Kathimerini.gr
Τα μεγάλα ξύλινα σαλέ θα έπρεπε εδώ και εβδομάδες να είναι γεμάτα με λάτρεις του σκι ή απλούς χειμερινούς τουρίστες. Αντ’ αυτού, ο Σιμόν Μπισίγκ, διευθυντής χιονοδρομικού κέντρου στο Σατέλ της Ελβετίας, βλέπει με απογοήτευση το σαλέ της επιχείρησής του άδειο μία από τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου, καθώς στις πίστες το χιόνι είναι ελάχιστο κι ένα μελαγχολικό ψιλόβροχο χτυπάει τα τζάμια.
Καθώς ο πλανήτης θερμαίνεται, η Ευρώπη αντιμετώπισε μια δύσκολη χρονιά κλιματικών κρίσεων. Το καλοκαίρι πολλές περιοχές υπέστησαν σοβαρές ξηρασίες και καύσωνα. Ηδη φέτος σε ορισμένες περιοχές σημειώθηκαν οι ιστορικά υψηλότερες θερμοκρασίες που έχουν καταγραφεί εντός χειμώνα – τόσο υψηλές που πολλά χιονοδρομικά κέντρα δεν έχουν καν χιόνι.
Υπό εξαφάνιση το «εθνικό σπορ», ενώ «εξατμίζονται» 5,5 δισ. δολ. ετησίως από την ελβετική χιονοδρομική βιομηχανία.
Υπερδιπλάσιοι ρυθμοί
Για την Ελβετία, της οποίας οι παγετώνες και οι όγκοι χιονιού αποτελούν μια κρίσιμης σημασίας αποθήκη νερού για την Ευρώπη, οι επιπτώσεις είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές. Η χώρα θερμαίνεται με υπερδιπλάσιο ρυθμό από τον παγκόσμιο μέσο όρο και οι παγετώνες της έχασαν το 6% του όγκου τους μόνο τον τελευταίο χρόνο, σύμφωνα με τις ελβετικές ομοσπονδιακές αρχές.
Οι αλλαγές θέτουν σε κίνδυνο μεγάλα τμήματα της ελβετικής χιονοδρομικής βιομηχανίας, η οποία σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις αποφέρει περίπου 5,5 δισ. δολάρια ετησίως. Ομως, σε μια χώρα όπου σχεδόν όλοι οι άνθρωποι κάνουν σκι, η απώλεια του χιονιού είναι κάτι περισσότερο από ένα οικονομικό ή περιβαλλοντικό ζήτημα. Αποτελεί απειλή και για την εθνική ταυτότητα. «Το σκι εδώ είναι κάτι σαν το άθλημα του λαού», είπε ο κ. Μπισίγκ. «Και βλέπουμε ότι σιγά σιγά αυτό εκλείπει. Είναι πολύ λυπηρό».
Στο Σατέλ της Ελβετίας τα άλλοτε γεμάτα σαλέ είναι άδεια στις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου, καθώς στις πίστες το χιόνι είναι ελάχιστο. [Andrea Mantovani/The New York Times]
Για χρόνια οι άνθρωποι σε μέρη όπως το Σατέλ, όπου οι ψηλότερες κορυφές βρίσκονται περίπου 1.600 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, πίστευαν ότι θα γλίτωναν από την απώλεια χιονιού. Τώρα οι επιστήμονες λένε ότι τα μέρη κάτω από τα 2.000 μέτρα θα αντιμετωπίσουν πιθανότατα ένα μέλλον χωρίς χιόνι, αν συνεχιστούν οι σημερινοί ρυθμοί αύξησης της θερμοκρασίας. Ακόμα και τα μέρη που βρίσκονται ψηλότερα, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, θα μπορούσαν πιθανώς να επιβιώσουν ως τουριστικοί προορισμοί μόνο με τη βοήθεια της ενεργοβόρας και υδροβόρας παραγωγής τεχνητού χιονιού.
Κατσίκες και φοντί
«Νομίζω ότι πρέπει να κοιτάξουμε την αλήθεια κατάματα. Εχουμε μπροστά μας κάτι που πεθαίνει», δήλωσε η Μισέλ Φιρέρ, διευθύντρια ξενώνα ο οποίος βρίσκεται στην ίδια πλαγιά με το χιονοδρομικό κέντρο που διευθύνει ο κ. Μπισίγκ. «Πρέπει να το αποδεχθούμε αυτό και ύστερα να προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε κάτι άλλο».
Ορισμένοι άλλοι κάτοικοι του Σατέλ, όπως ο Τόμας Σμιτ, έχουν ανοίξει επιχειρήσεις που αγκαλιάζουν την επερχόμενη αλλαγή. Ο κ. Σμιτ, πρώην διαχειριστής τουριστικής επιχείρησης, πούλησε την κληρονομιά του πατέρα του και αγόρασε κατσίκες, σοκάροντας ορισμένους από τους γείτονές του. Ο ίδιος και οι αδελφές του έχουν ανοίξει τώρα ένα εστιατόριο και ένα κατάστημα και πειραματίζονται με την παρασκευή σοκολάτας και παγωτού από κατσικίσιο γάλα. Προσκαλούν τα παιδιά των τουριστών να έρθουν να παίξουν με τις κατσίκες και τους πεζοπόρους να τελειώσουν τις ορεινές διαδρομές στο εστιατόριό τους με φοντί από κατσικίσιο τυρί.
«Είμαι από εδώ, με πονάει κι εμένα η σκέψη ότι δεν μπορούμε πλέον να κάνουμε σκι», δήλωσε ο κ. Σμιτ. «Αλλά οι άνθρωποι αρχίζουν να συμβιβάζονται με αυτό. Το κλίμα αλλάζει. Το ίδιο πρέπει να κάνουμε κι εμείς».