Kathimerini.gr
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν βρέθηκε τη Μεγάλη Εβδομάδα στο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας για να τιμήσει τα 25 χρόνια από την υπογραφή της λεγόμενης συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής (βάσει του δυτικού Πασχαλίου), η οποία τερμάτισε το 1998 τις εμφύλιες διαμάχες που διήρκεσαν τουλάχιστον τρεις δεκαετίες και στοίχισαν τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους στη χώρα.
Ο κ. Μπάιντεν, μιλώντας στο Πανεπιστήμιο Ολστερ, δήλωσε: «Το 1991 που βρέθηκα ξανά εδώ, η πόλη ήταν χωρισμένη με συρματόπλεγμα. Σήμερα βρίσκομαι σε ένα πανεπιστήμιο με γυάλινους τοίχους, που αφήνουν το φως να μπει μέσα και να λάμψει. Αυτό αποτελεί μια τρομερή μαρτυρία για τη δύναμη και τις δυνατότητες της ειρήνης», ενώ πρόσθεσε πως η ιστορία της Βόρειας Ιρλανδίας «είναι και ιστορία της Αμερικής».
Η εν λόγω συμφωνία προέβλεπε μεν τη συνέχιση της ένωσης της Βόρειας Ιρλανδίας με τη Μεγάλη Βρετανία, διατηρώντας ωστόσο ένα καθεστώς αυτονομίας για την ιρλανδική επαρχία. Στο πλαίσιό της, οι καθολικοί υπέρμαχοι της ένωσης με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας δέχτηκαν να καταθέσουν τα όπλα.
Ο Αμερικανός πρόεδρος υποσχέθηκε στήριξη ύψους 6 δισ. δολαρίων στη χώρα με μοναδική προϋπόθεση να οριστεί μια σταθερή κυβέρνηση στο Μπέλφαστ και να αποκατασταθούν οι σχέσεις με την Αγγλία, οι οποίες τους τελευταίους μήνες είναι τεταμένες κυρίως εξαιτίας νομικών ζητημάτων που αφορούν τις εισαγωγές και τις εξαγωγές προϊόντων, τα οποία προέκυψαν λόγω του Brexit.
Ο Τζο Μπάιντεν κάλεσε τις πολιτικές δυνάμεις της Βόρειας Ιρλανδίας να ξεπεράσουν αυτά που τους χωρίζουν για να τερματίσουν την παράλυση των πολιτικών θεσμών κατά την ομιλία του στο πανεπιστήμιο του Μπέλφαστ, τονίζοντας ότι «ελπίζω πως η λειτουργία της Βουλής και της κυβέρνησης θα αποκατασταθούν προσεχώς».
Λίγο πριν από την ομιλία του, ο κ. Μπάιντεν συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό της Βρετανίας Ρίσι Σούνακ για 45 λεπτά, σε μια συνάντηση που πολλοί επέκριναν ως υπερβολικά σύντομη. Οι δυο τους πήραν μαζί πρωινό και συζήτησαν για τη σημασία της συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής, αλλά και για τα προβλήματα της Βόρειας Ιρλανδίας, η οποία διέρχεται μια σοβαρή πολιτική και οικονομική κρίση. Επιπλέον, συζήτησαν για τη διεθνή οικονομία και συμφώνησαν πως «η χειραγώγηση των διεθνών αγορών από αυταρχικές δυνάμεις υπογραμμίζει περισσότερο από ποτέ την ανάγκη για συντονισμένη δράση και συνεργασία εκ μέρους των δημοκρατικών χωρών».
O κ. Μπάιντεν προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Μπέλφαστ αργά το βράδυ της Μεγ. Τρίτης, όπου τον υποδέχθηκε ο κ. Σούνακ με θερμή χειραψία. Λίγες ώρες προτού αφιχθεί δέχθηκε σκληρές επικρίσεις από το κυρίαρχο Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα (DUP), μέλη του οποίου υποστήριξαν ότι ο Αμερικανός πρόεδρος είναι «αντιβρετανός» και «μισεί το Ηνωμένο Βασίλειο». Οι χαρακτηρισμοί αυτοί ανάγκασαν τον Λευκό Οίκο να προβεί σε ανακοίνωση-απάντηση, στην οποία ξεκαθαρίζει πως οι κατηγορίες αυτές είναι «απολύτως ψευδείς» και ότι ο κ. Μπάιντεν, ο οποίος άλλωστε έχει αναφερθεί πολλάκις στις ιρλανδικές ρίζες του, υπήρξε πάντοτε «θερμός υποστηρικτής των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών».
Υστερα από την ομιλία του, ο κ. Μπάιντεν επισκέφθηκε το Δουβλίνο και κατόπιν την περιφέρεια του Λουθ, από την οποία κατάγεται ο προ-προπάππους του, Τζον Φίνεγκαν. Τη Μεγάλη Πέμπτη συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, Μάικλ Χίγκινς, και απευθύνθηκε στο Κοινοβούλιο της χώρας.
Ο Αμερικανός ηγέτης έγινε δεκτός όχι μόνο με χειροκροτήματα αλλά και με φωνές και επευφημίες στο κοινοβούλιο στο Δουβλίνο. Σαν στο σπίτι του…