Kathimerini.gr
Γιώργος Λιάλιος
Η εκτίμηση της φέρουσας ικανότητας μιας περιοχής, δηλαδή της «χωρητικότητάς» της να δεχθεί περαιτέρω οικιστική, τουριστική ή άλλη ανάπτυξη, απασχολεί την επιστημονική κοινότητα σε όλο τον κόσμο εδώ και δεκαετίες. Στην Ελλάδα έχει τεθεί μόνο περιστασιακά, κυρίως μέσω της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την πρώτη απόφαση να ανάγεται στο 1997 (αφορούσε τη χωροθέτηση εναέριας γραμμής υψηλής τάσης στις Κυκλάδες). Τα τελευταία χρόνια πολλές τουριστικές επενδύσεις έχουν «κοπεί» από το ΣτΕ, με το επιχείρημα ότι δεν έχει εκτιμηθεί η φέρουσα ικανότητα της περιοχής· οι «αντοχές» της στην ανάπτυξη χωρίς να εξαντληθούν οι πόροι της, να αλλοιωθεί η φυσιογνωμία της και το τοπίο, να υποβαθμιστεί η ζωή των κατοίκων.
Ποιος είναι ο καταλληλότερος να κρίνει αν ένα νησί μπορεί να δεχθεί περαιτέρω τουριστική επιβάρυνση; Ενας επενδυτής που ενδιαφέρεται να επενδύσει εκεί, σύμφωνα με όσα προβλέπει το νομοθετικό κείμενο που προετοίμασε κλειστή ομάδα στο υπουργείο Περιβάλλοντος και βάσει του οποίου οι μελέτες φέρουσας ικανότητας για κάθε περιοχή θα προετοιμάζονται από τον υποψήφιο επενδυτή και θα εντάσσονται στη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης μιας επένδυσης. Και θα χωρίζουν μια περιοχή σε λιγότερο ή περισσότερο ανεπτυγμένες ζώνες. Ολα δείχνουν ότι στόχος του υπουργείου είναι να παρακαμφθούν οι αντιρρήσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, που «κόβει» τουριστικές και ενεργειακές επενδύσεις επειδή δεν έχει προηγουμένως εκτιμηθεί πόσο αντέχει κάθε περιοχή.
Προχθές η Ελληνική Εταιρεία Δικαίου Περιβάλλοντος διοργάνωσε ημερίδα με θέμα την εκτίμηση της φέρουσας ικανότητας. Στην ημερίδα παρευρέθη και ο γενικός γραμματέας Χωρικού Σχεδιασμού Ευθύμης Μπακογιάννης, ο οποίος ανακοίνωσε ότι υπάρχει ήδη έτοιμο κείμενο για την εκτίμησή της. Αντίθετα με ό,τι θα περίμενε κανείς (λόγω της κρισιμότητας του θέματος), ο τρόπος καθορισμού της φέρουσας ικανότητας δεν ήταν το αποτέλεσμα εκτεταμένου διαλόγου με την ακαδημαϊκή κοινότητα και την κοινωνία των πολιτών, αλλά καθορίστηκε από μια κλειστή ομάδα εργασίας. Οπως ανέφερε ο κ. Μπακογιάννης, η ομάδα αυτή καταρτίζεται από δύο ακαδημαϊκούς (τους Χάρη Κοκκώση και Κώστα Σερράο), δύο πρώην υπαλλήλους του υπουργείου Περιβάλλοντος, δύο ιδιώτες μελετητές και τη νομική σύμβουλό του.
Ποια είναι τα βασικά σημεία του (σχεδίου) προεδρικού διατάγματος; Κατ’ αρχάς, όπως ανακοίνωσε ο κ. Μπακογιάννης, η μελέτη φέρουσας ικανότητας θα εκπονείται από τον ενδιαφερόμενο επενδυτή και θα αποτελεί μέρος της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ). «Δεν θα αποτελεί αυτοτελή και κύρια μελέτη, όπως λ.χ. η μελέτη γεωλογικής καταλληλότητας, που εγκρίνεται αυτοτελώς, αλλά θα ενσωματώνεται στη ΣΜΠΕ, θα έχει δημοσιότητα μέσω αυτής και θα ενσωματώνεται στο σχέδιο προεδρικού διατάγματος της επένδυσης», ανέφερε.
Η μελέτη θα περιλαμβάνει πέντε στάδια:
• Στο πρώτο στάδιο θα καθορίζεται η περιοχή μελέτης. «Με τη μεθοδολογία που προτείνουμε θα ορίζονται η κάλυψη της μελέτης φέρουσας ικανότητας σε σχέση τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά της παρέμβασης», ανέφερε ο κ. Μπακογιάννης. Αν αφορά μικρό νησί, σημείωσε, τότε λόγω της νομολογίας του ΣτΕ θα καλύπτει όλη την έκτασή του. Ειδάλλως θα αποφασίζεται αν θα αφορά ολόκληρη την έκταση ενός δήμου ή θα γίνεται σε επίπεδο δημοτικής ενότητας.
• Το δεύτερο στάδιο θα αφορά τον καθορισμό των παραμέτρων επιρροής στην περιοχή μελέτης. Τέτοιες παράμετροι, που θα καθορίζονται με αναλυτικό παράρτημα, είναι ο πραγματικός πληθυσμός, ο πληθυσμός των επισκεπτών, το μοντέλο ανάπτυξης της περιοχής, η δόμηση και η αστικοποίηση, οι κρίσιμες υποδομές (νερό, απόβλητα, δρόμοι κ.ά.) και, τέλος, το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον και το τοπίο.
• Το τρίτο στάδιο θα είναι η ίδια η εκτίμηση της φέρουσας ικανότητας. Θα περιλαμβάνει τέσσερις κατηγορίες ζωνών: τις ζώνες με περιθώρια ανάπτυξης εντός των αποδεκτών ορίων βιωσιμότητας, τις ανεπτυγμένες ζώνες με ανάγκη εξισορρόπησης και διατήρησης της ανάπτυξης (χωρίς να είναι ανεκτές οι αποκλίσεις από τα όρια βιωσιμότητας), τις υπεραναπτυγμένες ζώνες που παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις από τα όρια βιωσιμότητας και χρήζουν ειδικών περιοριστικών μέτρων και τις ζώνες που είναι υποβαθμισμένες – προβληματικές, που χρήζουν ειδικών δράσεων αλλαγής του αναπτυξιακού τους προσανατολισμού. Με άλλα λόγια, ο μελετητής θα μπορεί να χωρίζει ένα νησί σε ζώνες ανάλογα με τον βαθμό τουριστικής ή οικιστικής τους ανάπτυξης.
• Το τέταρτο στάδιο θα είναι τα μέτρα εξισορρόπησης, διατήρησης ή επαναφοράς της βιωσιμότητας. Η φέρουσα ικανότητα θα προτείνει συγκεκριμένα μέτρα.
• Το πέμπτο στάδιο θα είναι το χρονοδιάγραμμα – θα δίνεται ένα στάδιο εξισορρόπησης και επαναφοράς.
Οι ανακοινώσεις του κ. Μπακογιάννη προκάλεσαν το ενδιαφέρον του ακροατηρίου. Αρκετοί ήταν αυτοί που ρώτησαν πώς μπορεί ο χειρισμός της φέρουσας ικανότητας ενός τόπου να γίνεται από έναν ιδιώτη. «Από τη στιγμή που δίνουμε το δικαίωμα σε έναν ιδιώτη να καταθέτει πολεοδομικές ρυθμίσεις (σ.σ. για παράδειγμα ΕΣΧΑΣΕ, ΕΣΧΑΔΑ, ΕΠΣ) θα πρέπει να του δίνουμε τη δυνατότητα να κάνει φέρουσα ικανότητα. Αλλωστε, το τελικό διάταγμα το υπογράφει ο υπουργός, δηλαδή το κράτος», ανέφερε ο κ. Μπακογιάννης. «Θεωρώ ότι καμία μελέτη από αυτές που υποβάλλονται στο υπουργείο δεν προχωράει ως έχει. Τις περισσότερες φορές οι υπηρεσιακοί τούς αλλάζουν τα φώτα».
Πάντως το τελικό αποτέλεσμα, που σύμφωνα με τον κ. Μπακογιάννη θα δοθεί σε διαβούλευση για περίπου έναν μήνα, δεν εκφράζει το σύνολο της ομάδας που το επεξεργάστηκε. Ο τέως διευθυντής πολεοδομικού σχεδιασμού του ΥΠΕΝ, Σάκης Ψυχογιός, που ήταν μέλος της ομάδας, εκτιμά ότι η φέρουσα ικανότητα δεν μπορεί να υπολογίζεται από έναν υποψήφιο επενδυτή.
«Η φέρουσα ικανότητα πρέπει να είναι συστατικό της μελέτης του τοπικού πολεοδομικού σχεδίου και να έχει το ίδιο επίπεδο αναφοράς», λέει στην «Κ». «Επιπλέον, δεν μπορεί να είναι κομμάτι της ΣΜΠΕ. Η ΣΜΠΕ αφορά περιβαλλοντικούς όρους, πάνω σε προκαθορισμένες επιλογές πολεοδομικού σχεδιασμού».
Πραγματικός γρίφος
Του Γιάννη Σπιλάνη *
Σε μια εποχή που σε παγκόσμιο επίπεδο καταγράφεται υπέρβαση των παγκόσμιων ορίων εξαιτίας του παραγωγικού και καταναλωτικού προτύπου που εξαντλεί τους πόρους και παράγει απόβλητα που δεν μπορεί να απορροφήσει το περιβάλλον, άνοιξε στην Ελλάδα η συζήτηση για τη Φέρουσα Ικανότητα, ειδικά των νησιών. Οχι τυχαία, αφού εδώ και κάποια χρόνια καταγράφονται σοβαρές αντιρρήσεις για την αλόγιστη οικιστική επέκταση, την υποβάθμιση της βιοποικιλότητας
και του τοπίου, την εξάντληση των υδάτινων πόρων, τα απορρίμματα.
Παράλληλα με το στρες πάνω στη φύση, υπάρχει και το στρες πάνω σε μόνιμους κατοίκους που βλέπουν την ποιότητα ζωής τους να υποβαθμίζεται (συνωστισμός, θόρυβος), ενώ και οι ίδιοι οι τουρίστες να δυσφορούν, αφού υποβαθμίζεται η ταξιδιωτική εμπειρία τους. Ο υπερτουρισμός ήρθε
για να μείνει;
Η ισχυρή τουριστική ανάπτυξη –που έχει οδηγήσει σε μονοκαλλιέργεια– δεν έλυσε
ούτε το πρόβλημα της δημογραφικής βιωσιμότητας των περισσότερων νησιών που «γερνάνε», όπως έδειξε πρόσφατη μελέτη της ΕΕΤΑΑ. Στις αντιρρήσεις των μεμονωμένων πολιτών και περιβαλλοντικών οργανώσεων –που ελάχιστα λάμβανε υπόψη η κυβέρνηση– ήρθαν να προστεθούν και οι θεσμικές «αντιρρήσεις» του ΣτΕ με τη μορφή ακυρώσεων πράξεων της διοίκησης για μια σειρά από επενδύσεις. Το ΣτΕ ζητάει τη νομοθέτηση της Φέρουσας Ικανότητας (Φ.Ι). και την υλοποίηση σχετικών μελετών για κάθε τόπο.
Τι καινούργιο μπορούν να προσθέσουν οι μελέτες Φ.Ι. στις εκπονούμενες Στρατηγικές Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) που έχουν νομοθετηθεί ως υποχρεωτικές από την Ευρωπαϊκή Ενωση πριν από την εκτέλεση μεγάλων προγραμμάτων όπως τα ΠΕΠ ή πάσης φύσης
χωροταξικών σχεδίων (γενικών ή ειδικών όπως του Τουρισμού και των ΑΠΕ); Οφείλουν να προσθέσουν όρια αντοχής όχι μόνο της φύσης, αλλά και της κοινωνίας και της οικονομίας, γιατί πλέον αναφερόμαστε στην ανάγκη για επίτευξη βιωσιμότητας και στους τρεις ή τέσσερις πυλώνες (πολιτισμός).
Επομένως μια μελέτη κατάστασης της βιωσιμότητας ενός νησιού οφείλει να περιέχει συγκεκριμένους στόχους και όρια. Και βέβαια οφείλει να εκπονείται από το κράτος ή την αυτοδιοίκηση, ώστε να ελέγχεται όχι μόνο πώς μια ή περισσότερες επενδύσεις θα επηρεάσουν το τοπικό σύστημα, αλλά και εάν θα πρέπει να επιτραπούν.
* Ο κ. Γιάννης Σπιλάνης είναι καθηγητής, διευθυντής στο Παρατηρητήριο Βιώσιμου Τουρισμού του Πανεπιστημίου Αιγαίου
Συνεργασία και όραμα
Του Μιλτιάδη Λάζογλου*
Η Φέρουσα Ικανότητα αναφέρεται στο μέγιστο ανεκτό όριο επιβαρύνσεων – φορτίσεων που μπορείνα δεχθεί μια περιοχή, πέραν των οποίων παύει να υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στο περιβάλλον, στην οικονομία και στην κοινωνία της, με αποτέλεσμα να ασκούνται αρνητικές πιέσεις στους μόνιμους κατοίκους αλλά και στους επισκέπτες της. Το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) από 30ετίας, με επανειλημμένες αποφάσεις του, έχει εισαγάγει στη νομολογία του την έννοια της Φέρουσας Ικανότητας, η οποία συναρτάται με «…τα παραδοσιακά ανθρωπογενή συστήματα και τα ευαίσθητα οικοσυστήματα…». Είναι κοινώς αποδεκτό ότι στη χώρα μας έχει έρθει πλέον η ώρα να καταρτίσουμε ένα τουριστικό πρότυπο με σεβασμό προς την τοπική κοινωνία και στα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα. Ο χωρικός σχεδιασμός της τουριστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα δεν πάσχει από έλλειψη νόμων. Το κύριο πρόβλημα είναι η αδυναμία πραγμάτωσης, που σε αρκετά μεγάλο βαθμό επηρεάζεται από την πολυνομία.
Ο πληθωρικός χαρακτήρας της βασικής νομοθεσίας και οι παθογένειες της Δημόσιας Διοίκησης καθιστούν τον σχεδιασμό μη λειτουργικό και την ανασφάλεια δικαίου αναπόφευκτη. Συγχρόνως οδηγούν σε σπατάλη χρόνου και χρήματος, ακαμψία και αδράνεια, εντείνουν τις αδυναμίες συντονισμού των εμπλεκόμενων φορέων και συχνά ωθούν σε εξωθεσμικές λύσεις στα επείγοντα προβλήματα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το εκτεταμένο φαινόμενο της εκτός σχεδίου δόμησης.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα φαίνεται να προκύπτει στα νησιά μας. Για τον λόγο αυτό και με αφορμή τη νομολογία του ΣτΕ από το 2013, η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού διερευνά τρόπους και μεθόδους εκτίμησης της Φέρουσας Ικανότητας των ελληνικών νησιών, σε ευθυγράμμιση με τη νομολογία του ΣτΕ. Σε συνεργασία με κορυφαίους ερευνητές και ερευνητικούς φορείς της χώρας και με την υποστήριξη των κατά περίπτωση δημοτικών αρχών έχουν ήδη εξεταστεί τα «όρια αντοχής» της Σίφνου, της Αμοργού, της Σαντορίνης.
Η έως σήμερα εμπειρία αναδεικνύει ότι η διαμόρφωση ενός αναβαθμισμένου τουριστικού προτύπου, οικονομικά αποδοτικότερου, κοινωνικά δικαιότερου, και επίσης περιβαλλοντικά και πολιτισμικά φιλικότερου από το σημερινό, είναι εφικτή μόνο μέσα από τη συνεργασία της κοινωνίας των πολιτών με την επιστημονική κοινότητα, μια αποφασισμένη για αλλαγές κεντρική διοίκηση και μια οραματική τοπική αυτοδιοίκηση. Καλές προθέσεις υπάρχουν, μένει όμως αυτές να μετουσιωθούν σε πράξεις μέσα από κατάλληλες και εύστοχες πολιτικές αποφάσεις, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος.
* Ο κ. Μιλτιάδης Λάζογλου είναι δρ. χωροτάκτης-πολεοδόμος, υπεύθυνος Περιβαλλοντικής Πολιτικής της ΕΛΛΕΤ.