Του Απόστολου Κουρουπάκη
«Κατ’ αρχάς έπρεπε πρώτα να καταλάβω πώς ένας τέτοιος άνθρωπος υπάρχει πάνω στη σκηνή. Οπότε ήθελα να βρω σε σχέση με αυτό τον χαρακτήρα, πώς υπάρχει πάνω εκεί» μού λέει ο ηθοποιός Πέτρος Γιωρκάτζης, ο οποίος υποδύεται τον Ιχάρεφ στην παράσταση «Οι παίκτες» του Νικολάι Γκογκόλ, που ανεβαίνει από τη Νέα Σκηνή του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου, σε σκηνοθεσία Μαρίας Βαρνακκίδου. Ο Πέτρος λέει πως υπάρχουν πράγματα μέσα στο έργο που είναι λες και γράφονται σήμερα... «Γι’ αυτό στέκει το έργο δύο αιώνες και παίζεται, είναι έργο ρεπερτορίου πια για το θεατρικό δραματολόγιο». Για το αν ο ίδιος «τζογάρει» καλλιτεχνικά μου απαντά: «Υπάρχω μόνο υπό την ιδιότητα του ηθοποιού σε ό,τι έχει να κάνει με το θέατρο. Δεν ξεκινάει κατ’ αρχάς ποτέ από εμένα κάτι, δεν έχω ποτέ την πρώτη ιδέα για να προτείνω κάτι που ίσως να θεωρηθεί ριψοκίνδυνο».
–Ένας από τους παίκτες του Γκογκόλ, ποιος είναι ο ρόλος σου;
–Υποδύομαι τον Ιχάρεφ, ο οποίος είναι ένα χαρτόμουτρο, ένας ορκισμένος τζογαδόρος και μόνο στόχο έχει, όπως ο ίδιος λέει, μέσα στο έργο, να καταφέρνει να τελειοποιεί τις τεχνικές που τον οδηγούν σε κέρδη συνεχώς και σε τέτοιο βαθμό που να είναι απόλυτα βέβαιος ότι είναι ο καλύτερος με διαφορά από τον δεύτερο… και να του αποφέρει αυτή του η ενασχόληση όσο το δυνατόν περισσότερα κέρδη, για να είναι ο ίδιος εντάξει με τον εαυτό του και να προχωράει παρακάτω. Είναι εθισμένος. Αυτό είναι όλη του η ζωή, και έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον να βλέπεις έναν τέτοιο τύπο που κυκλοφορεί και προφανώς συμπεριφέρεται μ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο πάνω στη σκηνή.
–Οι προκλήσεις του ρόλου σου, ποιες ήταν;
–Ήταν πολλές... Κατ’ αρχάς έπρεπε πρώτα να καταλάβω πώς ένας τέτοιος άνθρωπος υπάρχει πάνω στη σκηνή. Οπότε ήθελα να βρω σε σχέση με αυτό τον χαρακτήρα, πώς υπάρχει πάνω εκεί. Αυτό ήταν το πρώτο. Δηλαδή οι ρυθμοί του, η κινησιολογική του παρτιτούρα αλλά και η εκφορά του λόγου του χαρακτήρα, να είναι συμπαγή αμά τη εμφανίσει. Επίσης, η σχέση του με το αντικείμενο που λέγεται τράπουλα. Γιατί ο ίδιος λέει για τον εαυτό του ότι από πολύ μικρός εξασκείται με την τράπουλα, οπότε ήταν μια πρόκληση που, αν θα μπορούσα να το παραλληλίσω με κάτι και σε σχέση με τον χρόνο της πρόβας που είχαμε για να ανέβουμε στη σκηνή, ήταν, σαν να μάθαινα να παίζω πάλι βιολί –ενώ παίζω βιολί– αλλά με 52 χορδές, είναι απρόβλεπτο αντικείμενο η τράπουλα, μπορεί να πέσει ένα χαρτί οποιαδήποτε στιγμή, οτιδήποτε μπορεί να συμβεί. Οπότε, παράλληλα με τη μελέτη για τον ρόλο, ήταν και συνεχίζει να είναι δουλειά στο σπίτι οι ατελείωτες ώρες ενασχόλησης με την τράπουλα, με την οποία καμία απολύτως σχέση δεν είχα πριν την οντισιόν για το έργο και καμία απολύτως δεν θα έχω μετά την τελευταία παράσταση μας. Από εκεί και πέρα πρόκληση είναι να καταλάβεις συνολικά τη δραματουργία αυτού που παίζεις και σε σχέση με το σύνολο του έργου και να είμαι –και αυτό είναι μέλημά μου πάντα– διαφορετικός απ’ ό,τι έχω κάνει μέχρι σήμερα. Είναι πολύ εύκολο να υποπέσει ο ηθοποιός σε μανιέρες, κάτι που δεν μ’ αρέσει καθόλου, οπότε και αυτό ήταν μία ακόμη πρόκληση. Η διαφοροποίηση στην προσέγγιση της υποκριτικής.
–Ένας μανιακός χαρτοπαίκτης, που συνεχώς εξασκείται... Εξασκείται και στην ατιμία;
–Κυρίως σε αυτό εξασκείται και το λέει μάλιστα και ο ίδιος μέσα στο έργο. Το φοβερό είναι ότι όλο αυτό που κάνει με τον τρόπο που το κάνει, ενώ είναι άτιμο και είναι εξαπάτηση και το παραδέχεται το ξορκίζει και λέει πως δεν είναι απάτη. Οπότε ναι, ενώ το κάνει και λέει ότι το κάνει, το αναιρεί.
–Τι θα ονόμαζες απάτη στην καθημερινή μας ζωή;
–Πήγα να σου πω όταν δεν είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, αλλά θα διαφωνήσω με αυτό που πρωτοσκέφτηκα. Νομίζω ότι απάτη είναι η ανειλικρίνεια ως προς τον απέναντι, προς την ύπαρξη γενικότερα, το να εξαπατήσεις για να αισθανθείς εσύ ή για να γίνεις, ακόμα χειρότερα, καλύτερος από τον απέναντι, να βρεθείς δηλαδή σε μια πιο εποπτική θέση που θα σου δώσει την ισχύ, είναι αυτό που έχει καταστρέψει και καταστρέφει καθημερινά την ανθρωπότητα. Χρειάζεται ειλικρίνεια, αμεσότητα και μοίρασμα. Δηλαδή δεν μπορείς να έχεις ως παντιέρα να υποφέρουν οι άλλοι για να είμαι εγώ καλά.
–Άρα κατά κάποιο τρόπο ισχύει και το μεταξύ κατεργαραίων ειλικρίνεια;
–Αυτό είναι κάτι που διατρέχει το έργο. Εγώ θα σου έλεγα ότι εν προκειμένω... «μεταξύ κατεργαραίων...» συμπληρώστε ό,τι θέλετε. Δηλαδή δεν θα έπρεπε καν να υπάρχουν κατεργάρηδες και να οδηγούνται σε συμφωνίες. Θα έπρεπε να υπάρχει μια συνεργατικότητα. Να μην είναι ο ένας στο δέκα, και ο άλλος στο πλην δύο...
–Στο καρέ του έργου υπάρχουν τίμιοι;
–Όχι, όχι η ατιμία, η απάτη και η εξαπάτηση είναι η σπονδυλική στήλη του έργου. Γύρω από αυτό κινούνται και οι έξι που θα δείτε πάνω στη σκηνή.
«Υπάρχουν πράγματα μέσα στο έργο που είναι λες και γράφονται σήμερα... Γι’ αυτό στέκει το έργο δύο αιώνες και παίζεται, είναι έργο ρεπερτορίου πια για το θεατρικό δραματολόγιο».
–Άρα ουσιαστικά το χαρτοπαίγνιο είναι μια μικρογραφία μιας κοινωνίας διαφόρων ανθρώπους και πώς ο ένας προσπαθεί να ξεγελάσει τον άλλο;
–Ναι, θα μπορούσε να αναχθεί και σε αυτή την οπτική... μαζεύονται κάποιοι που λένε κάποια πράγματα, τα οποία δεν σημαίνει ότι ισχύουν. Το πολύ ενδιαφέρον για μένα μέσα στο έργο είναι ότι όλοι λένε αρλούμπες –ο ρόλος που εγώ παίζω λέει τις λιγότερες αρλούμπες– οι υπόλοιποι πέντε όμως λένε πράγματα κενά νοήματος, αλλά το πόσο είναι αυτός που τα ακούει και τα εισπράττει, έτοιμος να τα φιλτράρει και να τα επεξεργαστεί με τρόπο που να καταλάβει αν υπάρχει μέσα κρυμμένη αλήθεια ή όλα είναι ψέματα επαφίεται στη διαχείριση του καθενός. Αλλά είναι όλοι τους αδίστακτοι. Να πούμε βέβαια πως το έργο κινείται σε μια κωμική εσάνς, δεν θα δει κάποιος μια σκοτεινιά... υπάρχει σκοτεινιά μέσα στο έργο, που έχει να κάνει όμως με την ουσία της ανθρώπινης φύσης, άλλα η απόδοσή του και κειμενικά και σκηνικά δεν είναι αυτό. Θέλουμε ο κόσμος που θα δει ενδεχομένως πτυχές του εαυτού του να τις αντιμετωπίσει τουλάχιστον με μειδίαμα.
–Μίλησέ μου για την ουσία του έργου;
–Για ακόμη μία φορά αποδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας ότι κανένας δεν μπορεί να πετύχει μόνος του αυτά που ο ίδιος έχει φυτέψει μες στο κεφάλι του ή έχει σαν απώτερο σκοπό. Ότι το να χρησιμοποιείς τους άλλους για ίδιον όφελος μπορεί να συμβεί με τρόπο που τελικά θα γυρίσει μπούμερανγκ εναντίον αυτού που το πράττει. Στο σύνολό του το έργο θεωρώ είναι να μην αφήνει κάποιος τον εαυτό του όταν δει, ή όταν μπορεί να δει ότι πάει να ξεφύγει, να μην ξεφύγει από τον εαυτό του. Όλοι μπορεί να βρεθούμε κάποια στιγμή σε θέση που να είναι πάρα πολύ εύκολο να εξαπατήσουμε, όπως λέει και η μετάφραση του Γιώργου Κουτλή, τον απέναντι. Εγώ θα πω: ζύγισέ το, σκέψου το μια δεύτερη φορά. Η μοίρα της ζωής είναι κοινή. Το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο - τα σάβανα δεν έχουν τσέπες. Κι ο κόσμος λέει ότι η μοίρα είναι κοινή. Το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο.
Η αλαζονεία
–Είναι ένα κλασικό έργο ενός σημαντικού συγγραφέα. Είναι γραμμένο στα μέσα του 19ου αιώνα, παραμένει επίκαιρο...
–Παραμένει επίκαιρο επειδή καταπιάνεται με την ασυδοσία, την απληστία, την αλαζονεία, είναι ένα τεράστιο κομμάτι της παράστασης η αλαζονεία. Μιλάει για τον άνθρωπο, την ανθρώπινη φύση από καταβολής κόσμου. Μιλάει για τη φύση γενικότερα, το πώς ο δυνατός επιβιώνει, χρησιμοποιώντας τον αδύναμο για να για να βγει προς τα πάνω και γι’ αυτό και παραμένει επίκαιρο. Υπάρχουν πράγματα μέσα στο έργο που είναι λες και γράφονται σήμερα... Γι’ αυτό στέκει το έργο δύο αιώνες και παίζεται, είναι έργο ρεπερτορίου πια για το θεατρικό δραματολόγιο. Από εκεί και πέρα είναι η ανάγνωση του σκηνοθέτη και της ομάδας του το πώς θα το αποδώσει.
–Άρα παρακμή, διαφθορά, όλα αυτά που μας ταλανίζουν και σήμερα. Τελικά τίποτα δεν αλλάζει στην κοινωνία μας...
–Δεν θέλω να είμαι μηδενιστής ούτε καν απαισιόδοξος από τη μία, από την άλλη... ναι, υπάρχουν υπενθυμίσεις και καμπανάκια στην καθημερινότητά μας. Είτε ζει κανείς σε μια χώρα του ενός εκατομμυρίου, όπως το νησί μας, είτε σε μια παγκόσμια υπερδύναμη, δεν αλλάζουν πολλά. Και είναι απορίας άξιο, διότι δεν βλέπουμε ότι μόνο κακό μπορεί να προξενήσει αυτό. Δεν μπορείς να είσαι άπληστος, ασύδοτος και αλαζόνας τον 21ο αιώνα. Είναι δισεκατομμύρια τα πτώματα που έχουν θαφτεί σε αυτό τον πλανήτη, που είναι για εμένα θλιβερές υπενθυμίσεις ότι μπορούμε να ρυθμίσουμε τα πράγματα να είναι πολύ διαφορετικά, έχοντας το μυαλό και τη νόηση να το δούμε βέβαια. Κάποιους δεν τους συμφέρει αυτό γιατί από αυτό ακριβώς, πλουτίζουν. Εκεί ξαναπάμε στο σκέλος που έχει να κάνει με το υλικό του πράγματος που, ενώ έχουμε το μυαλό να το επεξεργαστούμε και να πούμε έχω περισσότερα από σένα άρα πράττω αλλιώς, ζητάμε διαρκώς κι άλλα.
Η θεατρική σκηνή δεν είναι ανταγωνιστική
Για να τιθασεύσεις τα πάθη σου σημαίνει να μπορέσεις να τιθασεύσεις και να ελέγξεις το μυαλό σου και κατ’ επέκτασιν την ύπαρξή σου ολόκληρη και σωματικά.
–Στο παιχνίδι της ζωής χωράνε συναισθηματισμοί και απόλυτη ειλικρίνεια;
–Θα έπρεπε, μάλλον το ρωτάς αυτό γιατί ένας από τους χαρακτήρες στο κείμενο λέει πως στο παιχνίδι δεν υπάρχουν συναισθηματισμοί και είναι αυτό το παγωμένο, το σιδερένιο, το απρόσωπο, το σκληρό. Δεν είναι έτσι όμως η ζωή. Μπορεί ανά πάσα στιγμή να συμβεί οτιδήποτε στον καθένα μας. Και αυτό είναι που εννοούσα προηγουμένως: έχουμε τη νόηση να ξέρουμε το διαφορετικό που θα κάναμε κατόπιν εορτής, εάν το αποτέλεσμα δεν μας συμφέρει τελικά και αυτό, δεν θα έπρεπε να συμβαίνει. Για εμένα είναι πάρα πολύ απλά πράγματα. Όπως λέει κι ένας κοινός μας φίλος, ένα πράγμα έχει σημασία σε αυτή τη ζωή: η Ζωή!
«Χρειάζεται προσοχή στο πώς βλέπεις τα χαρτιά σου και στο πώς υπάρχεις μες στην παρτίδα.
Το χαρτοπαίγνιο είναι ανταγωνιστικό. Η θεατρική σκηνή δεν είναι σε καμία περίπτωση ανταγωνιστική
οπότε το να τζογάρεις σκηνικά, είναι μια τεράστια παγίδα».
–Καλλιτεχνικά τζογάρεις, Πέτρο;
–Υπάρχω μόνο υπό την ιδιότητα του ηθοποιού σε ό,τι έχει να κάνει με το θέατρο. Δεν ξεκινάει κατ’ αρχάς ποτέ από εμένα κάτι, δεν έχω ποτέ την πρώτη ιδέα για να προτείνω κάτι που ίσως να θεωρηθεί ριψοκίνδυνο, άρα τζόγος μέσω του οποίου θα μπορούσα να «χάσω» καλλιτεχνικά. Η δουλειά μας είναι τζόγος από μόνη της, γιατί δεν μπορείς να ξέρεις τι ζαριές θα επακολουθήσουν και τι χαρτιά θ’ ανοιχτούν κατά τη διάρκεια των προβών και πώς προχωράνε. Επίσης πολύ ενδιαφέρον έχει το πώς μεταλλάσσονται τα πράγματα κατά τη διάρκεια των προβών, που μπορεί την πρώτη-δεύτερη βδομάδα να φαντάζει κάτι τόσο πεντακάθαρο, αλλά μετά με τη μελέτη να δεις ότι τελικά είναι κάτι άλλο, εντελώς διαφορετικό μέχρι και το αντίθετο. Οπότε εκεί χρειάζεται προσοχή στο πώς βλέπεις τα χαρτιά σου και στο πώς υπάρχεις μες στην παρτίδα. Το χαρτοπαίγνιο είναι ανταγωνιστικό. Η θεατρική σκηνή δεν είναι σε καμία περίπτωση ανταγωνιστική, οπότε το να τζογάρεις σκηνικά είναι μια τεράστια παγίδα, γιατί με τους παρτενέρ, με τους συναδέλφους, με όλο την ομάδα είσαι συμπαίκτης όχι ανταγωνιστής. Συνεργατικά οφείλουμε να λειτουργούμε πάνω εκεί.
–Μας ορίζουν τα πάθη μας;
–Ναι, δυστυχώς, γιατί τα πάθη ξεκινάνε από το μυαλό. Για να τιθασεύσεις τα πάθη σου σημαίνει να μπορέσεις να τιθασεύσεις και να ελέγξεις το μυαλό σου και κατ’ επέκτασιν την ύπαρξή σου ολόκληρη και σωματικά. Και είναι κάτι το οποίο θέλει μια διαρκή υπενθύμιση προς τους εαυτούς μας.
–Οι παίκτες του Γκογκόλ είναι έρμαια του πάθους τους ή είναι επαγγελματίες;
–Είναι και τα δύο. Είναι άρρωστα παθιασμένοι επαγγελματίες. Μόνο ένας εκ των έξι χαρακτήρων, που το παραδέχεται κιόλας, λέει ότι εγώ άλλου είδους άνθρωπος είμαι, απλώς μου συνέβη αυτό και έπραξα έτσι. Οι υπόλοιποι είναι καθάρματα. Όταν βλέπουν ότι υπάρχει πρόσφορο έδαφος να κατασπαράξουν κάποιον, απλά το πράττουν. Και αυτό γίνεται αριστοτεχνικά και ξεκινά από τον συγγραφέα.
Φωτογραφίες: Αντώνης Φαρμακάς
Πληροφορίες
Νέα Σκηνή ΘΟΚ, «Οι Παίχτες» του Νικολάι Βασίλιεβιτς Γκόγκολ. Σκηνοθεσία Μαρία Βαρνακκίδου.