Kathimerini.gr
Γιάννης Παπαδόπουλος
Είχαν τα χέρια και τη γνώση τους. Επί επτά μερόνυχτα δεκάδες δασεργάτες και κάτοικοι από τα Πομακοχώρια Πετρόλοφο και Σιδηροχώρι προσπαθούσαν να αποτρέψουν περαιτέρω εξάπλωση της φωτιάς στον Εβρο. Εσκαβαν τη γη, παραμέριζαν κλαδιά και φύλλα, τεμάχιζαν κορμούς δέντρων για να μη βρουν και άλλη τροφή στον δρόμο τους οι φλόγες. Εστηναν με όσα μέσα διέθεταν την τελευταία γραμμή άμυνας. Το κάλεσμα είχε δοθεί από τον δασάρχη Αλεξανδρούπολης Γιώργο Πιστόλα. Οταν είδε τις διαστάσεις που έπαιρνε η φωτιά, μαζί με δύο συναδέλφους του απευθύνθηκαν στους δασεργάτες στα χωριά για να την ανακόψουν με τον «παραδοσιακό τρόπο». Οι κάτοικοι των χωριών είχαν την καθοδήγηση δασολόγου και δασοπόνου, καθώς και τη συνδρομή άλλοτε ενός και άλλοτε δύο πυροσβεστικών οχημάτων. «Εκμεταλλευόμασταν τον άνεμο και ήμασταν στην ουρά της φωτιάς, όχι στην κεφαλή της. Προσπαθούσαμε να δημιουργήσουμε μια ζώνη που θα σταματούσε τη φωτιά», λέει ο κ. Πιστόλας. «Υλοτομούσαν, μείωναν τη βλάστηση εκεί που έπρεπε και άφηναν τη φωτιά να περπατήσει μέχρι εκεί που θέλαμε για να βρει χώμα και να σβήσει. Προχωρούσαμε βήμα βήμα, ήταν μια συλλογική προσπάθεια για να σωθεί αυτό το κομμάτι του Εβρου».
Τελικά κατόρθωσαν να δημιουργήσουν μια ζώνη ανάσχεσης μήκους 10-13 χλμ. και ο κ. Πιστόλας εκτιμά ότι η παρέμβασή τους ήταν κομβική για να μην καούν τουλάχιστον 100.000 στρέμματα πυκνού δάσους. Συνολικά περίπου 60 άτομα συμμετείχαν σε αυτή την επιχείρηση, χωρισμένα σε ομάδες των 20-30. «Ηταν κοπιαστική δουλειά, πολλές φορές γινόταν και τη νύχτα, όταν έπεφτε ο άνεμος και ήταν πιο εύκολο να γίνουν αυτές οι παρεμβάσεις», λέει ο δασάρχης Αλεξανδρούπολης. Στις αρχές Σεπτεμβρίου είχε δημοσιοποιήσει ο ίδιος όσα είχαν προσφέρει οι άνθρωποι των δύο δασικών συνεταιρισμών, σε μια προσπάθεια να μην παραμείνουν αφανείς και να αναγνωριστούν οι κόποι τους.
Παλιά πρακτική
Ο κ. Πιστόλας εξηγεί ότι ανάλογες παρεμβάσεις ήταν ο κανόνας στο παρελθόν. Οποτε ξεσπούσε φωτιά, οι κτηνοτρόφοι και οι υλοτόμοι κάτοικοι της περιοχής ήταν οι πρώτοι που θα έσπευδαν στο σημείο, γνώριζαν την περιοχή και μπορούσαν να συνεισφέρουν στη μάχη με τις φλόγες περιορίζοντας την περίμετρο της φωτιάς ή επαγρυπνώντας για αναζωπυρώσεις. Ωστόσο, με τα χρόνια λιγόστεψαν τα μεροκάματα και μειώθηκε ο αριθμός των δασεργατών. «Αυτοί οι πληθυσμοί στα ορεινά του Εβρου, όμως, διατηρούν ακόμη τον παραδοσιακό τρόπο ζωής. Θα βρούμε εκεί και 20χρονους, 25χρονους, οι οποίοι μπορεί να μην ασχολούνται με την υλοτομία, αλλά γνωρίζουν καλά το δάσος από τους πατεράδες τους. Η πληροφορία περνάει από γενιά σε γενιά», αναφέρει.
«Ηταν δύσκολες ημέρες εκείνες, δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι», λέει στην «Κ» ο Χασάν Ισταμπόλ, πρόεδρος στον Δασικό Συνεταιρισμό Εργασίας Σιδηροχωρίου, για το διάστημα που πέρασε αντιμέτωπος με τη φωτιά. Από το 1986 ζει από το δάσος. Ασχολείται με την κτηνοτροφία και την υλοτομία. Και πέρυσι είχε βρεθεί στη Δαδιά επιχειρώντας σε άλλη πολυήμερη πυρκαγιά, μαζί με μια ομάδα των 25 ατόμων. «Οποτε χρειάζεται τρέχουν τα παιδιά και από μόνα τους, δεν χρειάζεται να μας καλέσουν», τονίζει. Περιγράφει ότι τον περασμένο μήνα, όσο δούλευαν τη γη για να σταματήσουν την πύρινη προέλαση, ο αέρας τούς βοηθούσε για περίπου τέσσερις ημέρες. Οταν όμως φύσηξε νοτιάς, θορυβήθηκαν. «Ευτυχώς είχαμε ήδη προχωρήσει αρκετά και καταφέραμε αυτό που θέλαμε, να μην προχωρήσει πέρα από εμάς η φωτιά», λέει.
Μαζί του βρισκόταν και ο Χουσεΐν Πυρελή, πρόεδρος του Δασικού Συνεταιρισμού Εργασίας Πετρολόφου. Θυμάται ότι την πρώτη ημέρα επιχείρησαν αδιάκοπα για περισσότερες από 20 ώρες. Μετά χρειάστηκε να χωριστούν σε βάρδιες, αλλά το βουνό δεν έμενε ποτέ χωρίς επίβλεψη. «Δεν το αφήναμε μόνο, ούτε νύχτα. Καθόμασταν μέχρι τα μεσάνυχτα και μετά υπήρχαν άλλα άτομα εκεί για να παρατηρούν εάν θα δυναμώσει η φωτιά», λέει. «Ηταν αποτελεσματικό αυτό που κάναμε, άμα χάναμε εκεί τη φωτιά θα προχωρούσε προς άλλα χωριά». Και ο κ. Πυρελή επισημαίνει ότι καταλυτικό ρόλο έπαιξε η γνώση της περιοχής από τους ντόπιους που επιχείρησαν. Ακόμη και εκείνων που έπεσαν στη μάχη εθελοντικά παρότι δεν είναι δασεργάτες. «Μπορεί ο πατέρας τους ή ο αδελφός τους να ήταν δασεργάτες και να πήγαιναν μαζί τους στο βουνό. Εχουν εικόνα της περιοχής», αναφέρει. Πλέον, όμως, τα δάση που τους έδιναν μεροκάματο έχουν γίνει στάχτη. «Η καταστροφή είναι τεράστια. Βλέπεις πεύκα χωρίς κλαδιά και φύλλα, σαν μαύρες κολόνες στο χώμα. Κι αν υπάρξει για λίγο δουλειά με την υλοτόμηση στα καμένα, μετά τι θα γίνει, πώς θα ζούμε; Πώς θα κρατήσουμε αυτούς τους ανθρώπους εδώ; Είναι πικρό και πρέπει να βρεθεί λύση», λέει.