Του Βασίλη Νέδου
Κινητικότητα και σε διπλωματικό επίπεδο έχει προκαλέσει η ανάπτυξη πολεμικών πλοίων από την Τουρκία στη θαλάσσια περιοχή της Κάσου, όπου πλέει τις τελευταίες ημέρες το υπό ιταλική σημαία πλοίο «Ievoli Relume», με σκοπό έρευνες για τη μελλοντική εγκατάσταση υποβρυχίων καλωδίων του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου.
Όπως αποκάλυψε σήμερα η «Κ», η Αγκυρα, με πρόσχημα την παραβίαση της τουρκικής υφαλοκρηπίδας, ανέπτυξε τα τελευταία 24ωρα έως και πέντε πολεμικά πλοία σε περιοχή η οποία βρίσκεται μόλις έξω από τα όρια της αιγιαλίτιδας ζώνης μεταξύ Κάσου και Καρπάθου.
Αρχικά από την ελληνική πλευρά στην περιοχή των ερευνών βρισκόταν μόνο η κανονιοφόρος «Αήττητος», ενώ μετά την ενίσχυση της τουρκικής παρουσίας κρίθηκε απαραίτητη η αποστολή και της φρεγάτας «Νικηφόρος Φωκάς» στα στενά Κάσου – Καρπάθου, σε ικανή δηλαδή απόσταση από τις έρευνες του ιταλικού πλοίου.
Μετά τις 7.00 χθες το απόγευμα στην περιοχή έφτασαν δύο ακόμη πυραυλάκατοι του τουρκικού ναυτικού (αρχικά είχαν σταλεί τρία πολεμικά πλοία), δίνοντας την αίσθηση ότι η Αγκυρα επιθυμεί ακόμη και να ακυρώσει τις έρευνες του υπό ιταλική σημαία πλοίου. Από την Αθήνα επελέγη να μη δοθεί σήμα κλιμάκωσης, γι’ αυτό και στη συνέχεια απλά κατέπλευσε στην περιοχή ένα περιπολικό ανοιχτής θαλάσσης του Λιμενικού Σώματος.
Σε σχετική ενημέρωση το μεσημέρι της Τρίτης διπλωματικές πηγές ανέφεραν:
«Το ιταλικό πλοίο levoli Relume πραγματοποιεί έρευνα για την πόντιση υποβρυχίων καλωδίων πλησίον της Κάσου.
Η ανάπτυξη πλοίων του τουρκικού πολεμικού ναυτικού στην περιοχή, σε συνέχεια πλεύσης του ερευνητικού πλοίου σε διεθνή ύδατα, είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη και ελληνικών πολεμικών πλοίων.
Λαμβάνουν χώρα οι δέουσες συνεννοήσεις ενόψει ολοκλήρωσης της έρευνας βάσει του υφιστάμενου προγραμματισμού».
«Επιδιώκουμε τον διάλογο, αλλά στον διάλογο δεν μπαίνουν ζητήματα κυριαρχικών δικαιωμάτων», σχολίασε στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης.
Όπως έγραφε η «Κ» στο σημερινό της ρεπορτάζ, η ανατολική Μεσόγειος αγγίζει ευαίσθητες χορδές της τουρκικής διπλωματίας και ως φαίνεται οδηγεί στην επιλογή δημιουργίας συνθηκών έντασης, πρόσφατα κατά την πόντιση υποβρυχίου καλωδίου οπτικών ινών από το «Teliri» και τώρα με βάση τις έρευνες του «Ievoli Relume», οι οποίες εξ ορισμού δεν επηρεάζουν την υφαλοκρηπίδα.
Η δημιουργία συνθηκών έντασης λίγο έξω από τα όρια των ελληνικών χωρικών υδάτων, πέρα από την πάγια τακτική της Αγκυρας να υπερασπίζεται στο πεδίο τις απόψεις περί εξωτερικών ορίων της τουρκικής υφαλοκρηπίδας –που κοινοποιήθηκαν με την επιστολή του πρώην μονίμου αντιπροσώπου της Τουρκίας στον ΟΗΕ Φεριντούν Σινιρλίογλου της 18ης Μαρτίου 2020 (Α/74/757)–, καταγράφεται λίγες ημέρες μετά τη ρητορική ένταση για το Κυπριακό, αλλά και τις μάλλον άκομψες παρεμβάσεις στα εσωτερικά της Ελλάδας με τις δημόσιες τοποθετήσεις και του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για τον υπουργό Εθνικής Αμυνας Νίκο Δένδια.
Μάλιστα χθες καταγράφηκαν και τέσσερις παραβάσεις στο FIR Αθηνών από δύο ελικόπτερα και ένα UAV. Είναι, πάντως, ενδιαφέρουσα η επιλογή της Αγκυρας να ασκήσει πίεση στο συγκεκριμένο γεωγραφικό σημείο και, μάλιστα, για ένα έργο, το Great Sea Interconnector, το οποίο διχάζει την Αθήνα και τη Λευκωσία.
Το «Ievoli Relume» κινείται βάσει NAVTEX του σταθμού Ηρακλείου της Υδρογραφικής Υπηρεσίας (693/24), με στόχο «επιχείρηση έρευνας για την εγκατάσταση υποβρύχιου καλωδίου» και, με βάση τουλάχιστον την πορεία που εγκρίθηκε, καλύπτει μια περιοχή η οποία ξεκινάει από το μέσο της απόστασης Κρήτης – Κάσου και φθάνει έως τα νότια της Καρπάθου. Το σημείο στο οποίο έχει προκληθεί η ένταση με την αδικαιολόγητα υψηλή συγκέντρωση τουρκικών πολεμικών πλοίων βρίσκεται ουσιαστικά σε ένα μικρό κενό νότια του στενού Κάσου – Καρπάθου, το οποίο δεν καλύπτεται από ελληνικά χωρικά ύδατα που, όπως είναι γνωστό, έχουν έκταση 6 ναυτικών μιλίων.