Γιάννης Σουλιώτης, Σοφία Σπίγγου
Το νήμα μιας παλιάς ιστορίας «ορθόδοξων» εκβιασμών ξετυλίγεται με αφορμή το σκάνδαλο των ύποπτων εμβασμάτων που κλυδωνίζει την Καθολική Εκκλησία της Ελλάδος. Τις δύο υποθέσεις συνδέει το πρόσωπο που δραστηριοποιείται στη νύχτα και φέρεται να έχει λάβει σημαντικά χρηματικά ποσά από δύο υψηλόβαθμους καθολικούς ιερείς.
Οι δύο βρίσκονται πλέον στο επίκεντρο εισαγγελικής έρευνας μετά την αποκάλυψη ότι είχαν διοχετεύσει 3 εκατ. ευρώ σε ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων στην ευρύτερη περιοχή της Πελοποννήσου. Για μεγάλο διάστημα βρίσκονταν στο «στόχαστρο» της Αρχής για το Ξέπλυμα οι μεταφορές χρημάτων απευθείας από λογαριασμούς της Καθολικής Εκκλησίας προς πέντε επιχειρηματίες της νύχτας. Το τελευταίο έμβασμα ύψους 50.000 ευρώ προς γνωστό ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου της Πάτρας πυροδότησε τις εξελίξεις.
Στη μικρή κοινωνία της Πάτρας προκάλεσε συζητήσεις η υπενοικίαση ενός παλιού κέντρου διασκέδασης, η οποία, όπως φαίνεται από την έρευνα, πραγματοποιήθηκε με έμβασμα προερχόμενο απευθείας από την επισκοπή της Καθολικής Εκκλησίας Σύρου.
Πρόσωπο-κλειδί, το παρελθόν του οποίου ίσως δώσει νέα διάσταση στην υπόθεση, θεωρείται ένας από τους πέντε επιχειρηματίες. Πρόκειται για έναν 51χρονο, ο οποίος έχει απασχολήσει τη Δικαιοσύνη ουκ ολίγες φορές και αντιμετωπίζει ποινικές κατηγορίες αλλά και καταδίκες για εκβιασμούς, απειλές, πλαστογραφίες και απάτες.
Καταθέσεις από πιστούς
Μάλιστα, ο επιχειρηματίας είχε συλληφθεί τον Απρίλιο του 2018 επειδή εις βάρος του εκκρεμούσε ανεκτέλεστη απόφαση του 2013 από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λαμίας. Η ποινή που του είχε επιβληθεί ήταν οκτώ έτη κάθειρξης για εκβίαση κατ’ εξακολούθηση με απειλή βλάβης του λειτουργήματος του παθόντος. Το ενδιαφέρον είναι πως ο παθών στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε ιεράρχης της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη Στερεά Ελλάδα και έχει πλέον αποβιώσει.
Η υπόθεση είχε συγκλονίσει την τοπική κοινωνία σε τέτοιο βαθμό που ο τοπικός Τύπος το 2019, όταν ο επίσκοπος εκοιμήθη, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Στο τέλος της θητείας του δέχτηκε σοβαρό πλήγμα, όταν έπεσε θύμα απάτης από επιτήδειο άνδρα, που του απέσπασε μεγάλα χρηματικά ποσά».
Το καλοκαίρι του 2013, έπειτα από μήνυση για απάτη και εκβίαση που κατέθεσε ο ιεράρχης της Στερεάς Ελλάδας, οδηγήθηκε στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Λαμίας ο επιχειρηματίας της Πάτρας. Οπως αποκαλύφθηκε, για περίπου δύο χρόνια πιστοί από το ποίμνιο του ιεράρχη κατέθεταν χρήματα στο όνομα του 51χρονου επιχειρηματία, χωρίς να τον γνωρίζουν, έπειτα από τηλεφωνήματα του επισκόπου που τους υποδείκνυε τους λογαριασμούς λέγοντάς τους ότι τα χρήματα προορίζονται για άπορες οικογένειες. Από τις καταθέσεις προέκυψε ότι ο επίσκοπος επέστρεφε έπειτα από λίγες ώρες ή ημέρες τα χρήματα στους λογαριασμούς των πιστών, τα οποία δανειζόταν από την οικογένειά του.
Πληροφορίες της «Κ» αναφέρουν ότι στο παραπεμπτικό βούλευμα καταγράφονται ονόματα, ημερομηνίες και χρήματα τα οποία κατέληγαν σε λογαριασμό του επιχειρηματία, ενώ το συνολικό ποσό που κατάφερε να απομυζήσει φέρεται να άγγιξε τις 360.000 ευρώ μέσα σε λίγα χρόνια.
Οι μάρτυρες που παρήλασαν από το βήμα του δικαστηρίου εμφάνιζαν τον επίσκοπο της περιοχής ως έναν ευάλωτο άνθρωπο με σημαντικό ποιμαντικό έργο, ενώ περιέγραφαν τον κατηγορούμενο ως έναν εκβιαστή που «απειλούσε με ανυπόστατες αποκαλύψεις». Ο επίσκοπος ενέδιδε στις απειλές που αφορούσαν την ιδιωτική του ζωή, προκειμένου να διαφυλάξει την υστεροφημία του.
Σε εκείνη τη δίκη ο επιχειρηματίας της Πάτρας παρουσιάστηκε ως άνθρωπος που είχε στενές σχέσεις με τον κλήρο και υπήρξε τρόφιμος σε μοναστήρι της ευρύτερης περιοχής, ενώ κατατέθηκε πως για ένα διάστημα ασχολήθηκε με πωλήσεις εκκλησιαστικών ειδών.
Το δικαστήριο καταδίκασε τελικά τον 51χρονο για την κακουργηματική εκβίαση, επιβάλλοντάς του ποινή κάθειρξης 8 ετών με αναστολή στην έφεση. Λίγο νωρίτερα, ο εισαγγελέας της έδρας είχε αποκαλύψει ότι η υπόθεση είχε χτυπήσει «καμπανάκι» στις Αρχές και πως ο ίδιος ετοιμαζόταν να διατάξει προκαταρκτική έρευνα. «Δεν προλάβαμε να δράσουμε. Υπήρξε η κατάθεση της μήνυσης και προχώρησε η διαδικασία. Μας πρόλαβαν αυτά τα γεγονότα. Είναι ανάγκη να φωτιστεί τι πραγματικά έγινε στα δεσποτικά δώματα εκείνη την περίοδο», φέρεται να είπε στην αγόρευσή του.
Υπεξαίρεση
Ο φάκελος της υπόθεσης βρίσκεται εδώ και περίπου δέκα ημέρες στα χέρια εισαγγελέα Πρωτοδικών της Σύρου, ο οποίος έχοντας ως πρώτη ύλη το πόρισμα της Αρχής για το Ξέπλυμα καλείται να φωτίσει όλες τις πλευρές της ιστορίας. Τα αδικήματα που έχουν υποδειχθεί από την Αρχή είναι αυτά της υπεξαίρεσης για τους δύο υψηλόβαθμους ιερείς και της νομιμοποίησης εσόδων για τους πέντε επιχειρηματίες, αλλά δεν αποκλείεται να προκύψουν και άλλα στοιχεία που θα οδηγήσουν την υπόθεση σε διαφορετικά μονοπάτια.
Η έρευνα της Αρχής εκτείνεται σε βάθος οκταετίας, όταν παρατηρούνται και οι πρώτες κινήσεις μεγάλων χρηματικών ποσών από συγκεκριμένους λογαριασμούς που χειρίζονταν τα δύο υψηλόβαθμα μέλη της Καθολικής Εκκλησίας προς λογαριασμούς συγκεκριμένων ιδιοκτητών νυχτερινών κέντρων που δραστηριοποιούνται στην ευρύτερη περιοχή της Πελοποννήσου.
Ακολουθώντας το δόγμα «follow the money» η Αρχή κατάφερε να χαρτογραφήσει τη διαδρομή του χρήματος, που σε αρκετά σημεία ήταν εύκολη, καθώς οι μεταφορές φέρονται να πραγματοποιούνταν απευθείας από λογαριασμούς της Καθολικής Εκκλησίας και να κατέληγαν σε πέντε διαφορετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς. Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας ο επικεφαλής της Αρχής για το Ξέπλυμα Χαράλαμπος Βουρλιώτης έδωσε εντολή δέσμευσης των καταθέσεων και των περιουσιακών στοιχείων των πέντε επιχειρηματιών που φέρονται ως αποδέκτες των μεγάλων χρηματικών ποσών, ενώ δεν ίσχυσε το ίδιο για τους υψηλόβαθμους ιερείς, αφού μετακινούσαν χρήματα από λογαριασμούς της Καθολικής Εκκλησίας και όχι από προσωπικούς τους.
Οι κοινότητες των καθολικών στην Ελλάδα
250.000 υπολογίζονται οι Ελληνες καθολικοί, εκ των οποίων οι 30.000 βρίσκονται στην Αθήνα
8.000 στη Σύρο
3.000 στην Τήνο
2.500 στην Κέρκυρα
2.000 στη Θεσσαλονίκη
45.000 Φιλιππινέζοι καθολικοί ζουν στην Ελλάδα
40.000 Πολωνοί