Kathimerini.gr
Γιώργος Σκαφιδάς
Είτε οι επόμενες τουρκικές εκλογές διεξαχθούν το 2023, όπως είναι προγραμματισμένο, είτε νωρίτερα, όπως είναι πιθανό, η γειτονική χώρα κινείται ήδη (ή μάλλον κλονίζεται) σε ρυθμούς προεκλογικής περιόδου… με όλη την ένταση, την τοξικότητα και την πόλωση που συνεπάγεται κάτι τέτοιο, ειδικά για μια χώρα όπως είναι η Τουρκία.
Κρίνοντας από τις δημοσκοπήσεις, αλλά και από όσα άλλα έχουν προηγηθεί τα τελευταία χρόνια (την απώλεια επί παραδείγματι των δημαρχιακών θώκων σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη για το κυβερνών AKP), η επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση θα είναι η πιο δύσκολη των τελευταίων δεκαετιών για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Κινήσεις στις οποίες προέβη τα περασμένα χρόνια ο Τούρκος πρόεδρος, μετατρέποντας για παράδειγμα την Αγία Σοφία σε τζαμί, αποδείχθηκε στην πράξη πως δεν ήταν αρκετές προκειμένου να αντιστρέψουν υπέρ του την φθορά την εξουσίας, μια φθορά με την οποία θα βρισκόταν αντιμέτωπος κάθε ηγέτης – και πολύ, δε, περισσότερο ένας διχαστικός, αυταρχικός ηγέτης όπως ο Ερντογάν – έπειτα από δύο δεκαετίες στην εξουσία.
Ο πληθωρισμός, η πορεία υποτίμησης της τουρκικής λίρας και το προσφυγικό – μεταναστευτικό λειτουργούν εδώ και πολύ καιρό ως ανοιχτές πληγές, προκαλώντας πονοκέφαλο στην τουρκική ηγεσία.
Δημοσκοπικά, ισλαμιστές (AKP) και εθνικιστές (MHP), οι παρατάξεις δηλαδή των κ.κ. Ερντογάν και Μπαχτσελί που έχουν – εξ ανάγκης – ενώσει εκλογικά τις δυνάμεις τους τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο της επονομαζόμενης Συμμαχίας του Λαού (Cumhur Ittifaki), συγκεντρώνουν και οι δύο μαζί κάτω από 40% στην πλειονότητα των σφυγμομετρήσεων, από σχεδόν 54% που είχαν λάβει στις βουλευτικές του 2018.
Προσωπικά, δε, ο ίδιος ο Ερντογάν ως υποψήφιος για την προεδρία κινείται πια μεταξύ 30% και 40% (στην πλειονότητα των δημοσκοπήσεων), από εκεί που στις προηγούμενες προεδρικές του 2018 είχε εξασφαλίσει 52,6%.
Η φθορά είναι αδιαμφισβήτητη για τον 68χρονο ηγέτη στον δρόμο προς τις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Αδιαμφισβήτητη είναι όμως, από την άλλη πλευρά, και η τάση της τουρκικής ηγεσίας να ανεβάζει την ένταση σε περιόδους κρίσης, στην προσπάθειά της να συσπειρώσει όσο το δυνατόν περισσότερους ψηφοφόρους γύρω της.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το περιβάλλον Ερντογάν επιτίθεται πια με πολύ σκληρούς χαρακτηρισμούς στην τουρκική αντιπολίτευση, κορυφαία στελέχη της οποίας (όπως ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου και η επικεφαλής του αντιπολιτευόμενου CHP στην Κωνσταντινούπολη Τζανάν Καφταντζίογλου) έχουν «κατά σύμπτωση» βρεθεί αυτήν την περίοδο στο στόχαστρο της τουρκικής δικαιοσύνης, όπως άλλωστε και το ίδιο το φιλοκουρδικό Κόμμα Δημοκρατίας των Λαών (HDP) το οποίο μάλιστα απειλείται ακόμη και με απαγόρευση/λουκέτο.
Το περιβάλλον Ερντογάν επιτίθεται, όμως, και σε άλλες πλευρές τις οποίες θέλει να παρουσιάζει ως «εχθρούς» της Τουρκίας.
Η Ελλάδα, οι Κούρδοι, η Φινλανδία, η Σουηδία αλλά και η Ουάσιγκτον των κ.κ. Μπάιντεν και Μενέντεζ έχουν βρεθεί στο στόχαστρο της τουρκικής ηγεσίας το τελευταίο διάστημα, με την Άγκυρα να επαναφέρει στις περισσότερες των περιπτώσεων πάγιες μονομερείς τουρκικές διεκδικήσεις (θεωρία «γκρίζων ζωνών», αποστρατιωτικοποίηση νησιών Ανατολικού Αιγαίου, «ζώνη ασφαλείας» εντός της βόρειας Συρίας) τις οποίες πλέον αναβαθμίζει και παροξύνει (σύνδεση αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών με την αμφισβήτηση της κυριαρχίας τους, νέα επαπειλούμενη στρατιωτική επιχείρηση των Τούρκων στη βορειοδυτική Συρία, βέτο στο ΝΑΤΟ κατά Σουηδών και Φινλανδών, υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα ελληνικά νησιά).
Ενόψει των εκλογών που αναμένονται εντός των τουρκικών συνόρων, και με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία που έχει αλλάξει τα δεδομένα διεθνώς, το «στρατόπεδο» Ερντογάν επενδύει στην ένταση την οποία προσεγγίζει άλλωστε παλαιόθεν και ως δυνητικό πολιτικό σωσίβιο, συμπαρασύροντας όμως έτσι σε μια κούρσα πλειοδοσίας προκλήσεων και την – ήδη «πρόθυμη» σε αυτό το μέτωπο – τουρκική αντιπολίτευση των ούτως ή άλλως «σκληρών» στα εθνικά θέματα CHP (Κιλιτσντάρογλου) και İYİ (Ακσενέρ).
Ο εκπρόσωπος του κυβερνώντος τουρκικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), Ομέρ Τσελίκ, έχει εξαπολύσει μύδρους κατά της Ελλάδας κατ’ επανάληψη τα τελευταία 24ωρα: την περασμένη Δευτέρα και εν συνεχεία την Παρασκευή, φανερώνοντας όμως έτσι και το μοτίβο των προκλήσεων πάνω στο οποίο αναμένεται να κινηθεί η τουρκική ηγεσία τους προσεχείς μήνες.
Σενάρια εκλογών
Ο Τούρκος δημοσιογράφος Μουράτ Γετκίν δεν αποκλείει το ενδεχόμενο η γείτονα χώρα να πάει, τελικώς, σε πρόωρες εκλογές το φθινόπωρο του 2022. Ο ίδιος ωστόσο προειδοποιεί πως μια τέτοια αναμέτρηση δεν θα είναι εύκολη υπόθεση ούτε για τους κ.κ. Ερντογάν και Μπαχτσελί αλλά ούτε και την αντιπολίτευση των έξι κομμάτων (CHP, İYİ, Saadet, DP, DEVA, Gelecek) οι ηγεσίες των οποίων έχουν πραγματοποιήσει τέσσερις συναντήσεις τους περασμένους μήνες: την τελευταία την περασμένη Κυριακή.
Σημειώνεται, πάντως, πως η απόφαση για την ποινή σε βάρος του Εκρέμ Ιμάμογλου, που ήταν να ανακοινωθεί προ ημερών (και ενδεχομένως να του απογορεύει ακόμη και να πολιτευτεί), τελικώς αναβλήθηκε για τις… 21 Σεπτεμβρίου, ενώ η «ενωμένη» τουρκική αντιπολίτευση από την πλευρά της δεν έχει ακόμη ανακοινώσει τον κοινό προεδρικό υποψήφιο πίσω από τον οποίο θα συστρατευθεί ενόψει των εκλογών… που εάν όμως διεξαχθούν πρόωρα, θα διεξαχθούν εκεί γύρω στον Σεπτέμβριο…