Του Βασίλη Νέδου
Η απόφαση του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει ερμηνευθεί στην Ελλάδα μέσα από το εγχώριο αισθητήριο αντίληψης των διεθνών εξελίξεων, με κύριο κριτήριο την ανησυχία επανάληψης του καλοκαιριού του 2020, όταν οι ένοπλες δυνάμεις των δύο χωρών έφθασαν λίγο πριν από την ανοιχτή σύγκρουση, λόγω των ερευνών του «Ορούτς Ρέις».
Ωστόσο, φαίνεται ότι ο κ. Ερντογάν δεν κινήθηκε μόνο με βάση το αμιγώς γεωπολιτικό σκάκι που εξελίσσεται αυτή την εποχή με επίκεντρο την Ουκρανία, αλλά ακολουθώντας και τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες ανάγκες της τουρκικής οικονομίας. Μια πτυχή που έχει υποτιμηθεί είναι η αντικειμενική ανάγκη της Τουρκίας να υποστηρίξει τη βιομηχανία της, η οποία είναι σε ποσοστό άνω του 50% απολύτως εξαρτημένη από το εισαγόμενο φυσικό αέριο.
Για την κυβέρνηση Ερντογάν, η οποία –παρά τον τεράστιο πληθωρισμό– στηρίζει τα εσωτερικής κατανάλωσης επιχειρήματά της στο αντικειμενικό γεγονός ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης της Τουρκίας ξεπερνούν πάντοτε τις θετικότερες προβλέψεις, η πρόσβαση στο φθηνό φυσικό αέριο είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Με βάση τα στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας της Τουρκίας (EMRA), το 2022 η κατανάλωση φυσικού αερίου αναμένεται να αυξηθεί κατά 18,8% σε σύγκριση με το 2021 και να οδηγήσει σε ρεκόρ (περίπου 62 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, δηλαδή 11 με 12 φορές μεγαλύτερη από την ετήσια ελληνική).
Αυτό εξηγεί, βεβαίως, τη στάση της Αγκυρας έναντι της Μόσχας. Ωστόσο, η τουρκική κυβέρνηση και η Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων (ΤΡΑΟ) έχουν κινηθεί τα τελευταία χρόνια με βάση τις ενδείξεις πιθανών συγκεντρώσεων φυσικού αερίου από προηγούμενες έρευνες δύο και τριών διαστάσεων. Ενδείξεις τέτοιες υφίστανται σε όλη την περιοχή ανάμεσα στα ανοιχτά του κόλπου της Αττάλειας, όπου θα δραστηριοποιείται για τους επόμενους (τουλάχιστον) δύο μήνες το «Αμπντούλ Χαμίτ Χαν», και στην περιοχή βόρεια και περί την Καρπασία, την οποία τα τουρκικά ερευνητικά τύπου «Μπαρμπαρός» έχουν αναλύσει εξονυχιστικά τα προηγούμενα χρόνια.
Αυτά τα στοιχεία είναι και εκείνα που είχαν οδηγήσει το προηγούμενο χρονικό διάστημα στην εκτίμηση των κρατικών λειτουργών οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την παρακολούθηση και ανάλυση των κινήσεων της Αγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο ότι οι τουρκικές γεωτρήσεις θα ακολουθήσουν μια λογική βασισμένη στην ανάγκη να υπάρξουν αποτελέσματα στην αναζήτηση υδρογονανθράκων. Εφόσον ακολουθηθεί αυτή η πολύ γραμμική λογική, τότε αναπόδραστα οι Τούρκοι θα κινηθούν τους επόμενους μήνες και προς περιοχές στις οποίες κινήθηκε το «Ορούτς Ρέις» το καλοκαίρι του 2020. Και ειδικότερα στο νοτιοανατολικό κομμάτι της δυνητικής (με βάση την πλήρη επήρεια του Καστελλόριζου) ελληνικής αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) και υφαλοκρηπίδας, όπου, με βάση τουλάχιστον τα επιστημονικά επιχειρήματα των Τούρκων αρμόδιων επιστημόνων, υφίστανται ενδείξεις για συγκεντρώσεις φυσικού αερίου. Οπως είναι γνωστό, επισήμως τουλάχιστον, η ελληνική πλευρά αρνείται ότι το «Ορούτς Ρέις» πραγματοποίησε έρευνες σε αυτές τις περιοχές κατά την περίοδο Αυγούστου – Νοεμβρίου 2020.
Πέρα από αυτήν τη διάσταση, είναι απολύτως σαφές ότι ο Ερντογάν έχει εισέλθει ειλικρινά στη διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων με τις ΗΠΑ, διαδικασία η οποία προκύπτει, φυσικά, και από το γεγονός ότι παρά τα περίτεχνα «τανγκό» που η Αγκυρα χορεύει με τη Μόσχα (αλλά και το Κίεβο) και την Τεχεράνη (αλλά και το Ριάντ), από την Ουάσιγκτον δεν υπάρχουν ουσιαστικές αντιδράσεις. Επιπλέον, η απειλή έντασης στο Αιγαίο, προκειμένου να υπάρξει ανταπόκριση από την Ουάσιγκτον, είναι αυτήν τη στιγμή ένα εργαλείο πολύ λιγότερο χρήσιμο για την Αγκυρα απ’ ό,τι υψίστης σημασίας προτεραιότητες για τις ΗΠΑ, όπως η ταχεία ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. Στις 26 Αυγούστου αναμένεται να συναντηθούν για πρώτη φορά οι εκπρόσωποι των τριών χωρών στον μηχανισμό που δημιουργήθηκε στη σύνοδο του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο, με την Αγκυρα να εμφανίζεται ήδη δυσαρεστημένη με την πρόοδο που έχουν κάνει Στοκχόλμη και Ελσίνκι. Αν σε αυτό προστεθεί και ο ρόλος που διαδραματίζει η Αγκυρα για την εξαγωγή σιτηρών από την Ουκρανία, είναι σαφές ότι οι διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον για όλα τα θέματα που αφορούν την Τουρκία (των F-16 συμπεριλαμβανομένων) γίνονται σε πολλαπλά επίπεδα.
Η ελληνική κυβέρνηση είναι αναμενόμενο να επιχαίρει για το γεγονός ότι το καλοκαίρι και –όπως φαίνεται– το φθινόπωρο θα κυλήσουν ομαλά (τουλάχιστον στα εθνικά θέματα), ωστόσο τους επόμενους προεκλογικούς μήνες πολλά μπορεί ν’ αλλάξουν. Η Αθήνα περιμένει ακόμη υψηλότερους ρητορικούς τόνους, στους οποίους ο κ. Ερντογάν φαίνεται να αρέσκεται. Ενα ακόμη σημαντικότερο πρόβλημα από τις «κορώνες» που βρίσκουν θέση κάθε μέρα στα δελτία ειδήσεων είναι η απουσία διαύλων επικοινωνίας σχεδόν σε όλα τα επίπεδα. Κατά μία ανάλυση, ειδικά σε αυτήν τη φάση που η ελληνική κυβέρνηση αντιμετωπίζει πολλαπλά προβλήματα στο εσωτερικό, ο κ. Ερντογάν δεν επιθυμεί να τείνει «χείρα βοηθείας» δημιουργώντας ένταση στο Αιγαίο. Παρ’ όλα αυτά, η ατμόσφαιρα θα παραμείνει τεταμένη, καθώς η Αγκυρα θα επιμείνει στα ζητήματα αποστρατιωτικοποίησης, ενώ αναμένεται αν θα μπει στο τραπέζι και κάποιο καινούργιο πρόβλημα στην επικείμενη, νέα, επιστολή της μόνιμης αντιπροσωπείας της Τουρκίας στον ΟΗΕ.