Τρία χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης του κορωνοϊού, που αναστάτωσε τη ζωή όλου του κόσμου και οδήγησε την Ευρωπαϊκή Ένωση στην υπόσχεση καλύτερης συνεργασίας όταν έρθει η επόμενη υγειονομική κρίση, μια νέα πολιτική διελκυστίνδα έχει προκύψει, με την ίδια προέλευση.
Η απόφαση της Κίνας να άρει την πολιτική μηδενικής ανοχής οδήγησε σε τεράστια αύξηση των κρουσμάτων και σε παγκόσμια ανησυχία. Ωστόσο οι πρώτες προσπάθειες για κοινή αντίδραση της ΕΕ απέτυχαν καθώς η Ιταλία ανακοίνωσε τους δικούς της συνοριακούς ελέγχους για τους προερχόμενους από την Κίνα.
«Είναι απογοητευτικό για μένα ότι ακόμη δεν υπάρχει ενιαία ευρωπαϊκή αντίδραση»
Κι ενώ η Ένωση κινείται τώρα προς μια συντονισμένη προσέγγιση για τα μέτρα έναντι των αφίξεων από την Κίνα, περιλαμβανομένων των ελέγχων πριν την αναχώρηση, των μασκών κατά τη διάρκεια των πτήσεων και των ελέγχων των αποβλήτων για τυχόν παρουσία νέων μεταλλάξεων, με νέες συνομιλίες να προγραμματίζονται για την Τετάρτη, ήδη η μια χώρα μετά την άλλη προβαίνουν σε μονομερείς ανακοινώσεις προληπτικών μέτρων για ταξιδιώτες από την Κίνα.
«Είναι απογοητευτικό για μένα – παρά τα τρία έτη της πανδημίας – ότι ακόμη δεν υπάρχει ενιαία, συντονισμένη ευρωπαϊκή αντίδραση», είπε η Μάριον Κούπμανς, επικεφαλής του τμήματος ιολογίας του Ιατρικού Κέντρου στο Πανεπιστήμιο Εράσμους της Ολλανδίας.
Γιατί λοιπόν η ευρωπαϊκή ενότητα έπεσε στο πρώτο εμπόδιο; Το Politico έθεσε τα ερωτήματα και προσπάθησε να δώσει κάποιες απαντήσεις.
Ποια μέτρα ισχύουν για τις αφίξεις από την Κίνα;
Οι περισσότερες χώρες έχουν ήδη ανακοινώσει κάποια μορφή ελέγχων, με την Ιταλία να δοκιμάζει ταξιδιώτες που φτάνουν από την Κίνα και να απομονώνει όσους είναι θετικοί. Η Ισπανία δοκιμάζει και πραγματοποιεί θερμομετρήσεις και από την Τρίτη επιβάλλει πιστοποιητικά COVID, ενώ η Γαλλία απαιτεί αρνητικά τεστ πριν ταξιδέψει κανείς από την Κίνα, μάσκες σε αεροπλάνα και τεστ PCR κατά την άφιξη για όλους τους επιβάτες.
Η Σουηδία έγινε η τελευταία χώρα της ΕΕ που ανακοίνωσε σχέδια για εφαρμογή περιορισμών, λέγοντας την Τρίτη ότι «προετοιμάζεται να εισαγάγει ταξιδιωτικούς περιορισμούς που απαιτούν αρνητικό τεστ COVID-19 για είσοδο στη Σουηδία από την Κίνα».
Πέρα από τη Μάγχη, η Μεγάλη Βρετανία ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι θα απαιτεί αρνητικό τεστ πριν από το ταξίδι και θα λάβει επίσης δείγματα από τις αφίξεις.
Το Βέλγιο ακολούθησε διαφορετική αντιμετώπιση, δοκιμάζοντας τα λύματα από τα αεροπλάνα δύο φορές την εβδομάδα και ακολουθώντας τα δείγματα για αναζήτηση νέων παραλλαγών.
Όλα αυτά ίσως αλλάξουν την Τετάρτη, ωστόσο, με τη συνεδρίαση του οργάνου αντιμετώπισης κρίσεων της ΕΕ για να συζητηθεί μια συντονισμένη απάντηση, «επιτέλους», όπως σχολιάζει το Politico.
Γιατί υπάρχουν διαφορετικές αντιδράσεις;
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που παίζουν – πικρή πείρα (ειδικά στην περίπτωση της Ιταλίας), φόβος για νέες παραλλαγές, ανησυχίες για τα στατιστικά της Κίνας και βεβαίως τα οικονομικά δεδομένα.
Η Ιταλία, η πρώτη που χτύπησε μόνη της, έχει πει ότι οι κανόνες της θα διασφαλίζουν «την επιτήρηση και τον εντοπισμό οποιωνδήποτε παραλλαγών του ιού προκειμένου να προστατευθεί ο ιταλικός πληθυσμός». Αυτή η απόφαση φαίνεται να οφείλεται στην ψυχολογία ότι η Ιταλία επλήγη απίστευτα σκληρά από την COVID-19 το 2020, δήλωσε η Ελίζαμπεθ Κούιπερ, αναπληρώτρια διευθύντρια και επικεφαλής του προγράμματος κοινωνικής Ευρώπης και ευημερίας στη δεξαμενή σκέψης European Policy Centre.
Η Γαλλία δικαιολόγησε την απόφασή της λέγοντας ότι η κυβέρνηση έχει λάβει «μέτρα ελέγχου της υγείας προκειμένου να διασφαλίσει την προστασία του γαλλικού πληθυσμού». Εκτός από τα τεστ, θα ακολουθήσουν έλεγχοι στα θετικά δείγματα για να εντοπισθούν τυχόν νέες παραλλαγές, σύμφωνα με την πρωθυπουργό Ελιζαμπέτ Μπορν, υπονοώντας ότι υπάρχει δυσπιστία για τις πληροφορίες που προέρχονται από την Κίνα.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κυβέρνηση δεν διστάζει να πει ότι η απόφασή της οφείλεται στην «έλλειψη ολοκληρωμένων πληροφοριών υγείας που προσφέρει η Κίνα». Το βρετανικό υπουργείο Υγείας είπε ότι εάν υπάρξει βελτίωση στην ανταλλαγή πληροφοριών και μεγαλύτερη διαφάνεια «τότε θα επανεξεταστούν τα προσωρινά μέτρα».
Άλλες χώρες είναι πιο συγκρατημένες. Για την Αυστρία, η οποία μέχρι στιγμής έχει αντισταθεί στην πίεση από χώρες όπως η Ιταλία να ακολουθήσει τα ταξιδιωτικά μέτρα της ΕΕ, οποιοσδήποτε περιορισμός στις αφίξεις από την Κίνα θα ήταν τεράστιο πλήγμα. Η αυστριακή κυβέρνηση είπε ότι το άνοιγμα της Κίνας «προαναγγέλλει την επιστροφή της πιο σημαντικής ασιατικής αγοράς για τις επόμενες τουριστικές περιόδους».
Αυτό είναι «ένα ξεκάθαρο παράδειγμα του πώς οι χώρες προσπαθούν να εξισορροπήσουν τις οικονομικές συνέπειες της COVID και τις ανησυχίες για τη δημόσια υγεία», είπε η κα Κούιπερ.
Δεν συμφώνησαν οι χώρες της Ε.Ε. να συνεργαστούν;
Ένα από τα βασικά μαθήματα της Ευρώπης από την πανδημία υποτίθεται ότι ήταν η συλλογική ανταπόκριση στις απειλές για την υγεία. Ήταν τόσο σημαντικό για τις χώρες, που ιδρύθηκε η Ένωση Υγείας της Ε.Ε. Οι διαφωνίες όμως σχετικά με την Κίνα δείχνουν ότι «η προεπιλογή της αυτόματης αντίδρασης των κρατών-μελών δεν έχει εξαφανιστεί εντελώς», δήλωσε ο Πολ Μπέλτσερ, σύμβουλος ευρωπαϊκής δημόσιας υγείας και σύμβουλος της μη κερδοσκοπικής Ευρωπαϊκής Συμμαχίας Δημόσιας Υγείας.
Αυτή η ασύντακτη ανταπόκριση έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με το εάν ο συντονισμός της Ε.Ε. έχει λάβει τη σωστή μορφή. Κεντρικό τμήμα της Ένωσης Υγείας της Ε.Ε. είναι η Αρχή Ετοιμότητας και Αντιμετώπισης Καταστάσεων Έκτακτης Υγειονομικής Ανάγκης (HERA), η οποία ιδρύθηκε ακριβώς για να μπορέσει η Ευρώπη να ανταποκρίνεται γρήγορα και κατάλληλα κατά τη διάρκεια μιας υγειονομικής κρίσης. Ωστόσο, εντάσσεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και δεν είναι ανεξάρτητη, έχοντας κάπως δεμένα τα χέρια της, υποστήριξε η κα Κούιπερ από το European Policy Centre.
«Εάν η HERA ήταν ανεξάρτητη υπηρεσία, θα μπορούσε να είχε υιοθετηθεί ισχυρότερη ευρωπαϊκή θέση σχετικά με την ανάγκη επιβολής ταξιδιωτικών περιορισμών για επιβάτες που προέρχονται από την Κίνα», είπε η κα Κούιπερ. Ελλείψει αυτού, οι χώρες έχουν λάβει μέτρα με βάση τα εθνικά κίνητρα, είπε.
Μπορούμε να πιστέψουμε τα κινεζικά δεδομένα;
Οι ανησυχίες για τη διαφάνεια της Κίνας για την COVID-19 δεν είναι κάτι νέο, αλλά, καθώς η χώρα ανοίγει τα σύνορά της, ακόμα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, ο οποίος συνήθως αρνείται να κουνήσει το δάχτυλο σε συγκεκριμένες χώρες, ζήτησε περισσότερες πληροφορίες.
Ο επικεφαλής του ΠΟΥ, Τέντρος Γκεμπρεγέσους, δήλωσε ότι για να γίνει μια συνολική εκτίμηση κινδύνου της κατάστασης επί του πεδίου ο ΠΟΥ «χρειάζεται πιο λεπτομερείς πληροφορίες».
Αυτό που κάνει η Κίνα είναι να μοιράζεται δεδομένα γενετικής αλληλουχίας στη διεθνή βάση δεδομένων GISAID, «το οποίο είναι αξιέπαινο», δήλωσε ο Ντέιβιντ Χέιμαν, καθηγητής επιδημιολογίας μολυσματικών ασθενειών στο London School of Hygiene and Tropical Medicine. «Αλλά δεν κοινοποιεί τα επιδημιολογικά δεδομένα που θα βοηθήσουν στην κατανόηση της μεταδοτικότητας και της λοιμογόνου δράσης που συνοδεύει κάθε πληροφορία και έτσι αφήνει ένα κενό στην κατανόησή μας», είπε.
Εν τω μεταξύ, η Κίνα δεν είναι ικανοποιημένη με την παγκόσμια αντίδραση. «Ορισμένες χώρες έχουν εφαρμόσει περιορισμούς εισόδου που στοχεύουν μόνο Κινέζους ταξιδιώτες. Αυτό δεν έχει επιστημονική βάση και ορισμένες πρακτικές είναι απαράδεκτες», ανέφερε εκπρόσωπος της κινεζικής κυβέρνησης.
Τι λένε οι επιστήμονες;
«Δεν υπάρχει κοινό έδαφος επιστημονικά ως προς το τι πρέπει να γίνει, αν δηλαδή έχει νόημα να γίνονται τεστ σε όλους ταξιδιώτες κατά την άφιξή τους ή όχι», αναφέρει ο Στέφεν Φαν Χουτ, υψηλόβαθμος αξιωματούχος Υγείας στο Βέλγιο. «Η συζήτηση έχει στοιχεία επιστημονικού ντιμπέιτ, αλλά είναι επίσης πολιτική», προσθέτει.
Μια από τις βασικές ανησυχίες είναι ότι νέες μεταλλάξεις θα μπορούσαν να ξεπηδήσουν από την Κίνα. Κάποιοι επιστήμονες, ωστόσο, λένε ότι αυτό δεν είναι πιθανό, καθώς η χώρα βρίσκεται πίσω στην καμπύλη των νέων παραλλαγών, σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο.
Παρόλα αυτά, αν μια νέα παραλλαγή εμφανιστεί, είναι απίθανο οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί να σταματήσουν εντελώς την εξάπλωση. Κατά κάποιες απόψεις, άλλωστε, και στο παρελθόν έχει αναδειχθεί το συμπέρασμα ότι οι περιορισμοί αυτοί δεν ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικοί στα να σταματήσουν τη μετάδοση νέων μεταλλάξεων.
Ένας τρόπος για να εντοπιστεί ταχέως τυχόν εμφάνιση νέων παραλλαγών χωρίς να «στοχοποιούνται» μεμονωμένα ταξιδιώτες είναι να εξετάζονται τα λύματα από τις τουαλέτες των αεροσκαφών και των αεροδρομίων, κάτι που, άλλωστε ζήτησε και η Ευρωπαία επίτροπος Υγείας, Στέλλα Κυριακίδου, στις χθεσινές διαβουλεύσεις στις Βρυξέλλες.
Πηγή: Politico