Kathimerini.gr
Της Μαρίας Κατσουνάκη
«Πάλι στον ύπνο μου τον είδα». Oσοι τον γνώρισαν, το μοιράζονται ως κοινή εμπειρία. Τη φράση επαναλαμβάνουν συχνά οι στενοί συνεργάτες του Θόδωρου Αγγελόπουλου, κυρίως όσοι ήταν μαζί του στο μοιραίο γύρισμα της 24ης Ιανουαρίου 2012. Δέκα χρόνια μετά, ό,τι συνέβη εκείνο το απόγευμα εξακολουθεί να στοιχειώνει τους ανθρώπους που το έζησαν.
Ο παραγωγός Κώστας Λαμπρόπουλος (συνοδοιπόρος του σκηνοθέτη από το 1984 και το «Ταξίδι στα Κύθηρα»), ο σκηνοθέτης Παναγιώτης Πορτοκαλάκης (βοηθός του στο «Βλέμμα του Οδυσσέα», 1995), ο φωτογράφος Ηλίας Μπουργιώτης (πρωτοσυναντήθηκαν στο «Λιβάδι που δακρύζει», 2004) ήταν εκεί. Στην «Aλλη θάλασσα», στη 14η ταινία της φιλμογραφίας του. Στα γυρίσματα που άρχισαν, αλλά δεν συνεχίστηκαν. Κοντά στον σκηνοθέτη, για πρώτη φορά, και οι κόρες του Κατερίνα (σκηνογράφος) και Ελένη (υπεύθυνη για το κάστινγκ).
«Oλα συμβαίνουν στο λιμάνι του Πειραιά, με συνεχείς αναχωρήσεις και αφίξεις πλοίων, σαν μια αέναη μετανάστευση, εσωτερική και εξωτερική», έλεγε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, συνοψίζοντας το περιεχόμενο. Αρχική ιδέα, η «Oπερα της πεντάρας» του Μπρεχτ. Δεν θα μάθουμε ποτέ πώς θα υφανθεί η τελική ιστορία, πώς οι εικόνες που είχε στο μυαλό του θα πάρουν μορφή, με κάθε τίμημα. Oπως πάντα. Η «Aλλη θάλασσα» θα παραμείνει ανεξιχνίαστη «άλλη», άγνωστη.
Η φωτογραφία που δημοσιεύουμε ήταν η αφορμή για να γράψουμε το δικό μας σενάριο εις μνήμην. Την τράβηξε ο Ηλίας Μπουργιώτης, χωρίς να ξέρει γιατί. «Φωτογραφικά, δεν είχε ενδιαφέρον. Είδα τον Αγγελόπουλο πίσω από την κορδέλα να κοιτά προς αδιευκρίνιστη κατεύθυνση…». Ο Κώστας Λαμπρόπουλος συμπληρώνει τη στιγμή: «Ετοιμάζεται να περάσει απέναντι για να δώσει οδηγίες για τη διάταξη των φορτηγών που μετέφεραν μετανάστες. Επιστρέφοντας, συνέβη το δυστύχημα».
Στον περιφερειακό δρόμο Δραπετσώνας – Κερατσινίου, παρασύρθηκε από δίκυκλο, τραυματίστηκε θανάσιμα, εξέπνευσε λίγες ώρες μετά στο νοσοκομείο, στο Φάληρο. Θυμάμαι τον ηθοποιό Τόνι Σερβίλο σε μια γωνία να κλαίει, την οικογένεια του Θόδωρου Αγγελόπουλου, τη Φοίβη και τις τρεις κόρες τους, την Ελένη να μας ανακοινώνει το τέλος, τον Ανδρέα Σινάνο, τον Τάκη Κατσέλη, τη Μαργαρίτα Μαντά, ήμαστε και άλλοι, όχι πολλοί, όλοι άναυδοι, κεραυνοβολημένοι, παγωμένοι, συντετριμμένοι.
Επιστρέφω στη φωτογραφία της σελίδας. «Τι σκεφτόταν άραγε όταν ετοιμαζόταν να διασχίσει τον δρόμο;» αναρωτιέμαι, κουβεντιάζοντας με τον Παναγιώτη Πορτοκαλάκη. «Δεν ξέρω αν σκεφτόταν. Εβλεπε. Εχτιζε το πλάνο… Είχε επιμείνει πολύ γι’ αυτό το συγκεκριμένο σημείο στη Δραπετσώνα. Αντιλαμβανόμουν τον κίνδυνο, καθώς ο χώρος δεν ήταν ελεγχόμενος και προστατευμένος. Ομως όταν ο Θόδωρος κατέληγε σε αυτό που ήθελε, δεν μετακινιόταν. Πιο εύκολο ήταν να μετακινήσεις την πραγματικότητα παρά τον Θόδωρο». Ο Παναγιώτης Πορτοκαλάκης και ο Ηλίας Μπουργιώτης άκουσαν έναν στριγκό θόρυβο και αυτομάτως σκέφτηκαν ότι κάτι κακό θα είχε συμβεί. Στα αυτιά του δεύτερου ηχεί ακόμη η φωνή φόβου και αγωνίας της κόρης του, Κατερίνας Αγγελοπούλου: «Μπαμπά». Ο πρώτος θυμάται να έχουν κάνει έναν κύκλο γύρω από το πεσμένο σώμα του σκηνοθέτη, αλλά κανείς να μην πλησιάζει, «σαν να μη θέλει να επιβεβαιώσει αυτό που έχει συμβεί».
Ο Κώστας Λαμπρόπουλος είδε με την άκρη του ματιού του το τροχαίο, έσπευσε και σήκωσε στα χέρια του τον χτυπημένο Θόδωρο Αγγελόπουλο, που είχε πέσει σε ένα χαντάκι του δρόμου. Τα μέλη του δεν υπάκουαν. Ανέπνεε ακόμη. Το ασθενοφόρο ήρθε μία ώρα μετά. Τα επανειλημμένα τηλεφωνήματα δεν μπόρεσαν να φέρουν καλύτερο αποτέλεσμα μιας και από το ΕΚΑΒ απαντούσαν ότι δεν υπήρχε διαθέσιμο ασθενοφόρο.
Αύριο, 24 του μηνός, συμπληρώνεται μία δεκαετία από τότε. Ο χρόνος τίποτα δεν έχει «φλουτάρει». Ολα, μέσα στη μνήμη, τακτοποιημένα στην αλληλουχία των γεγονότων, οι αποχρώσεις ελάχιστες, οι αφηγήσεις από διαφορετικές «γωνίες λήψης» συγκλίνουν στο τραγικό φινάλε.
Καθώς η περιοχή είχε μετατραπεί σε κινηματογραφικό πλατό, η πραγματικότητα δανείζεται στοιχεία σεναρίου. Χωρίς περιορισμούς (η πραγματικότητα) αυτοσχεδιάζει με φελινικό οίστρο. Την ώρα που όλοι οι παρόντες προσπαθούν να συλλάβουν το αδιανόητο, που μόλις έχει συντελεστεί, εμφανίζεται βαν τηλεοπτικού σταθμού, από το οποίο ξεπροβάλλει νεαρή ρεπόρτερ, υπερβολικά βαμμένη και ντυμένη για άλλη περίσταση, η οποία απευθύνεται στο κινηματογραφικό συνεργείο λέγοντας: «Λοιπόν, παιδιά, τι έχουμε εδώ;». Μέσα σε λίγη ώρα είδαν να περνούν από μπροστά τους όψεις της Ελλάδας σε πύκνωση.
Και αυτό έχει εγγραφεί στη μνήμη του Παναγιώτη Πορτοκαλάκη και θέλει να το μοιραστεί. Ολοι έχουν κάτι να πουν ή να ανακαλέσουν. Ενα νεύμα, μια φράση, ένα περιστατικό… Μιλούν για να ξορκίσουν τον εφιάλτη, που τους επισκέπτεται και στον ύπνο τους. Μιλούν και μελαγχολούν, συγκινούνται, διερωτώνται, αναπολούν.
«Σκέφτομαι συχνά τα βουβά ταξίδια που έκανα με τον Θόδωρο στα Βαλκάνια», λέει ο Κώστας Λαμπρόπουλος. «Δεν με άφηνε να βάζω ούτε ραδιόφωνο. Παρατηρούσε το τοπίο και έφτιαχνε το σενάριο στο μυαλό του. Συχνά, συνταξιδεύαμε και με τον φωτογράφο Δημήτρη Σοφικίτη».
Ο Παναγιώτης Πορτοκαλάκης επαναφέρει ένα ερώτημα που τον απασχολεί: «Την ημέρα του μοιραίου γυρίσματος με είχε πάρει τηλέφωνο να κατέβουμε στη Δραπετσώνα εκτάκτως νωρίτερα, μαζί. Δεν μου είπε γιατί. Δεν μπορούσα την ώρα που μου ζήτησε, πήγα την προκαθορισμένη. Αναρωτιέμαι: αν η πεταλούδα πετούσε διαφορετικά, τα πράγματα θα είχαν συμβεί αλλιώς;».
Ο,τι είχε καταγράψει ο Ηλίας Μπουργιώτης πίσω από την κάμερα (δεν φωτογράφιζε τη δράση, μόνο τα παρασκήνια) στην «Αλλη θάλασσα», έμεινε κλεισμένο στα κουτιά για αρκετό καιρό. «Δεν μπορούσα να κοιτάξω τι είχα τραβήξει… Στο φωτογραφικό λεύκωμα που εξέδωσα χρόνια μετά, έδωσα τον τίτλο “Το βλέμμα της αιωνιότητας”».
Ο Τόνι Σερβίλο αποχαιρέτισε τον Θόδωρο Αγγελόπουλο στην κηδεία, στο Α΄ Νεκροταφείο. Ο Ιταλός πρωταγωνιστής του στην ταινία που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, θέλησε να πει δυο λόγια στα γαλλικά εκ μέρους όλων· του Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, της Ζαν Μορό, του Τζιαν Μαρία Βολοντέ, του Χάρβεϊ Καϊτέλ, του Μπρούνο Γκανζ, του Γουίλεμ Νταφόε… μακρύς ο κατάλογος των ξένων ηθοποιών. Τους ανέφερε όλους με επιμέλεια. «Είχαμε την τύχη να παίξουμε κάτω από τις οδηγίες σου. Ευχαριστούμε».
Ενα χρόνο μετά, καλοκαίρι του 2013, ζήτησα από τον Γουίλεμ Νταφόε (στη διάρκεια συνέντευξής μας, για μια παράσταση του Μπομπ Γουίλσον στο Μάντσεστερ, «Κ» 15/07/2013) να μου πει τι έχει συγκρατήσει στη μνήμη του από τη συνεργασία του με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο. Σηκώθηκε από τη θέση του για να τον μιμηθεί, με μεγάλη τρυφερότητα, παρότι τον περιγράφει ως «πολύ σκληρό και απαιτητικό σκηνοθέτη». Πρωταγωνίστησε στη «Σκόνη του χρόνου» (2008). «Επικοινωνούσαμε με τον Θόδωρο ως εξής: εγώ χωρίς να μιλάω ελληνικά ή γαλλικά. Εκείνος με πολύ λίγα ιταλικά και αγγλικά! Μου έδειχνε αυτό που ήθελε να κάνω κι εγώ τον αντέγραφα. Το μόνο που πρόφερε στην εντέλεια ήταν: “And then, you cry”! Θυμάμαι αυτό το κρυφό, πονηρό χαμόγελο που είχε. Ελεγε κάτι πολύ σοβαρό και ξαφνικά εμφανιζόταν στο πρόσωπό του αυτό το αινιγματικό χαμόγελο».
Το φιλμ τελειώνει. Ενα άδειο φωτεινό καρέ παίρνει τη θέση της εικόνας στον τοίχο. Ακούγεται η φωνή του Α. βραχνή, θρυμματισμένη: «Οταν γυρίσω, θα γυρίσω με τα ρούχα και τ’ όνομα ενός άλλου. Κανείς δε θα με περιμένει. Κι αν δε με γνωρίσεις και πεις “Δεν είσαι εσύ”, θα σου δώσω σημάδια να πιστέψεις. Τη λεμονιά στον κήπο σου. Το ακρινό παράθυρο που μπάζει το φεγγάρι. Κι ακόμα σημάδια του κορμιού και της αγάπης. (…) Ανάμεσα σ’ ένα αγκάλιασμα κι ένα άλλο, ανάμεσα σ’ ένα κάλεσμα κι ένα άλλο, θα σου διηγούμαι, όλη την ανθρώπινη περιπέτεια, την περιπέτεια που ποτέ δεν τελειώνει…», Θόδωρος Αγγελόπουλος, 27 Απρίλη 1993. Η τελευταία σκηνή από «Το βλέμμα του Οδυσσέα». Στον ρόλο του Α. ο Χάρβεϊ Καϊτέλ.