ΚΥΠΕ
«Πριν βιαστούμε για ακόμα μία φορά να καταπιαστούμε από συγκεκριμένα μόνο ή πρώιμα δεδομένα, ας προσπαθήσουμε να δούμε την εικόνα ολοκληρωμένα», αναφέρει σε ανάρτηση του στον προσωπικό του λογαριασμό στο Twitter, o επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής, Δρ Κωνσταντίνος Τσιούτης, σχετικά με δημοσιεύματα και δηλώσεις που υπονοούν το τέλος της πανδημίας.
Συγκεκριμένα, αναφέρει στην ανάρτησή του ότι, οι καθημερινές μεταδόσεις συνεχίζουν να διαταράσσουν την καθημερινότητα μας, το ποσοστό θετικότητας παραμένει υψηλό, ακόμα και με τα πολλά τεστ που κάνουμε, οι εισαγωγές συνεχίζονται με αυξημένο ρυθμό.
Προσθέτει επίσης ότι η COVID-19 δεν είναι μία απλή γρίπη, παρουσιάζει σοβαρά συμπτώματα συχνά, βλέπουμε καθημερινά ανθρώπους με long-COVID, καταγράφουμε θανάτους καθημερινά, σημειώνοντας ότι δεν πεθαίνουν μόνο ηλικιωμένοι και οι ηλικιωμένοι έχουν κι αυτοί δικαίωμα στη ζωή. Αναφέρει επίσης ότι «τα συστήματα υγείας όσο κι αν έχουν ενισχυθεί, έχουν συγκεκριμένα όρια».
Σύμφωνα με τον κ. Τσιούτη «η πρωτοβάθμια φροντίδα και τα νοσοκομεία συνεχίζουν να έχουν στραμμένη την προσοχή τους σε ασθενείς με COVID19, λόγω του πολύ μεγάλου αριθμού κρουσμάτων».
Αναφέρει ακόμα ότι η επόμενη μετάλλαξη είναι θέμα χρόνου και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι θα είναι πιο «ήπια» και ότι το μεγαλύτερο ποσοστό της υφηλίου παραμένει ανεμβολίαστο.
Τα φάρμακα, σημειώνει, «θα βοηθήσουν, αλλά έχουν συγκεκριμένες ενδείξεις και δεν είναι για τον καθένα, ούτε μειώνουν τη μετάδοση, η μακροχρόνια ανοσία (φυσική ή από εμβόλια) θα επιβεβαιωθεί ή όχι, μόνο μέσω της εμπειρίας».
Αυτό που οδηγεί τις μεταδόσεις, συνεχίζει ο επικεφαλής της ΣΕΑ, «είναι η ανθρώπινη συμπεριφορά: ο κυριότερος λόγος που έχουμε εξάρσεις σε κύματα είναι ο εφησυχασμός και τα βεβιασμένα συμπεράσματα».
Το «ξεκλείδωμα» της κοινωνίας, αναφέρει στην ανάρτησή του ο κ. Τσιούτης, «είναι μία προσπάθεια να προσαρμοστούμε στην νέα καθημερινότητα της πανδημίας, αυτό δεν μπορεί να γίνει, αν δεν δούμε το θέμα ώριμα, συλλογικά, αντιμετωπίζοντας την αλήθεια που μας δείχνουν τα δεδομένα και βάζοντας πάνω απ’ όλα την ασφάλεια όλων».
«Ας μην μπερδεύουμε αυτή την προσπάθεια, με αυτό που "ελπίζουμε" ότι θα γίνει και κυρίως, ας είμαστε προσεκτικοί στα μηνύματα που δίνουμε», καταλήγει.