Kathimerini.gr
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία, την αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά τις προμήθειες ενέργειας από τη Ρωσία και τον αυξανόμενο κίνδυνο ύφεσης, οι πιέσεις στο ευρώ είναι πλέον τόσο έντονες που είχαν ως αποτέλεσμα το νόμισμα να αγγίξει την απόλυτη ισοτιμία με το αμερικανικό δολάριο.
Αυτό είναι κάτι που έχει να συμβεί από τον Δεκέμβριο του 2002, δηλαδή κατά τα πρώτα χρόνια ύπαρξης του νομίσματος. Ο στρογγυλός αυτός αριθμός έχει αποτελέσει πηγή ενδιαφέροντος για τους επενδυτές.
Στις αγορές συναλλάγματος, «το 1,00 είναι ίσως το πιο σημαντικό ψυχολογικό όριο», ανέφεραν αναλυτές της ολλανδικής τράπεζας ING σε σημείωμα προς τους πελάτες.
Ακόμη πιο αξιοσημείωτο είναι το πόσο γρήγορα υποχώρησε το ευρώ έναντι του δολαρίου. Το νόμισμα, το οποίο χρησιμοποιούν 19 ευρωπαϊκές χώρες, έχει υποχωρήσει περισσότερο από 11% φέτος, καθώς η ισχύς του δολαρίου υπήρξε σχεδόν ασυναγώνιστη.
Η μεγάλη πτώση του ευρώ ήρθε καθώς το δολάριο, το οποίο αποτελεί εδώ και γενιές ένα από το πιο ασφαλή νομίσματα για επενδύσεις, ισχυροποιήθηκε έναντι σχεδόν όλων των σημαντικών νομισμάτων στον κόσμο.
Τα νομίσματα κινούνται όπως οι μετοχές, τα ομόλογα ή οποιοδήποτε άλλο επενδυτικό προϊόν – οι επενδυτές μπορούν να τα αγοράσουν άμεσα όταν θεωρούν πως θα αυξηθεί η αξία τους, και να τα πουλήσουν όταν πιστεύουν ότι θα μειωθεί.
Επιπλέον, αντανακλούν την παγκόσμια ζήτηση για τα επενδυτικά προϊόντα μιας χώρας, καθώς η αγορά κυβερνητικών ομολόγων στις ΗΠΑ ή μετοχών της Apple απαιτεί συναλλαγή αρχικά σε δολάρια, και μεγάλο μέρος των παγκόσμιων εμπορικών συναλλαγών γίνεται με δολάρια.
Έτσι, όπως συμβαίνει συχνά σε καιρούς οικονομικών δυσχερειών, εκείνοι που ψάχνουν ένα ασφαλές «μέρος» για τα χρήματά τους, έχουν αγοράσει περισσότερα δολάρια, σε βάρος άλλων νομισμάτων όπως το ευρώ.
«Πονοκέφαλος» για την ΕΚΤ
Το ευρώ καθιερώθηκε το 1999 μετά από δεκαετίες συζητήσεων και σχεδιασμών, με στόχο να φέρει ενότητα, ευημερία και σταθερότητα στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Μετά από δύο μεγάλους πολέμους κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, το επιχείρημα υπέρ του ευρώ και του ευρύτερου ευρωπαϊκού σχεδίου ήταν ότι οι κοινοί θεσμοί θα μείωναν τον κίνδυνο πολέμου και κρίσεων και θα παρείχαν διπλωματικά πεδία για την επίλυση συγκρούσεων. Το ευρώ αποτελούσε βασικό σύμβολο αυτής της ενότητας.
Αλλά το ευρώ, όπως και όλα τα νομίσματα, είναι όσο ισχυρό όσο και η πίστη των ανθρώπων σε αυτό. Η πίστη αυτή δοκιμάστηκε σε μεγάλο βαθμό πριν από περίπου μια δεκαετία όταν οι επενδυτές τράπηκαν σε φυγή από τις υπερχρεωμένες χώρες και τα προγράμματα διάσωσης οδήγησαν σε αντιπαραθέσεις σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική πολιτική.
Η κρίση απείλησε το μέλλον του νομίσματος, αλλά η πίστη σε αυτό έχει ως επί το πλείστον αποκατασταθεί. Μάλιστα, η ευρωζώνη, η οποία ξεκίνησε με 11 χώρες, θα καλωσορίσει το 20ο μέλος της το 2023.
Πλέον όμως, η αποδυνάμωση του νομίσματος αποτελεί έναν επιπλέον «πονοκέφαλο» για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς θα εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις στην περιοχή, αυξάνοντας το κόστος των εισαγωγών.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες λένε ότι δεν στοχεύουν σε κάποιο συγκεκριμένο επίπεδο συναλλαγματικής ισοτιμίας, αλλά θα είναι δύσκολο για αυτούς να συγκρατήσουν την πτώση του νομίσματος με λόγια, επειδή οι παράγοντες που ωθούν προς τα πάνω το δολάριο έχουν υπάρξει ιδιαίτερα ισχυροί.
Πηγή: The New York Times