Kathimerini.gr
Ένα κύμα πρόσφατων απολύσεων σε αμερικανικές επιχειρήσεις εντείνει την ανησυχία πως η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου οδεύει προς ύφεση. Την Τετάρτη ανακοίνωσαν απολύσεις δύο στεγαστικές που γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη κατά την πανδημία χάρη στα χαμηλά επιτόκια και στη μεγάλη ζήτηση. Η μία είναι η Redfin, που τα τελευταία χρόνια προσελάμβανε μαζικά και τον Δεκέμβριο απασχολούσε 6.500 άτομα, αλλά τώρα σκοπεύει να μειώσει το προσωπικό της κατά 8%. Η δεύτερη είναι η Compass, που απασχολεί 4.500 άτομα και ανακοίνωσε ότι θα μειώσει το προσωπικό της κατά 10%, επικαλούμενη «ενδείξεις επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης». Και οι απολύσεις δεν περιορίζονται μόνο στον τομέα των μεσιτικών. Μία ημέρα νωρίτερα, το μεγαλύτερο χρηματιστήριο κρυπτονομισμάτων, το Coinbase, απέλυσε αιφνιδιαστικά το 18% του προσωπικού του ενώ ανακοίνωσε «πάγωμα» προσλήψεων. Σύμφωνα, άλλωστε, με το Reuters, το Spotify σχεδιάζει να μειώσει τις προσλήψεις κατά 25%. Στον κλάδο των λιανικών πωλήσεων, εξάλλου, ανακοίνωσαν περικοπές οι επιχειρήσεις StichFix και Carvana.
Οπως επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ του CNN, όλες αυτές οι απολύσεις είναι πράγματι επώδυνες και μπορεί να οδηγήσουν σε μια επανάληψη των όσων δυσάρεστων συνέβησαν την άνοιξη του 2020. Είναι, ωστόσο, πολύ νωρίς για να αποφανθεί κανείς κατά πόσον αποτελούν προανάκρουσμα ευρύτερων προβλημάτων και κρίσης στην αγορά εργασίας. Σύμφωνα με τον Ααρον Σοτζούρνερ, ειδικό επί θεμάτων αγοράς εργασίας, «πρόκειται για μερικά δελτία Τύπου από μερικές δεκάδες επιχειρήσεις που αντιπροσωπεύουν μια μικροσκοπική, απολύτως μικροσκοπική μερίδα του εργατικού δυναμικού». Ο εν λόγω αναλυτής είναι, σύμφωνα με το CNN, το κατάλληλο πρόσωπο για να αποτιμήσει την κατάσταση. Τον Μάρτιο του 2020 μαζί με τον οικονομολόγο Πολ Γκόλντσμιθ Πίνκχαμ ήταν οι πρώτοι που προέβλεψαν με ακρίβεια το πρώτο κύμα των σχεδόν 3,5 εκατ. απολύσεων μέσα σε μία εβδομάδα. Μέχρι στιγμής δεν βλέπει σημάδια ενός ευρύτερου κύματος απολύσεων που να κατατείνουν σε μια αποδυνάμωση της αμερικανικής αγοράς εργασίας. Οπως τονίζει, όμως, αυτό μπορεί να αλλάξει και βέβαια αυτές οι λίγες απολύσεις έχουν εντείνει την ανησυχία για το ενδεχόμενο να διολισθαίνει σε ύφεση η αμερικανική οικονομία σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της αύξησης του κόστους δανεισμού. Ο ίδιος υπενθυμίζει, άλλωστε, ότι πολλές φορές οι οικονομολόγοι σπεύδουν να προεξοφλήσουν καθοριστικά αρνητικές εξελίξεις με τις πρώτες ενδείξεις κάποιας αλλαγής. Οταν, για παράδειγμα, εμφανίστηκε το Ιντερνετ, οι οικονομολόγοι βιάστηκαν να προαναγγείλουν την εξαφάνιση των εμπορικών κέντρων που θα υποκαθίσταντο από το ηλεκτρονικό εμπόριο. Και όταν εκδηλώθηκε η πανδημία του κορωνοϊού, πολλοί πίστεψαν ότι ήταν το τέλος των καταστημάτων. Και στη μία περίπτωση και στην άλλη, βέβαια, οι εκτιμήσεις αυτές ήταν υπερβολικές. Η θεαματική αύξηση των πωλήσεων online το 2020 δεν οφειλόταν σε στροφή των καταναλωτών στο ηλεκτρονικό εμπόριο αλλά στην έλλειψη επιλογής εν τω μέσω των lockdown. Και έτσι μόλις επετράπη η λειτουργία καταστημάτων και πέραν των «αναγκαίων», οι καταναλωτές επέστρεψαν στις αγοραστικές τους συνήθειες. Κάτι ανάλογο είναι πιθανόν να συμβαίνει και τώρα με τις λίγες αυτές απολύσεις.
Σε ό,τι αφορά τον κλάδο των κρυπτογραφημένων αξιών, είναι γεγονός ότι κλονίστηκε τις τελευταίες ημέρες με τη μεγάλη υποχώρηση των κρυπτονομισμάτων και την πτώση του bitcoin κατά 30%. Αναπόφευκτα οι υπερδραστήριες νεοφυείς που καταπιάστηκαν με τη νέα και σκοτεινή αυτή επένδυση άρχισαν να απολύουν προσωπικό και να αναστέλλουν μέρος των συναλλαγών τους. Στην περίπτωση της τράπεζας κρυπτονομισμάτων Celsius, που «πάγωσε» όλες τις αναλήψεις μέσα στην εβδομάδα, όλοι οι χρήστες της βρήκαν τα χρήματά τους σε κατάσταση νάρκης. Και πάλι δεν μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. Οπως, άλλωστε, επισημαίνει το CNN, δεν ήταν μόνον τα κρυπτονομίσματα που υποχώρησαν μέσα στην εβδομάδα. Ουσιαστικά μετοχές και τίτλοι κάθε είδους επλήγησαν τις τελευταίες ημέρες λόγω των αποφάσεων που έλαβαν οι κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν το κόστος του δανεισμού και σε ορισμένες περιπτώσεις επιθετικά. Το πρόβλημα στον χώρο των κρυπτογραφημένων αξιών είναι το νεαρό της ηλικίας τους. Ο κλάδος γεννήθηκε το 2009 μεσούσης της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και στην αγορά αυτή δεν υπάρχουν καθόλου ρυθμίσεις. Της δίνουν, επιπλέον, ώθηση οι διάφορες διασημότητες που έχουν ενδιαφερθεί για τον κλάδο, αλλά και διάφοροι επενδυτές με μηδενική εμπειρία που δεν θα μπορούσαν να καταλάβουν τίποτε για την τεχνολογία του blockchain ακόμη και αν τους έβαζε κάποιος το πιστόλι στον κρόταφο. Γι’ αυτό και αρκετοί βαθύπλουτοι, όπως οι Μπιλ Γκέιτς, Γουόρεν Μπάφετ και Τζέιμι Ντίμον, προειδοποιούν διαρκώς τον κόσμο ότι πρέπει να επιδείξει επιφυλακτικότητα διότι το αντικείμενο εγκυμονεί κινδύνους.