Kathimerini.gr
Εμβληματικοί οίκοι ειδών πολυτελείας όπως η Gucci και η Chanel επενδύουν μαζικά σε ακίνητα στις ΗΠΑ, σε μια ένδειξη ότι οι πωλήσεις πρόσωπο με πρόσωπο επιστρέφουν δυναμικά μετά την πανδημία. Η γαλλική εταιρεία πολυτελών κοσμημάτων Van Cleef & Arpels ανοίγει νέο κατάστημα στη λεωφόρο Mάντισον στο Μανχάταν, ενώ η Chanel εγκαινίασε πρόσφατα ξανά τη ναυαρχίδα της στο Μπέβερλι Χιλς, σε ένα χώρο 3.000 τετραγωνικών μέτρων. Την ίδια ώρα η Gucci επεκτείνεται σε όλες τις ΗΠΑ και πλέον αριθμεί οκτώ τοποθεσίες στο Τέξας και μία μπουτίκ στο κέντρο του Ντιτρόιτ.
Σε μια αυξανόμενη τάση, ευρωπαϊκά και άλλα επώνυμα luxury brands επεκτείνονται στις ΗΠΑ, υπογράφουν συμβάσεις μίσθωσης για μεγαλύτερους χώρους, προσφέρουν φαγητό και ποτό και επιχειρούν σε νέες αγορές, πέρα από τις παραδοσιακές διευθύνσεις τους σε κεντρικές λεωφόρους. Οι οίκοι πολυτελείας έχουν μισθώσει 60.000 τετραγωνικά μέτρα νέων χώρων στις ΗΠΑ τους τελευταίους 12 μήνες, από περίπου 23.000 τετραγωνικά μέτρα το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με την εταιρεία επενδύσεων σε ακίνητα JLL.
Η αύξηση των πωλήσεων μετά τo πέρας των lockdowns έπεισε τους λιανοπωλητές πολυτελείας για τη σημασία των φυσικών καταστημάτων και τους επέτρεψε να επενδύσουν σε περισσότερες τοποθεσίες. «Η πολυτέλεια ήταν από τις πρώτες κατηγορίες που είδαν τις πωλήσεις να επιστρέφουν σε προπανδημικά επίπεδα. Και η ακίνητη περιουσία είναι μέρος της στρατηγικής ανάπτυξης και επέκτασης που ακολούθησαν, καθώς ο κόσμος επιστρέφει στα καταστήματα», λέει ο Εμπερε Ανοκιουτ, διευθυντής έρευνας λιανικής στην JLL.
Οι πλούσιοι Αμερικανοί ιδίως συνέχισαν να ξοδεύουν παρά τον υψηλό πληθωρισμό και τα αυξανόμενα επιτόκια, με τις λιανικές πωλήσεις ειδών πολυτελείας στις ΗΠΑ να εκτιμάται φέτος ότι θα ανέλθουν σε 75,68 δισ. δολάρια, σύμφωνα με την εταιρεία έρευνας αγοράς Statista, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 9% από τα 69,51 δισ. δολάρια του περασμένου έτους. Κι ενώ μεγάλες εταιρείες λιανικής, από την Barnes & Noble έως τη Macy’s, εμφανίζουν μόνο μέρος των συλλογών τους στα καταστήματα, επιλέγοντας να στραφούν στο Διαδίκτυο, τα καταστήματα πολυτελείας, αντίθετα, πωλούν μικρότερο ποσοστό των προϊόντων τους ηλεκτρονικά. Γενικά, οι εύποροι πελάτες είναι λιγότερο πιθανό να αγοράσουν ένα ρολόι αξίας 15.000 δολαρίων αν δεν το δοκιμάσουν πρώτα σε φυσικό κατάστημα.
Οι φίρμες υψηλής ποιότητας χρειάζονται επίσης περισσότερο χώρο για να εμφανίσουν τις αναπτυσσόμενες συλλογές τους, από τα καλλυντικά μέχρι τα παιδικά ενδύματα, ενώ ξοδεύουν πολλά για να μετατρέψουν τα ψώνια σε εμπειρία, επενδύοντας σε καφετέριες, μπαρ και εκλεπτυσμένα ρετιρέ. Φιλοξενούν επίσης πολυτελείς εκδηλώσεις και ανοίγουν προσωρινά καταστήματα σε μια προσπάθεια να προσελκύσουν νέους πελάτες. Ως αποτέλεσμα, τα καταστήματα πολυτελείας μεγαλώνουν σε μέγεθος. Οι έμποροι λιανικής υπέγραψαν πέρυσι μισθώσεις για χώρους κατά μέσον όρο 500 τετραγωνικών μέτρων ή μεγαλύτερους, μια αύξηση της τάξης του 28% σε σχέση με το 2021, σύμφωνα με την JLL.