ΚΥΠΕ
Σημαντική επιβράδυνση της κυπριακής οικονομίας λόγω του πολέμου στην Ουκρανία διαβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο τονίζει ότι ενδεχομένως να χρειαστούν πρόσθετα μέτρα στήριξης, αλλά το κλειδί είναι η στόχευση των μέτρων αυτών, έτσι ώστε να προστατευθούν τα δημοσιονομικά περιθώρια δεδομένου του υψηλού δημοσίου χρέους.
Παράλληλα, το ΔΝΤ συστήνει δημοσιονομική προσαρμογή για σταδιακή επιστροφή σε ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, προσοχή στον τραπεζικό τομέα για ενδεχόμενη επιδείνωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού, πιο δυναμική εφαρμογή των εργαλείων για μείωση του αποθέματος των ΜΕΔ τόσο εντός όσο και εκτός του τραπεζικού τομέα και υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων μέσω του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και αντιμετώπιση των εμποδίων στην ανάπτυξη.
Σε ανακοίνωσή του για την ολοκλήρωση των συναντήσεων με τις κυπριακές αρχές στο πλαίσιο της διαβούλευσης υπό το άρθρο 4, το ΔΝΤ σημειώνει ότι παρά τη μείωση στην έκθεση στη Ρωσία, «η Κύπρος παραμένει πολύ ευάλωτη στις επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία». Αναφέρεται ειδικότερα στην υψηλή εξάρτηση του τουρισμού από τη Ρωσία, η οποία αντιστοιχεί στο 20% των συνολικών αφίξεων, ενώ ο άμεσος αντίκτυπος από τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας στο τραπεζικό σύστημα έχει μειωθεί από την κρίση του 2013 και μειώθηκε ακόμη περισσότερο μετά τον τερματισμό των τραπεζικών δραστηριοτήτων της RCB Bank.
«Η οικονομική ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί απότομα προτού ανακάμψει μεσοπρόθεσμα», αναφέρει το ΔΝΤ, εκτιμώντας πως ο ρυθμός ανάπτυξης θα υποχωρήσει στο 2% φέτος (από 3,6% που ήταν η πρόβλεψη του WEO Outlook Οκτωβρίου 2021) και από το 5,5% το 2021, αντανακλώντας τον αντίκτυπο του πολέμου στη εξαγωγή υπηρεσιών, εμμέσως την επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Ευρώπη και τους εμπορικούς κλυδωνισμούς λόγω των υψηλότερων τιμών στην ενέργεια και στα τρόφιμα.
Εφόσον η κατάσταση ομαλοποιηθεί, σημειώνει το ΔΝΤ, η ανάκαμψη θα ανακτήσει δυναμική το 2023 και προβλέπεται να συνεχίζει σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα με τη δυνητική ανάπτυξη να αυξάνεται από 2,5% του ΑΕΠ σε περίπου 3% μέχρι το 2027, υποστηριζόμενη από τις επενδύσεις και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Ωστόσο, το ΔΝΤ τονίζει πως οι κίνδυνοι είναι καθοδικοί, με τον βασικό κίνδυνο να προέρχεται από ενδεχόμενη κλιμάκωση και μεγαλύτερη διάρκεια του πολέμου και των κυρώσεων. Κίνδυνος παραμένει και η πανδημία του κορωνοϊού, ενώ μια ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής στις προηγμένες οικονομίες που θα μπορούσε να προκαλέσει δημοσιονομικά προβλήματα μέσω της αύξησης των αποδόσεων στα ασφάλιστρα κινδύνου, ενώ ένας υψηλότερος από τον αναμενόμενο ρυθμός αθετήσεων πληρωμών δανείων θα μπορούσε να επιβαρύνει τους ισολογισμούς των τραπεζών.
Στοχευμένα και προσωρινά μέτρα στήριξης
Παράλληλα, το ΔΝΤ σημειώνει ότι η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να συνεχίσει την παροχή στήριξης, αλλά ταυτόχρονα να αναπληρώνει σταδιακά τα αποθέματα. Υπενθυμίζοντας ότι τα δημόσια οικονομικά ήταν σε θέση να στηρίξουν την οικονομία κατά τη διάρκεια της πανδημίας, χάριν στα αποθέματα που είχαν κτιστεί έπειτα από τη χρηματοπιστωτική κρίση, το ΔΝΤ τονίζει πως «υπάρχει περιθώριο, αν χρειαστεί, για παροχή περαιτέρω βοήθειας ενόψει των κλυδωνισμών που σχετίζονται με τον πόλεμο, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη την ισχυρότερη από τη αναμενόμενη δημοσιονομική θέση».
«Ωστόσο, δεδομένου του υψηλού δημοσίου χρέους μετά την πανδημία, η πολιτική θα πρέπει να στοχεύει στην αποκατάσταση των αποθεμάτων μέσω μιας προοδευτικής δημοσιονομικής προσαρμογής», σημειώνει το ΔΝΤ, προσθέτοντας πως ο στόχος για πλεόνασμα 0,75% του ΑΕΠ το 2024 συνάδει με την στρατηγική αυτή, «αλλά η επίτευξή του ενδεχομένως να είναι δύσκολη δεδομένων των κλυδωνισμών που σχετίζονται με τον πόλεμο».
Επισημαίνει ακόμη ότι ο φετινός προϋπολογισμός παρέχει ικανοποιητική στήριξη, αλλά ενδεχομένως οι πολιτικές να χρειαστούν να προσαρμοστούν, καθώς ξεκαθαρίζει η κατάσταση γύρω από τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία. Σημειώνει δε ότι η Κύπρος διαθέτει ένα ισχυρό δείκτη προστασίας στη βάση του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και ότι οι αυτόματοι σταθεροποιητές (οι μηχανισμοί μέσω του προϋπολογισμού) από μόνοι τους θα απορροφήσουν τον αντίκτυπο για τους τους πιο ευάλωτους.
«Πρόσθετα μέτρα στήριξης μπορεί να χρειαστούν αν ο κλυδωνισμός (ή ο αντίκτυπός του) είναι μεγαλύτερος ή μεγαλύτερος σε διάρκεια απ’ ότι αναμενόταν», λέει το ΔΝΤ, για να προσθέσει ωστόσο ότι η πρόσθετη στήριξη πρέπει να είναι προσωρινή, στοχευμένη και να μην εμποδίζει την ανακατανομή εργασίας σε τομείς που επεκτείνονται. Αναφέρεται ειδικότερα σε επέκταση του ανεργιακού επιδόματος, το οποίο να συνδεθεί με την επιστροφή στην αγορά εργασίας και απαιτήσεις για έρευνα εξεύρεσης εργασίας.
Το ΔΝΤ επισημαίνει ακόμη ότι θα χρειαστεί αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία προκειμένου να αποκατασταθούν τα δημοσιονομικά αποθέματα και αναδεικνύει ως σημαντικές προκλήσεις το δημόσιο μισθολόγιο, την ενίσχυση των οικονομικών του ΓεΣΥ, την αντιμετώπιση των ανωμαλιών στο σύστημα και την οικονομική αυτονομία των κρατικών νοσηλευτηρίων.
«Ενώ ο έλεγχος των δαπανών θεωρείται αρκετός για επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, η επαναφορά του φόρου ακίνητης ιδιοκτησίας θα μπορούσε να αντισταθμίσει πιέσεις στις κρατικές δαπάνες, σε περίπτωση που αυτές αποδειχθούν μεγαλύτερες του βασικού σεναρίου», λέει το Ταμείο, προσθέτοντας ότι τα πρόσθετα φορολογικά έσοδα θα μπορούσαν να διοχετευθούν στις δημόσιες επενδύσεις για αντιμετώπιση των εμποδίων στην ανάπτυξη.
Ανθεκτικό το τραπεζικό σύστημα, παραμένουν οι προκλήσεις
Αναφορικά με το τραπεζικό σύστημα, το ΔΝΤ σημειώνει ότι ο αντίκτυπος της πανδημίας του Covid-19 ήταν περιορισμένος, ενώ οι τράπεζες έχουν κάνει σημαντική πρόοδο μεταφέροντας τα ΜΕΔ σε εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων, αλλά η πρόοδος στην αντιμετώπισή τους, ιδιαίτερα στην κρατική ΚΕΔΙΠΕΣ παραμένει αργή.
Τονίζει πως η επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών απαιτεί ενισχυμένη παρακολούθηση και αντιμετώπιση προβλημάτων στην ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού. Εκτιμά ότι τα προβληματικά δάνεια εμφανίζονται να συγκεντρωμένα στους τομείς που σχετίζονται με τον τουρισμό, οι οποίοι είναι πιθανόν να επηρεαστούν περισσότερο από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Το ΔΝΤ επισημαίνει εκ νέου πως η ύπαρξη ενός αποτελεσματικού πλαισίου εκποιήσεων παραμένει κρίσιμης σημασίας για την αντιμετώπιση των παλαιών ΜΕΔ και των στρατηγικών κακοπληρωτών και τη παροχή κινήτρων στους δανειολήπτες να εμπλακούν σε αναδιαρθρώσεις.
«Μια αποδυνάμωση του πλαισίου θα εμποδίζει την αντιμετώπιση των ΜΕΔ και θα επιφέρει κινδύνους στην δημοσιονομική σταθερότητα», προσθέτει το Ταμείο. Στο ίδιο πλαίσιο σημειώνει ότι θα πρέπει να αντιμετωπιστούν οι αβεβαιότητες από την εφαρμογή των τροποποιήσεων που έγιναν στο πλαίσιο το 2019, ενώ σημαντικές είναι επίσης και οι περαιτέρω βελτιώσεις στο λειτουργικό περιβάλλον των εταιρειών εξαγοράς πιστώσεων είναι επίσης σημαντικές με ταυτόχρονη ενίσχυση της εποπτείας τους.
Αναφορικά με το σχέδιο της κυβέρνησης για μεταφορά πρώτων κατοικιών ή επαγγελματικής στέγης με αξία μέχρι €350.000 στην ΚΕΔΙΠΕΣ και την εφαρμογή ενοικίου έναντι υποθήκης, το ΔΝΤ επισημαίνει πως για αποφυγή της αποδυνάμωσης της κουλτούρας αποπληρωμής, το σχέδιο αυτό θα πρέπει να περιοριστεί στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά, ενώ θα πρέπει να υπάρξει χρονοδιάγραμμα, αυστηρός μηχανισμός τιμολόγησης μεταφοράς, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι, ενώ θα πρέπει να υπάρξει ισχυρό πλαίσιο διακυβέρνησης με έμφαση στη διαφάνεια και λογοδοσία.
Τέλος το ΔΝΤ αναφέρεται στην «ευκαιρία» που προσφέρει το Πρόγραμμα Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για προώθηση των μεταρρυθμίσεων που να αντιμετωπίζουν τα εμπόδια στην ανάπτυξη.
Οι δείκτες ανταγωνιστικότητας δείχνουν ότι η Κύπρος διαθέτει ένα δυναμικό επιχειρηματικό τομέα, με ευέλικτη εργασία, ωστόσο οι αδυναμίες στη διακυβέρνηση, τα κενά στην κατάρτιση και τα κενά στην ψηφιακή υποδομή επιβαρύνουν τις προοπτικές ανάπτυξης, καταλήγει.