Πόλεμος στην Ευρώπη, αχαλίνωτος πληθωρισμός και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, λάθη πολιτικής στην Κίνα, χειμερινή ύφεση στην Ευρώπη και επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων πολύ πέραν των ουδετέρων επιπέδων στις ΗΠΑ. Η κατάσταση παγκοσμίως είναι ασυνήθιστα δυσχερής. Ωστόσο, τίποτε απ’ όλα αυτά δεν αποτελεί έκπληξη πλέον. Σε γενικές γραμμές η ροή ειδήσεων έχει γίνει λιγότερο αρνητική τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες για τις τρεις μεγάλες οικονομίες του κόσμου, τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ευρωζώνη. Το ισοζύγιο των κινδύνων σε ορισμένες από τις βασικές προβλέψεις μας έχει μετατοπιστεί προς τη θετική πλευρά. Το σημαντικότερο όλων είναι πως ο κίνδυνος να αυξήσει η Fed τα επιτόκια πάνω από το 5% έχει υποχωρήσει. Ολοένα και πιο ισχυρά είναι τα στοιχεία που δείχνουν ότι ο πληθωρισμός και οι μισθολογικές πιέσεις στις ΗΠΑ έχουν κορυφωθεί. Φυσικά, τα μηνιαία δεδομένα είναι ασταθή. Ωστόσο, ένα ευρύ φάσμα στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των μέσων ωριαίων αποδοχών (αύξηση 5,5% σε ετήσια βάση τον Οκτώβριο έπειτα από κορύφωση 6,7% το πρώτο τρίμηνο του 2022), υποδηλώνει ότι οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν αρχίσει να υποχωρούν κάπως σε εναρμόνιση με την επιβράδυνση των κερδών της τελικής εγχώριας ζήτησης.
Η μικρή έκρηξη του 2021, που τροφοδοτείται από μια υπερβολική δημοσιονομική τόνωση, δίνει σταδιακά τη θέση της σε μια διόρθωση. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυστηρότερη νομισματική πολιτική θα αποκαλύψει την πλήρη επίδρασή της μόνο με καθυστέρηση, η εγχώρια ζήτηση πιθανότατα θα αμβλυνθεί περαιτέρω. Αλλά συνολικά τα πρόσφατα δεδομένα ήταν λίγο πιο ανθεκτικά από το αναμενόμενο. Ως αποτέλεσμα, βελτιώσαμε τις προβλέψεις μας για τη μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ των ΗΠΑ το επόμενο έτος από -0,3% σε -0,2%. Στην περίπτωση της Ευρωζώνης τώρα, οι υψηλές τιμές της ενέργειας λειτουργούν βλαπτικά. Από τον Ιούνιο η δραστική εξασθένηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης σε χαμηλά επίπεδα-ρεκόρ προανήγγειλε μια σοβαρή ύφεση, η οποία διαμορφώθηκε από τη μείωση των καταναλωτικών δαπανών σε πραγματικούς όρους. Όσο οι καταναλωτές καθυστερούν να αγοράσουν τόσο οι εταιρείες αναφέρουν ελλείψεις νέων παραγγελιών. Ωστόσο, η πρόσφατη πτώση των τιμών χονδρικής για το φυσικό αέριο και τα νέα προγράμματα κρατικής στήριξης αρχίζουν να περιορίζουν τους σοβαρούς κινδύνους. Εξάλλου, ορισμένα εθνικά στοιχεία (οι προοπτικές της γερμανικής οικονομίας βάσει του ινστιτούτου GfK για τον Νοέμβριο έως -41,9 μονάδες από τις -42,8 μονάδες τον Οκτώβριο, καθώς και ο δείκτης εμπιστοσύνης της Γαλλίας βάσει της στατιστικής υπηρεσίας στις 81,9 μονάδες από τις 79,5 μονάδες) δείχνουν ότι η κατάσταση ενδέχεται να σταθεροποιηθεί μέσα σε λίγους μήνες.
* Ο κ. Χόλγκερ Σμίεντινγκ είναι οικονομολόγος της Berenberg Bank.