Kathimerini.gr
Αλεξάνδρα Βουδούρη
ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Οι Ευρωπαίοι γερνούν και το γεγονός αυτό θα επιφέρει σημαντική αλλαγή σε ό,τι αφορά τη σύνθεση και τις αντίστοιχες ανάγκες των κοινωνιών τους, καθώς και σοβαρές επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Εως το 2100 σχεδόν το 10% του συνολικού πληθυσμού στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα είναι πάνω από 85 ετών, σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Bruegel, στις Βρυξέλλες.
Η σταδιακή συνταξιοδότηση της γενιάς των λεγόμενων «baby boomers», δηλαδή όσων γεννήθηκαν μεταξύ 1946 και 1964, θα προκαλέσει επιπτώσεις και στις ευρωπαϊκές πολιτικές. Για παράδειγμα, οι διακηρυγμένοι στόχοι της Ε.Ε. για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση δεν θα επιτευχθούν εάν δεν υπολογιστεί η γήρανση των πληθυσμών και η επακόλουθη αλλαγή του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας. Οι συντάκτες της έκθεσης παραδέχονται, πάντως, ότι η αύξηση του προσδόκιμου ορίου ζωής αποτελεί μια επιτυχία παλαιότερων ευρωπαϊκών πολιτικών, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, επισημαίνουν ωστόσο τις προκλήσεις που δημιουργούνται και, κυρίως, για τα συνταξιοδοτικά συστήματα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, ο αριθμός των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω (ο μέσος όρος ηλικίας συνταξιοδότησης στην Ε.Ε.) προβλέπεται να αυξηθεί από 36% το 2022 σε 55% το 2050 και 65% το 2100. Για παράδειγμα, ενώ το 2022 υπήρχαν περίπου 2,7 εργαζόμενοι –ανά ηλικιωμένο άτομο– στην Ε.Ε., ο αριθμός αυτός θα μειωθεί σε 1,5 το 2100. Τρεις παράγοντες εξηγούν την τάση αυτή: η αύξηση του προσδόκιμου ζωής, η σημαντική συρρίκνωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας μεταξύ 2022 και 2070 –ενώ θα αυξάνονται τα ποσοστά υπογεννητικότητας– και τρίτον, οι προβλεπόμενες μεταναστευτικές ροές δεν θα αντισταθμίζουν πλέον την τάση γήρανσης του πληθυσμού.
Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί το «χάσμα» μεταξύ χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου. «Υπάρχει πράγματι χάσμα μεταξύ των χωρών της νότιας και της βόρειας Ευρώπης όσον αφορά τη γήρανση των κοινωνιών. Ηδη σήμερα υπάρχουν περισσότερα άτομα ηλικίας 85 ετών+ σε σύγκριση με τον πληθυσμό εργάσιμης ηλικίας στον ευρωπαϊκό Νότο, από ό,τι στον Βορρά. Αυτή η διαφορά προβλέπεται να γίνει πιο αισθητή στο μέλλον», σχολιάζει στην «Κ» ο συντάκτης της έκθεσης, Ντέιβιντ Πίνκους. Αναφέρει παράλληλα ότι «η ηλικιακή αυτή πυραμίδα θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην αγορά εργασίας, στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, αλλά και στην πολιτική συνοχής».
Η Ελλάδα, μάλιστα, καταγράφει μερικά από τα υψηλότερα συνολικά ποσοστά. Σύμφωνα με τα στοιχεία, στην Ελλάδα το 2022 το ποσοστό της ηλικιακής ομάδας 65-74 ανερχόταν σε 19,21%, το αντίστοιχο 75-84 σε 13,18% και άνω των 84 ετών σε 6,35%. Την περίοδο 2022-2100 το ποσοστό όσων ξεπερνούν τα 84 χρόνια θα φτάνει το 14,5% του συνολικού πληθυσμού, η ηλικιακή ομάδα 75-84 θα ανέρχεται σε 8,77%, ενώ η ομάδα 65-74 θα φθάνει μόλις στο 3,43%.
Για τον λόγο αυτό, ο Ντέιβιντ Πίνκους θεωρεί ότι «η αντιμετώπιση των προκλήσεων για τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης θα είναι ζωτικής σημασίας για την αποφυγή αυξανόμενων ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών της Ε.Ε.».
Σε αρκετά κράτη-μέλη, πάντως, το πρωτογενές συνταξιοδοτικό σύστημα λειτουργεί στη βάση του «pay-as-you-go», που σημαίνει ότι οι συνταξιοδοτικές εισφορές των εργαζομένων χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση των συντάξεων των σημερινών συνταξιούχων, όπως και στην Ελλάδα. Τα μεταβαλλόμενα δημογραφικά στοιχεία υποδηλώνουν ότι ένα σχετικά μικρότερο εργατικό δυναμικό θα αναλάβει την υποστήριξη ενός μεγαλύτερου πληθυσμού συνταξιούχων.
Η Κομισιόν προβλέπει αύξηση της μέσης δημόσιας συνταξιοδοτικής δαπάνης της Ε.Ε. από 11,4% του ΑΕΠ το 2022 σε 12,1% έως το 2045, ακολουθούμενη από μείωση στο 11,8% του ΑΕΠ το 2070.
Οι ερευνητές προτείνουν σειρά συστάσεων ιδιαίτερα προς την Ε.Ε. δίνοντας έμφαση στον τομέα της μακροχρόνιας φροντίδας ηλικιωμένων (LTC). Αυτό επισημαίνει άλλωστε και στην «Κ» ο Ντέιβιντ Πίνκους. «Η πιο σημαντική σύσταση είναι να γίνει ο τομέας της φροντίδας πιο ελκυστικός. Οι δημογραφικές τάσεις θα οδηγήσουν σε αύξηση της ζήτησης για μακροχρόνια περίθαλψη. Οι χώρες πρέπει να προσδιορίσουν αποτελεσματικές πολιτικές για την προσέλκυση εργαζομένων στον εν λόγω τομέα», αναφέρει.