ΑΜΠΕ
Οι πληθυσμοί των άγριων ζώων έχουν μειωθεί κατά 73% τα τελευταία 50 χρόνια, κυρίως εξαιτίας της ανθρωπότητας που με τη σειρά της απειλείται από τον εκφυλισμό αυτόν των οικοσυστημάτων, σύμφωνα με την έκθεση του Παγκόσμιου Ταμείου για την Φύση (WWF) που δημοσιεύεται σήμερα, λίγες ημέρες πριν από τη COP16 για την Βιοποικιλότητα στην Κολομβία.
Από ήπειρο σε ήπειρο, η μείωση φθάνει το 95% στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, ακολουθεί η Αφρική (-76%) και η Ασία-Ειρηνικός (-60%).
Η μείωση είναι λιγότερο θεαματική στην Ευρώπη και την Κεντρική Ασία (-35%) και στη Βόρεια Αμερική (-39%) μόνο και μόνο γιατί οι μεγάλες μεταβολές στη Φύση ήταν ήδη ορατές πριν από το 1970 στις περιοχές αυτές: ορισμένοι πληθυσμοί σταθεροποιήθηκαν ή αναπτύχθηκαν χάρη στις προσπάθειες διατήρησης και προστασίας και την επασεισαγωγή ειδών, σύμφωνα με την έκθεση.
Ενδεικτικά, ο ευρωπαϊκός βίσονας, που εξαφανίσθηκε στην άγρια κατάσταση το 1927, αριθμεί πλέον 6.800 άτομα το 2020 χάρη στην εκτεταμένη εκτροφή και την επιτυχημένη επανεισαγωγή, κυρίως σε προστατευμένες ζώνες.
Η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στους πληθυσμούς ειδών του γλυκού νερού (-85%), ακολουθούν τα χερσαία σπονδυλωτά (-69%) και τα θαλάσσια (-56%).
Σχολιάζοντας την «απίστευτα ανησυχητική κατάσταση», η γενική διευθύντρια του WWF Κίρστεν Σουτζτ λέει ότι «το καλό νέο είναι ότι δεν βρισκόμαστε ακόμα στο σημείο μη επιστροφής» και αναφέρεται στους στόχους που έχουν τεθεί από την συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα ή την συμφωνία Κουνμίνγκ-Μόντρεαλ για την προστασία της Φύσης μέχρι το 2030.
Στην προηγούμενη έκθεση του 2022, η τάση έδειχνε μείωση κατά 68%.
Εξαφανίζονται θηλαστικά, πτηνά, ψάρια, ερπετά και αμφίβια
Το συμπέρασμα της έκθεσης που φέρει τον τίτλο «Ζωντανός Πλανήτης» δεν σημαίνει ότι τα δύο τρίτα του αριθμού των άγριων ζώων του πλανήτη έχουν εξαφανισθεί, αλλά ότι το μέγεθος πληθυσμών (ομάδων ζώων του ιδίου είδους που ζουν στο ίδιο περιβάλλον) έχει μειωθεί κατά 73% κατά μέσον όρο κατά την διάρκεια της τελευταίας πεντηκονταετίας (1970-2020).
Συνολικά, περί τα 5.500 σπονδυλωτά (θηλαστικά, πτηνά, ψάρια, ερπετά και αμφίβια) που ζουν σε 35.000 πληθυσμούς στον κόσμο καταγράφονται με βάση τον «Δείκτη Ζωντανός Πλανήτης» που θεσπίσθηκε το 1998 από την Ζωολογική Εταιρεία του Λονδίνου (ZSL) και επικαιροποιείται κάθε δύο χρόνια
Ο δείκτης αποτελεί διεθνές σημείο αναφοράς στην παρακολούθηση των φυσικών οικοσυστημάτων και την ανάλυση των επιπτώσεων στην υγεία του ανθρώπου, την διατροφή και την κλιματική αλλαγή, παρά τις επίμονες επικρίσεις επιστημόνων για την μέθοδο υπολογισμού που θεωρείται ότι διογκώνει υπερβολικά το μέγεθος της μείωσης των πληθυσμών.
Η Ζωολογική Εταιρεία του Λονδίνου υπερασπίζεται την αξιοπιστία του δείκτη επιστρατεύοντας και σειρά επιπλέον δεικτών που αποτιμούν τον κίνδυνο εξαφάνισης ειδών, την βιοποικιλότητα και την υγεία των οικοσυστημάτων συμβάλλοντας στην δημιουργία μία συνολικής εικόνας.
«Το θέμα δεν είναι απλώς η άγρια πανίδα, είναι τα σημαντικά οικοσυστήματα που υποστηρίζουν την ανθρώπινη ζωή», προειδοποιεί ο Ντάουντι Σούμπα του WWF.
Η έκθεση επαναλαμβάνει την ανάγκη από κοινού αντιμετώπισης των «διασυνδεόμενων» κρίσεων του Κλίματος και της καταστροφής της Φύσης και επιμένει στην αυξανόμενη απειλή που προέρχεται από τα σημεία καμπής σε ορισμένα οικοσυστήματα.
«Οι αλλαγές μπορεί να είναι αμετάκλητες, με καταστροφικές συνέπειες για την ανθρωπότητα», προειδοποιεί ο Ντάουντι Σούμπα αναφέροντας ως παράδειγμα την Αμαζονία που κινδυνεύει να μετατραπεί από συλλέκτη άνθρακα σε πομπό άνθρακα επιταχύνοντας την αύξηση της θερμοκρασίας της Γης.
Αλλο παράδειγμα, η απώλεια των κοραλλιών θα επηρέαζε την αναγέννηση ειδών ψαριών που είναι θύματα της υπεραλίευσης και θα στερούσε την ανθρωπότητα από πολύτιμους διατροφικούς πόρους.
«Αδειάσαμε κατά 40% τους ωκεανούς από την βιομάζα τους», υπενθυμίζει ο Γιαν Λοράνς του WWF.
Η προώθηση των στόχων αυτού του οδικού χάρτη είναι η βασική αποστολή της 16ης Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την Βιοποικιλότητα που πραγματοποιείται στο Κάλι της Κολομβίας από τις 21 Οκτωβρίου έως την 1η Νοεμβρίου.