Καθώς ολοκληρώνεται ο ένατος μήνας του μεγαλύτερου και βιαιότερου πολέμου στην Ευρώπη μετά το 1945, το χειρότερο που θα μπορούσαμε να κάνουμε για την υπόθεση της ειρήνης θα ήταν να πιέσουμε για ειρηνευτικές συνομιλίες με τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Αντίθετα, το καλύτερο που θα μπορούσαμε να κάνουμε θα ήταν να ενισχύσουμε στρατιωτικά, οικονομικά και ανθρωπιστικά την Ουκρανία, μέχρι να έρθει η ημέρα της διαπραγμάτευσης από θέση ισχύος. Ο Ντόναλντ Τραμπ άφησε πρόσφατα να εννοηθεί ότι θα ήταν ο ιδανικός υποψήφιος για να εφαρμόσει τις διαπραγματευτικές του ικανότητες απέναντι στον Πούτιν. Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι πρότεινε επίσης τον εαυτό του ως μεσολαβητή.
Μήπως οι σημερινοί διαδηλωτές θα πίστευαν ότι ο κόσμος θα ήταν καλύτερος αν οι σύμμαχοι είχαν υπογράψει ειρήνη με έναν Χίτλερ οπλισμένο με πυρηνικά όπλα;
Τι ντριμ τιμ θα ήταν αυτή; Μία ομάδα κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της Μόσχας. Ο Πούτιν θα ήθελε πολύ μία εκεχειρία στο ουκρανικό μέτωπο, με τους δύο αυτούς άνδρες να κάθονται στο επίμηκες τραπέζι του στο Κρεμλίνο. Την ίδια ώρα, ο ταλαιπωρημένος στρατός του Ρώσου δικτάτορα μπορεί ακόμη να οχυρωθεί και να υπερασπιστεί τις σημερινές θέσεις του, προτού καλέσει ενισχύσεις και αρχίσει πάλι τις επιχειρήσεις με νέα ορμή, αφού στείλει επιστολή ευχαριστιών στον Μπερλουσκόνι και τον Τραμπ. Αν η Ρωσία διατηρήσει τα ουκρανικά εδάφη που ήδη κατέχει (έκταση τρεις φορές αυτής του Βελγίου) ο Πούτιν θα μπορεί να ισχυρισθεί ότι κατήγαγε ιστορική νίκη, αποκαθιστώντας –έστω και μερικώς– τη Νέα Ρωσία της Μεγάλης Αικατερίνης. Μια τέτοια εξέλιξη θα έστελνε μήνυμα ότι η στρατιωτική βία αποφέρει καρπούς. Η Ταϊβάν θα έπρεπε να ανησυχεί. Οι Ουκρανοί, όμως, ουδέποτε θα αποδέχονταν κάτι τέτοιο. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι Ουκρανοί είναι πρόθυμοι να πληρώσουν πολύ μεγάλο φόρο αίματος για να ανακτήσουν τη γη τους.
Η ώρα της διαπραγμάτευσης θα φθάσει εν καιρώ. Ενας πόλεμος με τη Ρωσία, χώρα η οποία διαθέτει ένα από τα μεγαλύτερα αποθέματα όπλων μαζικής καταστροφής και έναν καταχθόνιο ηγέτη, ικανό να τα χρησιμοποιήσει σε στιγμή απελπισίας, δεν μπορεί να λήξει με άνευ όρων συνθηκολόγηση, όπως αυτή της Γερμανίας του 1945. Η Ουκρανία έχει απόλυτο νομικό και ηθικό δικαίωμα να απαιτεί την επιστροφή των εδαφών της, συμπεριλαμβανομένης και της Κριμαίας. Κάθε συμβιβασμός που θα προκύψει ύστερα από διαπραγμάτευση, θα πρέπει να έχει την έγκριση της Ουκρανίας. Οπως όλοι αντιλαμβάνονται, μία τέτοια ειρήνη δεν θα γίνει αποδεκτή από τον Πούτιν, ιδίως μετά την ανακοίνωσή του ότι τέσσερις ουκρανικές περιοχές αποτελούν πλέον τμήμα της ρωσικής επικράτειας. Ο Ρώσος δικτάτορας πρέπει τώρα είτε να αποδεχθεί μία τέτοια συμφωνία ή μία εκεχειρία, που θα αποφασισθεί από τον διάδοχό του. Ουδείς γνωρίζει πότε και με ποιο τρόπο θα έρθει η αλλαγή στη Μόσχα, ενώ η μεταβατική περίοδος θα είναι η πιο επικίνδυνη στιγμή. Αυτή, όμως, είναι η ασφαλέστερη οδός για μία μόνιμη ειρήνη ύστερα από έναν μακρύ πόλεμο.
Για να φθάσει στο σημείο αυτό, η Δύση οφείλει να ενισχύσει τη στήριξή της στην Ουκρανία, επιτρέποντας στο Κίεβο να διατηρήσει τη στρατιωτική του ορμή και εξασφαλίζοντας την επιβίωση του πληθυσμού τον χειμώνα. Οι απώλειες της Ρωσίας στο πεδίο της μάχης έστρεψαν τη Μόσχα σε άνανδρες και εγκληματικές επιθέσεις με στόχο τις υποδομές κοινής ωφελείας. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το ήμισυ των ενεργειακών υποδομών της χώρας έχει τεθεί εκτός λειτουργίας ή έχει καταστραφεί, 10 εκατομμύρια Ουκρανοί ζουν χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και περισσότερα από 700 νοσοκομεία βομβαρδίστηκαν. Σχεδόν οκτώ εκατομμύρια Ουκρανοί κατέφυγαν στο εξωτερικό και 5 εκατομμύρια αναζήτησαν καταφύγιο στο εσωτερικό της χώρας τους. Ο ΠΟΥ εκτιμά ότι άλλα 2 με 3 εκατομμύρια άνθρωποι θα εγκαταλείψουν τις εστίες τους σε αναζήτηση «ζέστης και ασφάλειας». Η Ευρώπη έχει να βιώσει τέτοιες εξελίξεις από το 1945. Πρώτη προτεραιότητα είναι η ενίσχυση της ουκρανικής αεράμυνας, προκειμένου να προληφθούν νέες επιθέσεις εναντίον υποδομών κοινής ωφελείας. Οι πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών, όπως οι αμερικανικοί HIMARS, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στις πρόσφατες στρατιωτικές επιτυχίες της Ουκρανίας, με την ανάγκη για ενίσχυση των δυνάμεων αυτών να καθίσταται επιτακτική προκειμένου να αντιμετωπισθεί το ρωσικό πυροβολικό. Καθώς η Ουκρανία θα ανακτά σταδιακά το έδαφός της και η κατεχόμενη από τη Ρωσία ζώνη θα συρρικνώνεται, οι μάχες θα περιορισθούν γεωγραφικά και το Κίεβο θα χρειαστεί σύγχρονα άρματα μάχης, όπως τα γερμανικά Leopard 2. Πέρα από αυτό, θα χρειαστεί γεννήτριες, μηχανικούς για την επισκευή των ηλεκτροπαραγωγών μονάδων, φαρμακευτικό υλικό και μεγάλη οικονομική βοήθεια, μόνο και μόνο για να προληφθεί η κατάρρευση της εθνικής οικονομίας της Ουκρανίας.
Τους πρώτους μήνες του πολέμου το βάρος της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία σήκωσαν κυρίως λίγες δυτικές χώρες. Η βρετανική κυβέρνηση δεν μας έδωσε άλλες αφορμές υπερηφάνειας τα τελευταία χρόνια, με εξαίρεση την Ουκρανία. Αλλα ευρωπαϊκά κράτη, που εμφανίζονταν αρχικά διστακτικά να οπλίσουν την Ουκρανία, άλλαξαν έκτοτε στάση. Ο Πούτιν κλιμάκωσε ήδη τον πόλεμο, σε αντίποινα της δυτικής βοήθειας προς το Κίεβο. Θα μπορούσε να πάει ακόμη πιο μακριά, κάνοντας χρήση πυρηνικών όπλων πεδίου μάχης. Η ήττα των δυνάμεων της ωμής βίας παραμένει επιτακτική, ανεξάρτητα από τις συνέπειες.
Λάθος κίνηση
Θα ήταν σφάλμα να σπεύσουμε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης υπό το κράτος του φόβου, όπως μας ζητούν διαδηλωτές σε Γερμανία και Ιταλία. Μία μόνιμη ειρήνη στην Ευρώπη είναι αδύνατη με τον Πούτιν στην εξουσία. Δεν έχουμε τη δυνατότητα να τον ανατρέψουμε, αλλά μπορούμε να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες συνθήκες προκειμένου οι ίδιοι οι Ρώσοι να εγκαταλείψουν αυτοβούλως την αυτοκαταστροφική πορεία στην οποία έθεσε ο ηγέτης τους τη χώρα. Σε τελική ανάλυση, ακόμη και η ίδια η Ρωσία θα έχει όφελος από μία ρωσική ήττα στην Ουκρανία. Μήπως οι σημερινοί διαδηλωτές θα πίστευαν ότι ο κόσμος θα ήταν καλύτερος αν οι σύμμαχοι είχαν υπογράψει ειρήνη με έναν Χίτλερ οπλισμένο με πυρηνικά όπλα;
Μοιάζει ανόητο, παράλογο, ακόμη και ανήθικο να υποστηρίζουμε ότι ο πόλεμος είναι ο δρόμος προς την ειρήνη. Αφήσαμε, όμως, με δική μας ευθύνη μία μεγάλη πολεμική σύρραξη να ξεσπάσει στην ήπειρό μας και ο καλύτερος τρόπος να εξασφαλίσουμε την ειρήνη είναι να επιτρέψουμε στη σωστή πλευρά να νικήσει στον πόλεμο.
* Ο κ. Τίμοθι Γκάρτον-Ας είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.