ΚΥΠΕ
Το υψηλό ιδιωτικό χρέος συνεχίζει να περιορίζει την δυνητική ανάπτυξη των κυπριακών τραπεζών και ενισχύει την οικονομική ευπάθεια, κάτι που είναι πιστωτικά αρνητικό για τις τράπεζες, λέει ο οίκος αξιολόγησης Moodys, με αφορμή τα τελευταία στοιχεία που έδωσε ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, βάσει των οποίων λιγότερο από 10% των μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων (ΜΕΧ) που έχουν μεταφερθεί εκτός του τραπεζικού συστήματος έχουν τύχει διευθέτησης.
Σύμφωνα με σημείωμα του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας στην κοινοβουλευτική επιτροπή Οικονομικών, συνολικά €19,2 δις ΜΕΧ έχουν μεταφερθεί εκτός των τραπεζών, ενώ έχει εξοφληθεί λιγότερο από το 10% ή €1,8 δις από τα δάνεια αυτά μέσω αποπληρωμών και ανταλλαγή ακινήτων έναντι χρέους, με το υπόλοιπο των ΜΕΧ εκτός τραπεζικού τομέα να ανέρχεται σε €17,4 δις.
«Παρόλο που βρίσκονται εκτός του τραπεζικού συστήματος, και δεν αποτελούν μέρος των ισολογισμών των τραπεζών, αυτές οι ΜΕΧ παραμένουν μέρος του γενικότερου βάρους στην οικονομία», αναφέρει ο Moody’s στο δελτίο του Πιστωτικές Προοπτικές.
Αυτό, προσθέτει, ενισχύει την άποψη μας ότι το υψηλό ιδιωτικό χρέος της Κύπρου συνεχίζει να περιορίζει τις προοπτικές ανάπτυξης των κυπριακών τραπεζών και ενισχύει την οικονομική ευπάθεια, που είναι πιστωτικά αρνητικό για τις τράπεζες.
Σύμφωνα με τον οίκο, το πολύ υψηλό ιδιωτικό χρέος καθιστά την οικονομία ευάλωτη στους κλυδωνισμούς και περιορίζει τον αριθμό των ελκυστικών ευκαιριών παροχής δανείων για τις τράπεζες και κατ’ επέκταση την αύξηση του δανειακού τους χαρτοφυλακίου. Το σημαντικό ιδιωτικό χρέος δυνητικά μπορεί να επιβαρύνει την ιδιωτική κατανάλωση, εφόσον οι μη εξυπηρετούμενοι δανειολήπτες ξεκινήσουν να αποπληρώνουν το υψηλό απόθεμα των ΜΕΧ, συμπληρώνει ο Moody’s.
Σύμφωνα με τον οίκο, με βάση τα στοιχεία της ΚΤΚ, ο δείκτης ιδιωτικού χρέους αντιστοιχούσε στο 92% του ΑΕΠ τον Σεπτέμβριο του 2021, και είναι μεταξύ των υψηλότερων στην ευρωζώνη, παρά τη μείωση του από το 192% του ΑΕΠ στο τέλος του 2017.
Ο οίκος επισημαίνει ακόμη ότι τα σχόλια του Κωνσταντίνου Ηροδότου ότι δάνεια €17,4 δις διακρατούνται από διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων καταδεικνύουν περιορισμένη μείωση του συνολικού ιδιωτικού χρέους τα τελευταία τρία χρόνια.
Αν περιληφθούν και τα δάνεια που κατέχονται από τους διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων, ο δείκτης των δανείων του ιδιωτικού τομέα αυξάνεται στο 174% του ΑΕΠ στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2021, κάτι που υποδεικνύει περιορισμένη μείωση στο γενικότερο χρέος και περιορισμένη απομόχλευση τόσο από τα νοικοκυριά όσο και τις επιχειρήσεις κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, σημειώνει ο Moody’s.
Σύμφωνα με τον οίκο, οι εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων ξεκίνησαν να αποκτούν δάνεια στη Κύπρο το 2018 όταν δάνεια σχεδόν €6,4 δις (το 30% των ΜΕΧ στο τέλος του 2017) της πρώην Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας μεταφέρθηκαν στην κρατική ΚΕΔΙΠΕΣ, στο πλαίσιο της συναλλαγής με την Ελληνική.
Οι άλλες μεγάλες συναλλαγές χαρτοφυλακίων ΜΕΧ αφορούσαν τρεις μεγάλες πωλήσεις ΜΕΧ από την Τράπεζα Κύπρου το 2019 και το 2021 συνολικής αξίας €4,7 δις (αντιστοιχούσαν στο 22% των ΝΕΧ το 2017), με τις πρώτες δύο να είναι κεφαλαιακά ουδέτερες και την πιο πρόσφατη (15 Νοεμβρίου) να έχει θετικό αντίκτυπο στο κεφάλαιο της τράπεζας.
«Ως αποτέλεσμα και παρά τις δύσκολες συνθήκες της αγοράς», σημειώνει ο οίκος, «η ποιότητα των δανείων των κυπριακών τραπεζών βελτιώνεται διότι ο τράπεζες έχουν μειώσει το απόθεμα των προβληματικών τους δανείων, μέσω της πώλησης ή της μεταφοράς τους σε εταιρείες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων».
Ωστόσο, σύμφωνα με τον οίκο, η επόμενη πρόκληση των κυπριακών τραπεζών είναι βελτίωση της συνεχιζόμενης χαμηλής κερδοφορίας.
Τα υψηλά επίπεδα του γενικότερου χρέους, σε συνδυασμό με μια μικρή, κορεσμένη αγορά που περιορίζει την δυνητική ανάπτυξη, σημαίνει ότι η κερδοφορία είναι πιθανόν να χρειαστεί περισσότερο χρόνο να ανακάμψει σε σύγκριση με άλλες τράπεζες, όπως για παράδειγμα στην Ελλάδα ή άλλες ευρωπαϊκές χώρες», καταλήγει ο Moody’s.