Μανώλης Κωστίδης
Έντονα επικριτική, με έμμεσες αναφορές σε Ελλάδα και Κύπρο, ήταν η αντίδραση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών απέναντι στο έγγραφο «στρατηγικής πυξίδας» της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το οποίο εγκρίθηκε χθες στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων της Ε.Ε.
Όπως υποστηρίζει η Άγκυρα «το έγγραφο, ιδιαίτερα το τμήμα της Ανατολικής Μεσογείου, το οποίο αναφέρεται στη χώρα μας, φαίνεται πως υπαγορεύτηκε απο δυο μέλη της Ε.Ε. που έχουν μαξιμαλιστικές αξιώσεις θαλάσσιας δικαιοδοσίας, αγνοώντας τα δικαιώματα της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων σε αυτή τη θάλασσα και ως εκ τούτου δεν συμβαδίζει με το διεθνές δίκαιο, το εθιμικό δίκαιο, ακόμη και το κεκτημένο της Ε.Ε. Φαίνεται να είναι αντιφατικό και αποκομμένο από την πραγματικότητα».
Παράλληλα, επισημαίνει πως «με αυτή την αντίληψη, είναι δύσκολο να δει κανείς το έγγραφο ως “στρατηγικό”, το οποίο παύει να είναι “πυξίδα”, και δεν δείχνει τη σωστή κατεύθυνση. Είναι προφανές ότι αυτό το έγγραφο θα κάνει την Ε.Ε. μέρος των προβλημάτων και όχι των λύσεων στην Ανατολική Μεσόγειο και δεν θα την οδηγήσει στις σωστές στρατηγικές».
Τι είναι το σχέδιο «Στρατηγικής Πυξίδας»
To τελικό κείμενο της «Στρατηγικής Πυξίδας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υιοθετήθηκε χθες από τους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας των 27 κρατών – μελών.
Όπως ανέφεραν διπλωματικές πηγές, το τελικό κείμενο αποτελεί προϊόν συμφωνίας μετά από πολύμηνες και επίπονες διαπραγματεύσεις, οι οποίες βεβαίως επηρεάστηκαν από τις εξελίξεις στην Ουκρανία μετά την ρωσική εισβολή.
Η ελληνική πλευρά, σε στενό συντονισμό και συνεργασία με την κυπριακή πλευρά πέτυχε την εισαγωγή λεκτικού που να αναφέρεται τόσο στις βραχυπρόθεσμες προκλήσεις, αλλά επίσης και σε μακροπρόθεσμες, όπου μάλιστα γίνεται ρητή αναφορά στην Τουρκία.
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, στην παρέμβαση του στο Συμβούλιο, υπογράμμισε ότι ο αναθεωρητισμός και η στρατιωτική επιθετικότητα συνιστούν ξεκάθαρη απειλή και υπαρκτό κίνδυνο από όπου και αν προέρχονται και ότι πρέπει κατηγορηματικά να αποθαρρύνονται και να καταδικάζονται.
Το κείμενο περιέχει σαφή αναφορά στις θεμελιώδεις αρχές που διέπουν την ελληνική εξωτερική πολιτική και που θα πρέπει να διέπουν τις σχέσεις μεταξύ των κρατών γενικότερα όπως η ανάγκη πλήρους σεβασμού της κυριαρχίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας εντός διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων, καθώς και η προώθηση αποτελεσματικής πολυμέρειας και διεθνούς τάξης βασισμένης σε κανόνες Διεθνούς Δικαίου και ιδιαίτερα του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας.
Παράλληλα, το κείμενο υπογραμμίζει την ετοιμότητα και αποφασιστικότητα των Κρατών Μελών για αμοιβαία συνδρομή σε περίπτωση επίθεσης από τρίτο μέρος (άρθρο 42.7 Συνθήκης Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Το κείμενο επίσης περιέχει αναφορές στους κινδύνους που προκαλεί η αυξανόμενη αμφισβήτηση θαλασσίων ζωνών, υφαλοκρηπίδας και η αυξανόμενη επιθετική στάση σε εναέριους χώρους, υπογραμμίζει την σημασία προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς και τονίζει την ανάγκη οι εταίροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ευθυγραμμίζονται με τις αποφάσεις της στα θέματα Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας.
Σύμφωνα με τις πηγές του ΥΠΕΞ, το κείμενο περιέχει αρκετές σημαντικές αναφορές για την Τουρκία. Ειδικότερα, καθίσταται απολύτως σαφές ότι εξακολουθούν οι προκλήσεις και μονομερείς ενέργειες σε βάρος κυριαρχικών δικαιωμάτων έναντι Κρατών Μελών κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου. Τονίζεται ότι οι δράσεις αυτές μπορούν να οδηγήσουν σε ταχεία κλιμάκωση των εντάσεων στην περιοχή. Το ίδιο αναφέρεται και για την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού.
Το σύνολο των ενεργειών αυτών της γείτονος περιλαμβάνονται ρητώς μεταξύ των απειλών και των προκλήσεων οι οποίες επηρεάζουν την ασφάλεια των Ευρωπαίων πολιτών, τις κρίσιμες υποδομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ακεραιότητα των ευρωπαϊκών συνόρων. Προκειμένου να προωθηθεί η επιθυμητέα από την Ευρωπαϊκή Ένωση συνεργασία, υφίστανται κρίσιμες προϋποθέσεις που πρέπει να σεβαστεί από πλευράς της η Τουρκία. Ειδικότερα, η Άγκυρα οφείλει να δεσμευθεί ότι θα ακολουθήσει την οδό της συνεργασίας, της συνεπούς αποκλιμάκωσης και της ανταπόκρισης στις ανησυχίες της Ένωσης, όπως αυτές είχαν καταγραφεί στη Δήλωση των 27 Ηγετών το Μάρτιο 2021.