μεταξύ μιας κάποιας ανάπτυξης και της διατήρησης της κοινωνικής ισορροπίας. Ο Δημόσιος Κήπος της Λεμεσού είναι ο αναπνευστήρας της Λεμεσού, και μόνο πολύ πράσινο χωράει.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ & ΚΕΝΤΡΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση