Του Γιώργου Κακούρη
Ενώ η μάχη του Βίκτορ Ορμπάν με τους 26 εταίρους του και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αρχικά λόγω της εξάρτησης της χώρας από τους ρωσικούς αγωγούς, και στη συνέχεια για την εξαίρεση του Πατριάρχη Κύριλλου από τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας για την εισβολή στην Ουκρανία, μονοπωλούσε το παγκόσμιο ενδιαφέρον, η κυπριακή διάσταση των κυρώσεων δεν απασχολούσε ιδιαίτερα τους τίτλους στις Βρυξέλλες ούτε και στη Λευκωσία. Κι αυτό γιατί στο διάστημα που μεσολάβησε της ανακοίνωσης από την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν των προτεινόμενων κυρώσεων και της κουτσουρεμένης έγκρισής τους έναν μήνα παρά μία ημέρα μετά, είχαν ληφθεί υπόψη και απαντηθεί οι ανησυχίες της Λευκωσίας για την προτεινόμενη απαγόρευση της μεταφοράς ρωσικού πετρελαίου με πλοία με σημαία της Ε.Ε. σε τρίτες χώρες.
Το έκτο πακέτο μέτρων εξακολουθεί ωστόσο να έχει σημαντικές επιπτώσεις για την Κύπρο, ή τουλάχιστον για το οικοσύστημα των συμβουλευτικών, λογιστικών και άλλων υπηρεσιών κυρίως σε Ρώσους που δραστηριοποιούνται στη χώρα. Ακόμα, μπορεί σκάφη με σημαία της Ε.Ε. να δικαιούνται επί του παρόντος να μεταφέρουν ρωσικό πετρέλαιο σε τρίτα κράτη, όμως στο εξής απαγορεύεται σε εταιρείες στην Ε.Ε. η παροχή υπηρεσιών ασφάλισης θαλασσίων μεταφορών ρωσικών πετρελαϊκών προϊόντων.
Παράλληλα, εκτός από την αφαίρεση της πρόνοιας για τα πλοία με σημαία της Ε.Ε., η Κύπρος πέτυχε και την αφαίρεση πρότασης για οριζόντια απαγόρευση στις αγοραπωλησίες ακινήτων για Ρώσους πολίτες, κάτι που θεωρήθηκε πως θα έπληττε απλούς Ρώσους πολίτες και θα έβαζε την ίδια την Κύπρο σε νομικές περιπέτειες.
Τέλος οι υπηρεσίες
Η απόφαση για τα μέτρα «επιβάλλει απαγορεύσεις στην παροχή λογιστικών υπηρεσιών, ελεγκτικών υπηρεσιών, υπηρεσιών τήρησης λογιστικών βιβλίων και παροχής φορολογικών συμβουλών, καθώς και υπηρεσιών παροχής επιχειρηματικών και συμβουλών σε θέματα διοίκησης και υπηρεσιών δημοσίων σχέσεων» στη ρωσική κυβέρνηση και σε νομικά πρόσωπα με έδρα τη Ρωσία (άρθρο 23 του κανονισμού 2022/879). Το σκεπτικό της απόφασης, σύμφωνα με κοινοτικό αξιωματούχο που ενημέρωσε τον Τύπο στις Βρυξέλλες, είναι πως οι υπηρεσίες αυτές είναι εξαιρετικά εξειδικευμένες, κάτι που σημαίνει πως οι επηρεαζόμενοι θα δυσκολευτούν να βρουν εναλλακτικές σε χώρες πέραν των G7.
Η πρώτη ομάδα υπηρεσιών που αναφέρεται καλύπτει «την καταχώριση εμπορικών συναλλαγών για επιχειρήσεις και λοιπούς φορείς, τις υπηρεσίες ελέγχου λογιστικών αρχείων και χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τις υπηρεσίες φορολογικού προγραμματισμού και παροχής φοροτεχνικών συμβουλών και τη συμπλήρωση φορολογικών εγγράφων», ενώ η δεύτερη ομάδα καλύπτει «υπηρεσίες παροχής συμβουλών, καθοδήγησης και λειτουργικής υποστήριξης που παρέχονται προς τις επιχειρήσεις για την επιχειρηματική πολιτική και στρατηγική, καθώς και για τον συνολικό προγραμματισμό, τη διάρθρωση και τον έλεγχο ενός φορέα». Στην απαγόρευση περιλαμβάνονται και «τα τέλη διαχείρισης και ο διαχειριστικός έλεγχος, η παροχή συμβουλών για τη διαχείριση της αγοράς, των ανθρώπινων πόρων, της παραγωγής και των προγραμμάτων και υπηρεσίες παροχής συμβουλών, καθοδήγησης και λειτουργικής υποστήριξης για τη βελτίωση της εικόνας των πελατών και των σχέσεών τους με το ευρύ κοινό και άλλους φορείς» (άρθρο 26 του ίδιου κανονισμού).
Στο κείμενο των κυρώσεων διευκρινίζεται ακόμα πως απαγορεύεται η «ασφάλιση και αντασφάλιση θαλάσσιας μεταφοράς τέτοιων αγαθών σε τρίτες χώρες», εννοώντας αργού πετρελαίου και προϊόντων πετρελαίου (άρθρο 15 του κανονισμού 2022/879). Και σε αυτό το θέμα, όπως σημείωσαν κοινοτικοί αξιωματούχοι, στόχος είναι να δυσκολευτούν οι επηρεαζόμενοι να βρουν εναλλακτικές αντίστοιχες υπηρεσίες από χώρες εκτός της Ε.Ε. Ωστόσο, προνοείται μια μεταβατική περίοδος έξι μηνών ώστε να υπάρξει συντονισμός με τις χώρες των G7, όπου υπάρχουν εταιρείες στις οποίες η Ρωσία θα μπορούσε να στραφεί. Ορισμένες από τις μεγαλύτερες εταιρείες που ασφαλίζουν, ή αντασφαλίζουν, θαλάσσιες μεταφορές πετρελαίου βρίσκονται πάντως στην Ευρώπη, τόνισαν οι ίδιοι αξιωματούχοι.
Γλίτωσαν τα ακίνητα
Σύμφωνα με ασφαλείς πηγές, στην αρχική πρόταση της Κομισιόν υπήρχε και πρόταση για οριζόντια απαγόρευση των αγοραπωλησιών από Ρώσους, ωστόσο η Κύπρος είχε εκφράσει αντιρρήσεις με το επιχείρημα πως ένα τέτοιο μέτρο θα αποτελούσε διάκριση και πως θα έπρεπε να είναι πιο στοχευμένο ώστε να μην επηρεάζει Ρώσους πολίτες που δεν σχετίζονται με το Κρεμλίνο ή με την εισβολή στην Ουκρανία.
Η προσέγγιση της κυπριακής πλευράς στο θέμα ήταν πως χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή καθώς, σε αντίθεση με τις ονομαστικές στοχευμένες κυρώσεις τις οποίες οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να προσβάλουν μόνο σε επίπεδο Ε.Ε., τέτοια μέτρα θα μπορούσαν να προσβληθούν στα εθνικά δικαστήρια, αφήνοντας τις εθνικές αρχές –και την Κύπρο– εκτεθειμένες.
Το ότι το ζήτημα αυτό ηγέρθη από την Κύπρο σαφώς και σχετίζεται και με τις επιπτώσεις ενός τέτοιου μέτρου στην αγορά ακινήτων στην Κύπρο, όμως διπλωματικές πηγές επισημαίνουν πως η αντίρρηση της Λευκωσίας αφορούσε πρωτίστως το κατά πόσο ένα τέτοιο μέτρο θα μπορούσε να σταθεί στο δικαστήριο. Οι ίδιες πηγές επεσήμαναν πως η Κύπρος έχει δεχθεί μέτρα στο παρελθόν που επηρεάζουν την οικονομία της, όπως αυτά που επηρεάζουν τον τουρισμό. Ακόμα ένα παράδειγμα ήταν πως σε αυτό το πακέτο υπήρχαν νομικά θέματα σε σχέση με πρόνοιες για τα καταπιστεύματα, τα οποία ζητήματα είχαν να κάνουν με ομάδα χωρών που διέπονται από το Κοινό Δίκαιο. Τα ζητήματα αυτά αντιμετωπίστηκαν επιτυχώς και η απαγόρευση σχετικών υπηρεσιών παρέμεινε στο πακέτο.
Οι «κυπριακές» μετοχές της κ. Μορντάσοβα
Μεταξύ των 65 φυσικών και 18 νομικών προσώπων που προστίθενται στον κατάλογο των κυρώσεων βρίσκεται και η Μαρίνα Μορντάσοβα, σύζυγος του Αλεξέι Μορντάσοφ, προέδρου της επενδυτικής εταιρείας Severgroup. Η περίπτωση της κ. Μορντάσοβα έχει κυπριακό ενδιαφέρον καθώς, όπως σημειώνεται στο σκεπτικό της συμπερίληψής της στις κυρώσεις, ο κ. Μορντάσοφ «έχει μεταβιβάσει στη σύζυγό του, Marina Μορντάσοβα, τις μετοχές που διέθετε στον ταξιδιωτικό κολοσσό TUI και στην εταιρεία χρυσού Nordgold, αξίας άνω του 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ, μέσω διαφόρων υπεράκτιων εταιρειών, συμπεριλαμβανομένων των Unifirm Limited, Ondero Limited και Ranel Assets Limited, οι οποίες ανήκουν στη Μαρίνα Μορντάσοβα ή ελέγχονται από αυτήν».
Σύμφωνα πάντα με το βιογραφικό της κ. Μορντάσοβα όπως καταγράφεται στο σκεπτικό της συμπερίληψής της στις κυρώσεις, μια από τις εταιρείες που αναφέρονται, η Unifirm Limited, έχει την έδρα της στην Κύπρο. Στην Κύπρο έχει την έδρα της και η εταιρεία Rayglow Limited, η οποία σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση της TUI ημερομηνίας 4ης Μαρτίου 2022, πώλησε τις μετοχές της Unifirm Limited που κατείχε στην εταιρεία Ondero Limited, εταιρεία που σύμφωνα με την Κομισιόν επίσης συνδέεται με την κ. Μορντάσοβα και έχει έδρα τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους. Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση από την εταιρεία, η Unifirm Limited πώλησε μέρος των μετοχών που είχε στην TUI στην Severgroup (4,13% των μετοχών της TUI), με το μερίδιο της Unifirm στην TUI να μειώνεται στο 29,87%. Όλες οι πιο πάνω συναλλαγές έγιναν στις 28 Φεβρουαρίου του 2022, σύμφωνα με την ανακοίνωση.