ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Το ανέλεγκτο των διορισμών του ΠτΔ, στη συζήτηση για αλλαγή Συντάγματος

Η συζήτηση για τα προβλήματα που δημιουργεί στην κυπριακή κοινωνία η έλλειψη θεσμικών αντιβάρων και η ανάγκη αλλαγής του Συντάγματος, αγγίζει, εκτός από τον Γενικό Εισαγγελέα και τον ΠτΔ

Του Παύλου Νεοφύτου

Του Παύλου Νεοφύτου

Σε αίθουσα διαλέξεων πανεπιστημίου -ως μία πρώτη γεύση της ημερίδας που θα διοργανωθεί εντός Νοεμβρίου για το θέμα- μετατράπηκε για μιάμιση ώρα η αίθουσα συνεδρίασης της Επιτροπής Θεσμών της Βουλής με θέμα την έλλειψη θεσμικών αντιβάρων. Προσκλήθηκαν εκπρόσωποι των νομικών σχολών των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων της Κύπρου, ώστε να καταθέσουν απόψεις για την προσπάθεια αλλαγής του Συντάγματος, σε μία προσπάθεια να εξευρεθούν μηχανισμοί ελέγχων και ισορροπιών, σε σχέση με θεσμούς και ευρύτερα σε σχέση με ζητήματα εξουσίας και λειτουργίας του κράτους. Όπως τόνισαν τα μέλη της Επιτροπής, παρουσιάζονται διαχρονικά προβλήματα στην Κυπριακή Δημοκρατία, λόγω του ανέλεγκτου ορισμένων θεσμών, όπως του Προέδρου της Δημοκρατίας και του Γενικού και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα. «Η Βουλή θα μπορούσε να λειτουργήσει ως θεσμικό αντίβαρο στις αποφάσεις του εκάστοτε Προέδρου της Δημοκρατίας για διορισμό αξιωματούχων του κράτους;» και «Ο νομικός σύμβουλος του Προέδρου της Δημοκρατίας θα μπορούσε να γίνει δύο πρόσωπα (νομικός σύμβουλος και Γενικός Εισαγγελέας) και η ιδιότητα του νομικού συμβούλου να είναι πενταετούς θητείας;» Αυτά ήταν δύο βασικά ερωτήματα που έπεσαν στο τραπέζι της συζήτησης την Τετάρτη (27/9) στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή, ενώ για το δεύτερο υπογραμμίστηκε η προεκλογική δέσμευση τουλάχιστον των τριών βασικών υποψηφίων στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι λίγη ώρα προηγουμένως, στην Επιτροπή Νομικών της Βουλής, ο Γενικός Εισαγγελέας, Γιώργος Σαββίδης, εξέφρασε τη θέση της Νομικής Υπηρεσίας, ότι δεν είναι δυνατή, η συμπερίληψη του Γενικού Εισαγγελέα και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας στον κοινοβουλευτικό έλεγχο, διότι ως ανεξάρτητος θεσμός η ενάσκηση των συνταγματικών αρμοδιοτήτων τους, εκπίπτει εντελώς του ελέγχου της Βουλής των Αντιπροσώπων. Στην εκτίμηση της βουλευτή του ΑΚΕΛ, Ειρήνης Χαραλαμπίδου -με βάση τα όσα διαμείφθηκαν στην Επιτροπή Νομικών όπου συμμετείχε και η ίδια- ότι θα υπάρχουν και εμπόδια εντός της Βουλής στην προσπάθεια αλλαγής του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Επιτροπής και βουλευτής του ΔΗΣΥ, Δημήτρης Δημητρίου, εξέφρασε τη βούληση της Επιτροπής να επιμείνει και να συνεχίσει την προσπάθεια, αξιοποιώντας τα συμπεράσματα της ημερίδας που προτίθεται να διοργανώσει η Επιτροπή τον Νοέμβριο.

Ο Πρόεδρος ως «αυτοκράτορας» και οι εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέα

Στην αρχική τοποθέτησή του, ο κ. Δημητρίου τόνισε ότι ζούμε σε μία χώρα, που εκ των πραγμάτων αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα, λόγω και της πολιτικής κατάστασης με την τουρκική κατοχή και του Δικαίου της Ανάγκης, που προέκυψε μετά την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από τα αξιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας (Αντιπρόεδρος, υπουργοί, βουλευτές, δικαστές κ.α.). Ένα Δίκαιο της Ανάγκης, σημείωσε, που ενώ είναι προσωρινό, έχει 60 χρόνια πλέον ζωής. Παράλληλα διατύπωσε τη θέση ότι πρέπει να εξεταστεί ξανά η διάκριση εξουσιών που αποφασίστηκε το 1985 από το Δικαστήριο, για να μην είναι τόσο αυστηρή, που να δημιουργεί περαιτέρω προβλήματα με τον τρόπο λειτουργίας της στον τόπο. «Μία διάκριση των εξουσιών, που θέτει τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως ‘‘αυτοκράτορα’’, με πάρα πολλές ανέλεγκτες εξουσίες, και βεβαίως είναι και οι εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέα και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα», είπε χαρακτηριστικά.

Η δέσμευση των υποψήφιων Προέδρων

Την ίδια ώρα ο κ. Δημητρίου υπενθύμισε ότι πριν εφτά μήνες, στις προεδρικές εκλογές, και οι τρεις βασικοί υποψήφιοι είχαν θέσει στα προεκλογικά τους προγράμματα τη «μεγάλη», τη «γενναία» - όπως είπε, χρησιμοποίησε επίθετα, που οι ίδιοι οι υποψήφιοι χρησιμοποίησαν κατά καιρούς- συνταγματική μεταρρύθμιση, που πρέπει να γίνει στον τόπο. Πρόσθεσε ότι και οι τρεις υποψήφιοι μίλησαν για την ανάγκη διαχωρισμού των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα σε δύο πρόσωπα, ένα με πενταετή θητεία, που θα είναι ο νομικός σύμβουλος του Προέδρου της Δημοκρατίας και ένα δεύτερο, που θα έχει τις εξουσίες που υπάρχουν σήμερα, ως Γενικός Εισαγγελέας.

Προειδοποιήσεις από τη Νομική Υπηρεσία

Οι εκπρόσωποι των Πανεπιστημίου Κύπρου και του Ανοικτού Πανεπιστημίου συμφώνησαν με τη θέση της Νομικής Υπηρεσίας, η οποία με επιστολή της τόνισε στην Επιτροπή ότι το θέμα συζήτησης είναι πολύ σοβαρό, πολυδιάστατο και άπτεται της συνταγματικής διάρθρωσης της Δημοκρατίας και θεμελιωδών διατάξειων του Συντάγματος, αγγίζοντας όλους τους πολιτειακούς θεσμούς που προβλέπονται από το Σύνταγμα (εξουσίες, αρμοδιότητες και ενδεχόμενη αναθεώρηση αυτών), όπως τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και όλους τους ανεξάρτητους αξιωματούχους, δηλαδή τον Γενικό Εισαγγελέα, τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, τον Γενικό Ελεγκτή τον Βοηθό Γενικό Ελεγκτή και τον Διοικητή και Υποδιοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Η Νομική Υπηρεσία προειδοποίησε ότι η εν λόγω συζήτηση και εν τέλει η οποιαδήποτε πιθανή αναθεώρηση των πιο πάνω διατάξεων μπορεί ενδεχομένως να επηρεάσει και το ίδιο το Πολίτευμα στο οποίο είναι δομημένη η Κυπριακή Δημοκρατία, δηλαδή το Προεδρικό Πολίτευμα, όπως επίσης και τον δικοινοτικό του χαρακτήρα.

Τα τρία ερωτήματα

Στην επιστολή της η ΝΥ τονίζει ότι μία τέτοιας φύσεως και έκτασης συνταγματική αναθεώρηση προϋποθέτει σοβαρή έρευνα και μελέτη, με σκοπό:

1. Να αναδειχθούν ποιες είναι ακριβώς οι ανάγκες που υπάρχουν για αλλαγή ή αναθεώρηση.

2. Να υποδειχθούν οι πιθανοί τρόποι αντιμετώπισης αυτών των αναγκών.

3. Να εξεταστεί εάν οι επιδιωκόμενες αλλαγές μπορούν και με ποιον τρόπο να επιτευχθούν, λαμβάνοντας υπόψη α) το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, β) το Δίκαιο της Ανάγκης, γ) την πολιτική κατάσταση στον τόπο (ημικατεχόμενη χώρα) και δ) τις ιδιάζουσες συνθήκες που διάγουμε.

Ένα λεπτό θέμα συζήτησης – Τα δύο δεδομένα

Εκ μέρους του Πανεπιστημίου Κύπρου, αλλά και του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, ο αναπληρωτής καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, Κώστας Παρασκευά, συμφώνησε με την εκπρόσωπο της Νομικής Υπηρεσίας και την επιστολή που κατατέθηκε, ότι το θέμα συζήτησης είναι αρκετά λεπτό, διότι «από τη μια, θα πρέπει να αφουγκραστούμε την κοινωνία του σήμερα. Υπάρχουν σύγχρονες ανάγκες αυτού του κράτους και της κοινωνίας, και ένα κράτος δεν μπορεί να τρέχει με ταχύτητες άλλων δεκαετιών. Επομένως, υπάρχει αυτή η ανάγκη των θεσμικών αντιβάρων που έχει εντοπιστεί από όλους, και εγώ προσωπικά συμφωνώ, ότι μετά την κατάρριψη του συνταγματικού οικοδομήματος το 1963, πλέον τα θεσμικά αντίβαρα έχουν σχεδόν χαθεί, και αυτό δημιουργεί προβλήματα. Από την άλλη, πολύ σημαντικό είναι να εξειδικεύσουμε σε ποιο βάθος θέλουμε να γίνει αυτή η μεταρρύθμιση, ποια άρθρα θέλουμε να αγγίξουμε και ποια ζητήματα θέλουμε να αγγίξουμε. Δεν μπορεί αυτή η συζήτηση να φύγει από την πολιτική της σημειολογία. Ας μην ξεχνούμε ότι έχουμε το Κυπριακό άλυτο, ότι το κράτος ήταν δικοινοτικό. Όλα αυτά θα πρέπει να τα λάβουμεμε σοβαρά υπόψη, ότι λειτουργούμε στη βάση του Δικαίου της Ανάγκης».

Η Βουλή ως θεσμικό αντίβαρο στις αποφάσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας;

Σύμφωνα με τον κ. Παρασκευά, μπορεί να έχει εντοπιστεί από όλους το πρόβλημα, που είναι η έλλειψη θεσμικών αντιβάρων, όμως ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η συζήτηση προκαλεί δυσκολίες σε κάποιον –όπως στον ίδιο προσωπικά, τόνισε- για τον λόγο ότι δεν έχουν προσδιοριστεί οι θεσμοί τους οποιους θα εξετάσουν. Σε αυτό το σημείο παρενέβη ο πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών, Δημήτρης Δημητρίου, θέτοντας δύο συγκεκριμένα ζητήματα:

«Το πρώτο έχει να κάνει με τις εξουσίες του εκάστοτε Προέδρου της Δημοκρατίας να διορίζει αξωματούχους του κράτους. Και έχουμε σε αυτήν τη χώρα μία εξαίρεση, τον διορισμό της Επιτρόπου Διοικήσεως, όπου χρειάζεται η έγκριση της πλειοψηφίας της Βουλής. Αναγνωρίζουμε ότι είναι ένα σημαντικό αντίβαρο. Αυτό θα μπορούσε να επεκταθεί και σε άλλους διορισμούς ή πώς θα λειτουργούσε η Βουλή ως θεσμικό αντίβαρο στις αποφάσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας; Διότι ξέρετε, προεδρικά πολιτεύματα έχουν κι άλλες χώρες. Στις ΗΠΑ ο Πρόεδρος δεν μπορεί να διορίσει υπουργό, αν δεν περάσει από το Κογκρέσο, ούτε δικαστή. Άρα όλοι περνούν από το Κογκρέσο».

«Επίσης το ζήτημα του Νομικού Συμβούλου του Προέδρου της Δημοκρατίας. Θα μπορούσε να είναι δύο πρόσωπα και ο νομικός σύμβουλος να έχει θητεία πενταετίας από το Σύνταγμα; Διότι αναγνωρίζουμε όλοι πως αυτό θα βοηθήσει αυτό που όλοι επιδιώκουμε».

Από την πλευρά του, ο κ. Παρασκευά σημείωσε ότι τόσο οι εξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας όσο και το θέμα του νομικού συμβούλου του ΠτΔ, θα πρέπει να τύχουν ενδελεχούς μελέτης. Ωστόσο, τόνισε ότι το να διορίζει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κρατικούς αξιωματούχους δημιουργεί πρόβλημα στο πολίτευμά μας, διότι «όταν ένας άνθρωπος ασκεί εξουσία από μόνος του και δεν υπάρχουν φραγμοί, τότε, σύμφωνα με την κλασική θεωρία, αυτός τείνει να την καταχραστεί. Το ''τείνει να την καταχραστεί'' τι σημαίνει; Σημαίνει ότι δεν υπάρχει ένα θεσμικό πλαίσιο στο οποίο να λειτουργεί και επομένως μπορεί να λειτουργήσει το προσωπικό στοιχείο. Δηλαδή μπορεί να διορίσει άτομα στους θεσμούς που δεν ανταποκρίνονται κατ' ανάγκη σε αυτά τα υψηλά πρότυπα και προσόντα, τα οποία θα πρέπει να έχει ένας αξιωματούχος. Εάν όμως συμβεί αυτό, τι συμβαίνει; Σταδιακά αυτό οδηγεί στη διάβρωση των θεσμών».

Αναφερόμενος στον διορισμό δικαστών συνταγματικού δικαστηρίου από τη Βουλή, είπε ότι αυτό πρέπει να εξεταστεί. Για το παράδειγμα της Επιτρόπου Διοικήσεως με έγκριση της Βουλής, και αν αυτό θα μπορούσε να ακολουθηθεί και για τον διορισμό άλλων θεσμών, ο κ. Παρασκευά σημείωσε ότι «εδώ είναι ακριβώς που έρχεται στην εξίσωση το Δίκαιο της Ανάγκης. Κι αν με ρωτάτε τι θα αποφασίσει το Δικαστήριο, στη βάση του Δικαίου της Ανάγκης, είναι άγνωστο για εμένα. Μπορώ να πιθανολογήσω. Αλλά είναι άγνωστο. Κι αυτό μας οδηγεί στο ότι σιγά – σιγά μετά από 60 χρόνια, το Δίκαιο της Ανάγκης μάς οδηγεί σε αβεβαιότητα, σε ανασφάλεια».

Όσον αφορά το δεύτερο ζήτημα, είπε ότι, χωρίς αμφιβολία, ο θεσμός της Γενικής Εισαγγελίας έχει βοηθήσει πάρα πολύ την Κυπριακή Δημοκρατία, όχι μόνο για να ορθοποδήσει, τόνισε, όχι μόνο σε διεθνή βήματα, «αλλά πιστεύω ότι πια η αποστολή αυτού του θεσμού ως έχει, έχει εξαντληθεί. Και θα πρέπει, ναι –και αυτό διάφοροι διεθνείς οργανισμοί το καταδεικνύουν- ότι θα ήταν προς όφελος του κράτους να υπάρξει διαχωρισμός αυτού του θεσμού. Αφού το είχαν στο προεκλογικό τους πρόγραμμα, τουλάχιστον τρεις υποψήφιοι, δεν βλέπω τον λόγο γιατί να μην προχωρήσει αυτό το θέμα».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παύλου Νεοφύτου

Πολιτική: Τελευταία Ενημέρωση