Πέτρος Παπακωνσταντίνου
Την Τετάρτη, όταν το θερμόμετρο στη χιονισμένη μεγαλούπολη έδειχνε επτά βαθμούς κάτω από το μηδέν, τα κέφια είχαν ανάψει στα πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία. «Η σημερινή ημέρα θα μείνει στην Ιστορία ως η μέρα του πολέμου που δεν έγινε», άκουγες ξανά και ξανά από κρατικούς παράγοντες και τηλεοπτικούς σχολιαστές. Διακωμωδούσαν την άτυχη ιδέα Αμερικανών αξιωματούχων όχι μόνο να προειδοποιήσουν για επικείμενη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά και να προσδιορίσουν ως πιθανή ημερομηνία τη 16η Φεβρουαρίου, που παρήλθε χωρίς δράματα.
Προβοκάτσια
Χθες, όμως, η ιλαρότητα έδωσε τη θέση της στις δυσοίωνες καταγγελίες. Από το πρωί, τα τηλεοπτικά δίκτυα προέβαλλαν αναφορές των ρωσόφωνων αυτονομιστών στο Ντονμπάς της ανατολικής Ουκρανίας περί βομβαρδισμών από τον κυβερνητικό στρατό του Κιέβου και χαρακτήριζαν προβοκάτσια τις διαμετρικά αντίθετες καταγγελίες της ουκρανικής κυβέρνησης. Ωστόσο, ο πόλεμος της προπαγάνδας που κάποτε προηγείται του πραγματικού δεν φαίνεται να έχει επίδραση στην καθημερινότητα των Μοσχοβιτών. Στα σούπερ μάρκετ δεν βλέπει κανείς το παραμικρό ίχνος πανικού και προληπτικών εφοδιασμών.
Στο πιο εξυπηρετικό και με διαφορά πιο όμορφο μετρό του κόσμου, αρκετοί διαβάζουν τα βιβλία τους και οι περισσότεροι ασχολούνται με τα κινητά τους, όπως κάθε άλλη μέρα.
Στις κουβέντες που είχα με πολίτες των πιο διαφορετικών ηλικιακών κατηγοριών και πολιτικών απόψεων, οι συνομιλητές μου συμφωνούσαν σε τρία πράγματα: ότι δεν θέλουν πόλεμο με την Ουκρανία, ότι ένας τέτοιος πόλεμος είναι άκρως απίθανος και ότι την ένταση την καλλιεργούν οι Αμερικανοί, που βλέπουν διαρκώς τη Ρωσία ως εχθρό, ανεξάρτητα από τι σύστημα έχει και ποιος την κυβερνά.
Ο Αντρέι Κορτούνοφ τονίζει ότι ίσως έχουμε περιορισμένη κλιμάκωση των συγκρούσεων, αλλά κανένας από τους δύο δεν θέλει πόλεμο.
Ο Αντρέι Κορτούνοφ είναι εδώ και αρκετά χρόνια γενικός διευθυντής του Ρωσικού Συμβουλίου Διεθνών Υποθέσεων (RIAC), του πιο έγκυρου think tank για διεθνή θέματα, που τελεί υπό την αιγίδα του υπουργείου Εξωτερικών. Στη συνομιλία μας ήταν αρχικά καθησυχαστικός, ύστερα όχι και τόσο.
«Δεν νομίζω ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα πολέμου. Βλέπουμε προκλήσεις και από τις δύο πλευρές (στην Ουκρανία), μπορεί να έχουμε και κάποια περιορισμένη κλιμάκωση των συγκρούσεων, αλλά κανένας από τους δύο δεν έχει συμφέρον και δεν θέλει τον πόλεμο. Τώρα, σε σχέση με τα ρωσικά στρατεύματα που διεξάγουν γυμνάσια από την άλλη πλευρά των συνόρων, ανακοινώθηκε ότι άρχισε η αποχώρηση και ούτως ή άλλως υπάρχουν χρονικά όρια στη δυνατότητα να μένουν συγκεντρωμένα εκεί. Εκείνο που με ανησυχεί περισσότερο είναι όχι μια συνειδητή απόφαση των μεν ή των δε για σύγκρουση, αλλά το ενδεχόμενο ενός πολέμου από ατύχημα, από λάθος, ενός πολέμου που κανείς δεν θέλησε. Και αυτό είναι κάτι που σε τέτοιες καταστάσεις δεν μπορεί να αποκλειστεί».
Στη διάρκεια της συνάντησής του με τον καγκελάριο Σολτς, ο πρόεδρος Πούτιν ύψωσε πολύ τους τόνους, καταγγέλλοντας το Κίεβο για «γενοκτονία» εναντίον των ρωσόφωνων. Το ρώτησα αν αυτό είναι προοίμιο εισβολής και αν ο Ρώσος ηγέτης θα δεχθεί την πρόσφατη πρόταση της Δούμας (Βουλής) να αναγνωρίσει τις αυτόκλητες «Λαϊκές Δημοκρατίες» των ρωσόφωνων αποσχιστών στο Ντονέτσκ και στο Λουγκάνσκ. Η απάντησή του:
«Μόνο αν υπάρξει μεγάλης κλίμακας επίθεση του Κιέβου εναντίον του Ντονμπάς θα αναγκαστεί να επέμβει ο πρόεδρος Πούτιν, γιατί υπάρχουν πολλοί Ρώσοι πολίτες εκεί και θα θεωρήσει ότι δεν έχει δικαίωμα να τους εγκαταλείψει. Όπως ξέρετε, δεν έχει αναγνωρίσει μέχρι τώρα τις ντε φάκτο οντότητες του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ. Ελπίζω ότι δεν θα το κάνει ούτε τώρα, γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε το τέλος των ειρηνευτικών συμφωνιών του Μινσκ, που ήταν μεγάλη επιτυχία για τη Ρωσία και προσωπικά για τον Πούτιν».
Κερδισμένος ο Πούτιν
Τι θα συνιστούσε για τον Ρώσο πρόεδρο επιτυχία, τέτοια που θα του επέτρεπε να εκτονώσει τη σοβούσα κρίση χωρίς να του πουν ότι γυρίζει με άδεια χέρια από μια ένταση που προκάλεσε ο ίδιος; «Για την ώρα», εκτιμά ο κ. Κορτούνοφ, «έχει κερδίσει αρκετά πράγματα, τουλάχιστον στο εσωτερικό της Ρωσίας και στο επίπεδο των εντυπώσεων. Εκεί που οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους δεν του έδιναν ιδιαίτερη σημασία, τώρα έρχονται ο ένας μετά τον άλλο στη Μόσχα –αύριο (σήμερα) έρχεται και ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών– για συναντήσεις με τον πρόεδρο ή τον υπουργό Εξωτερικών Λαβρόφ. Αναγνωρίζουν ως νόμιμες τις ανησυχίες της Ρωσίας για την ασφάλειά της και αποδέχονται θέσεις για τους πυραύλους μέσου βεληνεκούς, τα οπλικά συστήματα σε Πολωνία και Ρουμανία ή άλλα θέματα, που μέχρι χθες απέρριπταν.
Δεν γνωρίζω, όμως, τι θα θεωρήσει πραγματική νίκη ο πρόεδρος Πούτιν, τέτοια που θα του επιτρέψει να απαγκιστρωθεί. Θεωρητικά, εάν ο Ουκρανός πρόεδρος Ζελένσκι υλοποιούσε πραγματικά τις συμφωνίες του Μινσκ και απέσυρε το αίτημα για ένταξη στο ΝΑΤΟ, θα μπορούσε να υπάρξει ομαλοποίηση. Αλλά και τα δύο μού φαίνονται πολύ δύσκολα στην παρούσα φάση. Ακόμη κι αν το θέλει, ο Ζελένσκι θα χρειαστεί χρόνο για να κάμψει τις αντίθετες απόψεις που εξακολουθούν να κυριαρχούν στο πολιτικό κατεστημένο και στους μηχανισμούς ασφαλείας της Ουκρανίας».