Kathimerini.gr
Τον Μάιο, μια σειρά Γάλλων και Γερμανών χρηστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με πολλούς ακολούθους, γνωστοί ως influencers, έλαβαν μια παράξενη επαγγελματική πρόταση: Μια εταιρία δημοσίων σχέσεων με έδρα το Λονδίνο ήθελε να τους πληρώσει για να προωθούν μηνύματα εκ μέρους κάποιου πελάτη. Η πρόταση ήρθε σε προσεγμένο τρισέλιδο κείμενο που εξηγούσε λεπτομερώς τι πρέπει να γράφουν και σε ποιες πλατφόρμες – πράγμα όχι ασυνήθιστο.
Το ενδιαφέρον όμως ήταν ότι η εταιρία δεν ζητούσε από τους εν λόγω «χειριστές» της κοινής γνώμης στο Διαδίκτυο να προωθήσουν προϊόντα ομορφιάς ή πακέτα διακοπών, όπως συνήθως, αλλά ψεύδη που θα δυσφημούσαν το εμβόλιο της Pfizer κατά του κορωνοϊού.
Το πράγμα γινόταν πιο παράξενο από το γεγονός ότι η εταιρία δημοσίων σχέσεων που έφερε το όνομα Fazze ανέφερε διεύθυνση στο Λονδίνο όπου δεν υπάρχουν στοιχεία παρουσίας της.
Ορισμένοι παραλήπτες της πρότασης αυτής παρουσίασαν φωτογραφίες της προσφοράς, και η αποκάλυψη αυτή υποχρέωσε τη Fazze να διαγράψει τους λογαριασμούς της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Την ίδια εβδομάδα του Μαΐου επιφανείς χρήστες από τη Βραζιλία και την Ινδία δημοσίευσαν βίντεο που εκπλήρωναν τις απαιτήσεις της Fazze απευθυνόμενοι σε εκατοντάδες χιλιάδες θεατές.
Τοξική καταιγίδα
Το σχέδιο αυτό φαίνεται να αποτελεί μέρος μιας μυστικής βιομηχανίας την οποία οι ειδικοί σε θέματα ασφαλείας αλλά και Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε ότι διογκώνεται συνεχώς: Είναι η βιομηχανία παραπληροφόρησης προς ενοικίαση. Πρόκειται για ιδιωτικές εταιρίες που συνδυάζουν το παραδοσιακό μάρκετινγκ και τον σκιώδη κόσμο των γεωπολιτικών επιχειρήσεων επιρροής, και πωλούν την εκπλήρωση αποστολών που κάποτε ήταν αρμοδιότητα των κρατικών μυστικών υπηρεσιών.
Αυτό που κάνουν είναι να σπέρνουν τη διχόνοια, να αναμιγνύονται σε εκλογές, να διασκορπίζουν ψευδή αφηγήματα και να μοιράζουν θεωρίες συνωμοσίας, κατά κύριο λόγο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επιπλέον προσφέρουν στον εντολέα τους κάτι πολύτιμο: Τη δυνατότητα να αρνηθεί τα πάντα μένοντας «καθαρός».
«Η παραπληροφόρηση προς ενοικίαση, με εταιρίες που προσλαμβάνονται από κυβερνήσεις ή κοντινούς σε αυτές πράκτορες, είναι διογκούμενη και σοβαρότατη», επισημαίνει ο Γκρέιαμ Μπρούκι, διευθυντής του Εργαστηρίου Ψηφιακής Έρευνας του Ατλαντικού Συμβουλίου.
Αντίστοιχες εκστρατείες έχουν προσφάτως εντοπιστεί να προωθούν το κυβερνών κόμμα της Ινδίας, τους στόχους της αιγυπτιακής εξωτερικής πολιτικής, αλλά και πολιτικές προσωπικότητες στη Βολιβία και τη Βενεζουέλα.
Ta fake news βολεύουν πολλούς
Η δράση τους φθάνει παντού: Για παράδειγμα στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία έχουν δραστηριότητα δύο ξεχωριστές εκστρατείας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η μία υπέρ της Γαλλίας και η άλλη υπέρ της Ρωσίας, διά της παραπληροφόρησης. Αμφότερες ευρωπαϊκές δυνάμεις παλεύουν να αυξήσουν την επιρροή τους στη χώρα.
Ομοίως ένα κύμα αντιαμερικανικών αναρτήσεων στο Ιράκ, που ήταν φαινομενικά αυθόρμητο από χρήστες, προερχόταν τελικά από εταιρία δημοσίων σχέσεων η οποία έχει επίσης κατηγορηθεί για την κατασκευή ψευδών αντιδράσεων κατά της ισραηλινής κυβέρνησης εντός του Ισραήλ.
Οι περισσότερες από τις εταιρίες αυτές είναι μικροεπιχειρήσεις των οποίων η νόμιμη όψη μοιάζει με χαμηλού επιπέδου εταιρία προώθησης προϊόντων ή αποστολής e-mail.
Σε μερικές περιπτώσεις όμως τα πράγματα είναι πιο σοβαρά από τη στήριξη ενός δημάρχου ή ενός κόμματος. Αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης ερευνούν την υπόθεσης της Adnow. Πρόκειται για μια εταιρία με έδρα τη Μόσχα, με την οποία -βάσει προφίλ υπαλλήλων στο LinkedIn- φαίνεται να συνδέεται η Fazze. Όπως αποκάλυψαν γερμανικά μέσα ενημέρωσης, κάποιοι από τους ιστοτόπους της Fazze έχουν καταχωριστεί ότι ανήκουν στην Adnow.
Οι αξιωματούχοι της ΕΕ αναζητούν ποιος έχει προσλάβει την Adnow. Ορισμένα κομμάτια της προπαγάνδας της Fazze μοιάζουν ταυτόσημα με το προωθητικό υλικό για το ρωσικό εμβόλιο Sputnik-V.
Οι αμαρτίες της Cambridge Analytica άνοιξαν δρόμους
Έτσι η τάση που καταγράφηκε ανάγλυφα με την υπόθεση της Cambridge Analytica το 2018, την εταιρία που συνέλεξε στοιχεία χρηστών του facebook με σκοπό την ενίσχυση της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ το 2016, έχει καταστεί πλέον κυρίαρχο φαινόμενο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τροφοδοτώντας ανυποψίαστους χρήστες με θεωρίες συνωμοσίας, ψεύδη και αλλοίωση της πραγματικότητας με σκοπό να εκπληρώσουν ό,τι επιτάσσουν συγκεκριμένες ατζέντες κρατικών οντοτήτων.
Τεράστια ζήτηση για fake news
«Δυστυχώς η ζήτηση στην αγορά για παραπληροφόρηση είναι τεράστια», επισημαίνει ο κ. Μπρούκι, «και πολλοί δρώντες σε αυτό το οικοσύστημα είναι παραπάνω και από πρόθυμοι να καλύψουν τη ζήτηση αυτή».
Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, μόνο το 2020 εμπορικές εταιρίες με αντικείμενο την παραπληροφόρηση προς ενοικίαση έδρασαν σε τουλάχιστον 48 χώρες, το διπλάσιο δηλαδή από ό,τι το 2019, με τους ερευνητές να ταυτοποιούν 65 εταιρίες που προσφέρουν τέτοια υπηρεσία. Και τα στοιχεία αυτά δεν αποτελούν παραπληροφόρηση…
Με πληροφορίες από New York Times