Kathimerini.gr
Βασίλης Νέδος
Είναι η Ρωσική Ομοσπονδία ο «Μεγάλος Ασθενής» του 21ου αιώνα; Το ερώτημα αυτό περιστρέφεται στο μυαλό όλων όσοι παρακολουθούν αυτά που συμβαίνουν τις τελευταίες ώρες στο εσωτερικό πια στο έδαφος της αχανούς ευρασιατικής δύναμης. Η σύγκρουση ανάμεσα στις κρατικές δυνάμεις που βρίσκονται ακόμα υπό τον έλεγχο του Βλαντίμιρ Πούτιν και της «Βάγκνερ», τους εμπειροπόλεμους μισθοφόρους του ιδιόρρυθμου πρώην «μπάτλερ» του προέδρου, Γεβγκένι Πριγκόζιν, είναι σύμπτωμα της αποτυχίας της Ρωσίας να κερδίσει έναν πόλεμο που από δήθεν μοντέρνος “Blitzkrieg” μετατράπηκε σε ένα βάλτο από λάσπη και αίμα, στον οποίο πνίγηκε το διεθνές γόητρο της Ρωσίας ως υπερδύναμης.
Αυτά είναι σημάδια ενδόρρηξης, κατάρρευσης της εσωτερικής συνοχής ενός κράτους το οποίο παραμένει μια από τις δυνάμεις που διαθέτουν πυρηνικές κεφαλές, ικανές να μετατρέψουν τον πλανήτη σε ακατοίκητη έρημο. Στις δυτικές πρωτεύουσες επικρατεί μια πολύ λογική σιωπηλή ανησυχία. Πως είναι πιθανόν να αντιδράσει όποιος τελικά επικρατήσει σε αυτή τη σύγκρουση; Μέχρι που είναι διατεθειμένος να φτάσει ο Πριγκόζιν; Πόσες αντοχές έχει ο Πούτιν; Υπάρχει «σύστημα» στη Ρωσία που έχει αποφασίσει να υποστηρίξει το πραξικόπημα; Ποια η στάση των Ρώσων απέναντι σε αυτό το ενδεχόμενο; Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στο μέτωπο της Ουκρανίας;
Όλα αυτά τα ερωτήματα είναι πολύ δύσκολο να απαντηθούν ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη μια σύγκρουση, ένα πραξικόπημα για το οποίο οι αξιόπιστες πληροφορίες που διατίθενται είναι ελάχιστες. Οι Ρώσοι είναι μεν μετρ της Μασκιρόβκα, δηλαδή των επιχειρήσεων παραπλάνησης με αντικειμενικό σκοπό την εξαπάτηση του εχθρού, ωστόσο εδώ τα πράγματα φαίνεται να παίρνουν μια τροπή ανεξέλεγκτη.
Ο πόλεμος της Ουκρανίας μετατρέπεται σε θρυαλλίδα η οποία φέρνει τη Ρωσία, έναν χώρο εκ της γεωγραφίας ατελείωτων φυσικών πόρων, για πρώτη φορά από τα χρόνια του Μεγάλου Πέτρου στις αρχές του 18ου αιώνα, αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο διεθνούς υποβάθμισης της επιρροής της.
Η Μόσχα δεν μπορεί να κερδίσει έναν πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ πλέον πέρα από το μέτωπο στη Δύση, έχει να αντιμετωπίσει και την πανίσχυρη Κίνα. Η οικονομική και πληθυσμιακή ανάπτυξη της Κίνας, φθάνει σε τέτοιο βαθμό που θα μπορούσε στα επόμενα χρόνια να μετατρέψει τη Ρωσία σε ένα από τα πολλά κράτη που μάλλον βρίσκονται στην περιφέρεια του Πεκίνου, παρά ορίζουν το ρυθμό των σχέσεων με αυτό.
Για τους Αμερικανούς, κυρίως όμως για τους Ευρωπαίους, το μέλλον της Ρωσίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ασφάλεια της ηπείρου. Πρόσφατα, ο – πλέον εκατοντούτης – Χένρι Κίσσινγκερ, σε μια συνέντευξη του στο πρακτορείο «Bloomberg» χαρακτήρισε τον Βλαντίμιρ Πούτιν ως μια Ντοστογιεφσκική φιγούρα που είναι εγκλωβισμένη στο πάθος αναζήτησης στόχων οι οποίοι είναι αδύνατον να επιτευχθούν. Ο Κίσσινγκερ είπε, ακόμα, ότι η διάλυση της Ρωσίας ή η υποβάθμισή σε καθεστώς πλήρους αδυναμίας θα ήταν καλύτερο να αποφευχθεί. Η Ρωσία (και η Σοβιετική Ένωση) υπήρξε συχνότερα πυλώνας σταθερότητας για το διεθνές σύστημα, ειδικά εις ό,τι αφορά τον ανταγωνισμό μεγάλων δυνάμεων, παρά το αντίθετο, γεγονός το οποίο οι Αμερικανοί το γνωρίζουν καλύτερα από πολλούς.
Μια Ρωσία σε μεγαλύτερη εσωστρέφεια, με τα αυτονομιστικά κινήματα ανά την επικράτεια να επιχειρούν – ενδεχομένως – να εκμεταλλευτούν την αδυναμία του κεντρικού κράτους, κατακερματισμένη σε ακόμα μικρότερα τιμάρια, θα είναι ένας τόπος πολύ πιο επικίνδυνος όχι μόνο για τους Ρώσους, αλλά και για τον υπόλοιπο πλανήτη. Είναι νωρίς να υπολογίσει κάποιος αν το 2023-24 μοιάζει περισσότερο με το 1991, όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση εκ των έσω. Αλλά είναι απολύτως βέβαιο, πως ό,τι ξημερώνει στη Μόσχα δεν θα έχει παραλληλισμούς με την περίοδο μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου και τη μετάβαση από το τσαρικό στο σοβιετικό καθεστώς πριν από σχεδόν 100 χρόνια. Το αποτύπωμα της Ρωσίας μειώνεται.
Στο νέο κονσέρτο της Ευρώπης (ανάλογη ίσως με τη συμφωνία ανάμεσα στις Μεγάλες Δυνάμεις που καθόριζε τον 19ο αιώνα τις ισορροπίες στην ήπειρο) η Ρωσία δεν είναι πια παρούσα. Αλλά και οι ίδιες οι ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν είναι παρά συνιστώσες του ΝΑΤΟ, δηλαδή της αμερικανικής ομπρέλας ασφαλείας, η οποία μετά τον Φεβρουάριο του 2022 ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τον έλεγχο της Ουάσιγκτον στις γεωπολιτικές υποθέσεων των Ευρωπαίων.
Η επιτάχυνση αυτή των εξελίξεων που οδηγούν τη γεωπολιτική επιρροή βαθύτερα στην Ευρώπη, υποβαθμίζουν έτι περαιτέρω την ρωσική επιρροή και ενισχύουν κάθετα την δυναμική εξάπλωσης της κινεζικής επιρροής στη Κεντρική Ασία και τη Ρωσική άπω Ανατολή, αποτελούν σκηνή που προοικονομεί τον βασικό ανταγωνισμό: Εκείνον ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Κίνα, με τη διαχείριση της απομείωσης της διεθνούς επιρροής της Ρωσίας, εν είδει νέου «Μεγάλου Ασθενή» να είναι ένα από τα ζητήματα που θα πρέπει να επιλυθούν χωρίς ο κόσμος να οδηγηθεί στον όλεθρο.