ΠΗΓΗ: ΒΒC
Με φόντο την πολιτική κρίση που σοβεί στη Γερμανία και τις πρόωρες εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου, η βιομηχανία της χώρας βιώνει μία από τις χειρότερες στιγμές στην ιστορία της. Στα 44 χρόνια από τότε που άνοιξε η Beckhoff Automation, ο ιδιοκτήτης της Χανς Μπέκοφ λέει ότι δεν έχει βιώσει παρόμοια κατάσταση.
Η εταιρεία του κατασκευάζει αυτοματοποιημένα συστήματα ελέγχου για ένα ευρύ φάσμα βιομηχανιών, συμπεριλαμβανομένης της μεταποίησης και του ενεργειακού τομέα. Ανήκει στην περίφημη «Mittelstand» της Γερμανίας, στις εξειδικευμένες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που αποτελούν το 99% των γερμανικών εταιρειών, παρέχουν περίπου το 59% των γερμανικών θέσεων εργασίας και θεωρούνται οι «κρυφοί πρωταθλητές» της γερμανικής οικονομίας. Ωστόσο, η παγκόσμια οικονομία αλλάζει γρήγορα και η πίεση που δέχονται αυξάνεται. «Πάμε καλά, αν και η οικονομική κατάσταση έχει επιβραδυνθεί. Τα αποτελέσματα της χρονιάς δεν έχουν καμία σχέση με αυτά που πετύχαμε τα προηγούμενα τρία χρόνια», λέει η Φρεντερίκε Μπέκοφ, διευθύντρια εταιρικής ανάπτυξης και κόρη του Χανς.
Οι γερμανικές επιχειρήσεις έχουν πληγεί από σειρά προβλημάτων τα τελευταία χρόνια, από τις απότομες αυξήσεις των τιμών της ενέργειας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022 και την αύξηση του πληθωρισμού, μέχρι τον αυξημένο ανταγωνισμό από την Κίνα. Επιπλέον διαμαρτύρονται για τις καταρρέουσες υποδομές της χώρας, όπως το σιδηροδρομικό δίκτυο, οι γέφυρες και οι δρόμοι, αλλά και για το τεράστιο βάρος της γραφειοκρατίας τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και το υψηλότερο κόστος εργασίας και τις ελλείψεις προσωπικού. «Τα τελευταία τρία χρόνια δεν ήταν εύκολα στη Γερμανία», λέει ο Γιοαχίμ Λέι, διευθύνων σύμβουλος της κατασκευάστριας συστημάτων εξαερισμού, κλιματισμού και μηχανικής Ziehl-Abegg. «Αυτό που χρειαζόμαστε πραγματικά είναι η αξιόπιστη λήψη αποφάσεων. Το πέρα – δώθε επιβαρύνει πολύ τις εταιρείες στη Γερμανία», προσθέτει.
Η κυβέρνηση συνασπισμού της Γερμανίας κατέρρευσε νωρίτερα αυτόν τον μήνα και οι νέες εκλογές έχουν οριστεί για τις 23 Φεβρουαρίου. Για κάποιους τα «μπρος – πίσω» της κυβέρνησης Σολτς τα τελευταία χρόνια, σε θέματα όπως οι επιδοτήσεις για αντλίες θερμότητας και τα ηλεκτρικά οχήματα, έπληξαν τόσο τις εγχώριες πωλήσεις όσο και τους πράσινους στόχους. Το βασικό αγκάθι όμως παραμένει ο ανταγωνισμός από την Κίνα, ειδικά για τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες. «Από την αρχή του 2021 οι κινεζικές εξαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων έχουν αυξηθεί κατά 1.150%,» λέει ο δρ Σίρους ντε λα Ρούμπια, επικεφαλής οικονομολόγος στην Εμπορική Τράπεζα του Αμβούργου. «Αυτό είναι μόνο για τα EV [ηλεκτρικά οχήματα]. Εάν πάρουμε όλα τα αυτοκίνητα, συμπεριλαμβανομένων αυτών που λειτουργούν με ορυκτά καύσιμα, τότε η αύξηση των κινεζικών εξαγωγών αγγίζει το 600%. Την ίδια περίοδο οι γερμανικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 60%».
Ως αποτέλεσμα, η Volkswagen, ο μεγαλύτερος εργοδότης του ιδιωτικού τομέα της Γερμανίας, απειλείται με κλείσιμο εγχώριων εργοστασίων για πρώτη φορά στα 87 χρόνια ιστορίας της, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας. Τον Οκτώβριο η αυτοκινητοβιομηχανία ανέφερε πτώση 64% στα κέρδη του τρίτου τριμήνου σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα. Η Mercedes-Benz ανέφερε πτώση 54%, ενώ και η BMW έχει επίσης εκδώσει προειδοποιήσεις για τα κέρδη. Παρά τη ζοφερή εικόνα, αναλυτές λένε ότι υπάρχει ελπίδα αν η χώρα επιμείνει στα προϊόντα υψηλής ποιότητας με καινοτόμα χαρακτηριστικά που βασίζονται σε μηχανική και πνευματική ιδιοκτησία παγκόσμιας κλάσης. Επιχειρηματίες όπως ο Μπέκοφ πιστεύουν ότι αυτή η σύγκρουση με την πραγματικότητα μπορεί να αποβεί θετική μακροπρόθεσμα. Οποιος σχηματίσει την επόμενη γερμανική κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει βέβαια δύσκολες αποφάσεις. Πολλοί συμφωνούν, ωστόσο, ότι αυτή η κρίση μπορεί να είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται η Γερμανία. Στα μεταπολεμικά χρόνια, άλλωστε, η χώρα απέδειξε ότι είχε την ικανότητα να παράγει ένα «οικονομικό θαύμα» ενάντια στις πιθανότητες.