Γράφει ο Γιάννης Ελαφρός
Σαν σήμερα, στις 17 Ιουλίου του 1987 ξεκίνησε ένας φοβερός καύσωνας στην Αθήνα, που κράτησε 12 ημέρες, με το θερμόμετρο να φτάνει τους 41-43,6 βαθμούς Κελσίου στο κλεινόν άστυ. Σε μια πόλη και μια κοινωνία που δεν είχαν ακόμα εμπειρία από παρόμοια φαινόμενα οι συνέπειες ήταν τραγικές.
Ο «Κλέων», που ρίχνει την καυτή ανάσα του πάνω από την Ελλάδα και Κύπρο αυτές τις ημέρες, είναι μέρος ενός μεσογειακού καύσωνα, που περισφίγγει ολόκληρη την περιοχή
Πάνω από 1.300 θάνατοι (επισήμως) στην περιοχή της πρωτεύουσας συσχετίστηκαν άμεσα με τις υψηλότατες θερμοκρασίες, κυρίως από ανθρώπους που ανήκαν σε ευπαθείς ομάδες ή ήταν ηλικιωμένοι. Θάνατοι σημειώθηκαν και σε άλλες πόλεις, με άλλες αναφορές να κάνουν λόγο ακόμα και για 4.000 νεκρούς.
Σε σπίτια χωρίς μόνωση, με ελάχιστα να διαθέτουν κλιματισμό και λίγα έστω ανεμιστήρα, το πέρασμα του καύσωνα ήταν οδυνηρό. Το προηγούμενο πολύ μεγάλο θερμό επεισόδιο στην Αθήνα είχε καταγραφεί το 1958, με τις εφημερίδες της εποχής να κάνουν λόγο για 600 νεκρούς.
Πέρασαν 11 χρόνια για να ξαναεμφανιστεί ένας παρατεταμένος καύσωνας, στις 25 Ιουλίου 1998, με διάρκεια 14 ημερών. Οι άμεσες συνέπειες στη δημόσια υγεία δεν ήταν ανάλογες με αυτές του 1987, καθώς όλοι ήταν πιο προετοιμασμένοι.
Αν όμως για την επανεμφάνιση ενός επώδυνου καύσωνα διαρκείας χρειάστηκαν 11 χρόνια από το 1987, ο επόμενος ήρθε μόλις το 2000. Κι από τότε μέχρι και σήμερα έχουν ακολουθήσει ακόμα δέκα καύσωνες, με μεγάλη διάρκεια, συμπεριλαμβάνοντας και τον φετινό! Μάλιστα, το 2007 εκδηλώθηκαν δύο καυτά κύματα, στη διάρκεια των οποίων συνέβησαν αντίστοιχα η καταστροφή της Πάρνηθας και της Αρκαδίας – Ηλείας (με δεκάδες νεκρούς). Δύο καύσωνες διαρκείας είχαμε και το 2021. Στην περίοδο του δεύτερου (τέλη Ιουλίου – αρχές Αυγούστου), που έφτασε σε ύψη ρεκόρ όσον αφορά τη θερμική συσσώρευση, ξέσπασε η καταστροφική φωτιά στη Βόρεια Εύβοια.
«Η εξέλιξη είναι ανησυχητική. Αυτό που βλέπουμε είναι πως οι καύσωνες έρχονται με μεγαλύτερη συχνότητα και ένταση. Σε πολλές περιπτώσεις αυξάνεται και η διάρκειά τους. Πρόκειται για συνέπεια της κλιματικής αλλαγής, που πλέον δείχνει καθαρά τα σημάδια της», λέει στην «Κ» ο κ. Νίκος Μιχαλόπουλος, διευθυντής Ινστιτούτου Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ) και επιστημονικά υπεύθυνος του πανελλαδικού δικτύου για την κλιματική αλλαγή CLIMPACT.
Ο «Κλέων», που ρίχνει την καυτή ανάσα του πάνω από την Ελλάδα αυτές τις ημέρες, είναι μέρος ενός μεσογειακού καύσωνα, που περισφίγγει ολόκληρη την περιοχή. Περνώντας πάνω από τις ακτές της Βόρειας Αφρικής οι θερμές αέριες μάζες έχουν «κοκκινίσει» τα θερμόμετρα και στην Ελλάδα, αλλά πολύ περισσότερο στη νότιο Ιταλία και σε περιοχές της Ισπανίας. «Παρά τις δικές μας υψηλές θερμοκρασιακές τιμές, είναι περιοχές της Ιταλίας, για τις οποίες υπάρχουν προγνώσεις για θερμοκρασίες 48 βαθμών Κελσίου, όπως είχαν σημειωθεί και πέρυσι. Στην Ισπανία, η κατάσταση θα είναι επίσης πολύ δύσκολη, καθώς προβλέπεται και μεταφορά σκόνης, προκαλώντας ένα ασφυκτικό δίδυμο καυτών θερμοκρασιών και αιωρούμενων μικροσωματιδίων», σημειώνει ο κ. Μιχαλόπουλος. «Το πιο σημαντικό είναι να γνωρίζουμε πως η άνοδος της θερμοκρασίας στη Μεσόγειο τρέχει σχεδόν με διπλάσιο ρυθμό απ’ ό,τι είναι ο μέσος όρος της Γης. Κι αυτό αφορά τη θερμοκρασία και της ατμόσφαιρας και της θάλασσας. Ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο η θερμοκρασία έχει ανέβει περίπου 1,2 βαθμούς, στη Μεσόγειο φτάνει σχεδόν τους 2° C. Η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία πέρασαν πέρυσι ένα πολύ καυτό καλοκαίρι, με έντονα σημάδια ανομβρίας. Αυτή η τάση θα εκφραστεί στο μέλλον και στην Ελλάδα, ακόμα κι αν μία χρονιά, όπως πέρυσι, οι καιρικές συνθήκες μας δεν ήταν το ίδιο θερμές», εξηγεί ο διευθυντής του Ινστιτούτου Περιβάλλοντος του Αστεροσκοπείου.
Εξάλλου, επειδή δεν ζούμε σε γυάλα, μας αφορούν οι τάσεις σε όλο τον κόσμο. Η ευρωπαϊκή υπηρεσία Copernicus διαπίστωσε ότι ο Ιούνιος του 2023 ήταν ο θερμότερος Ιούνιος του πλανήτη, με «σημαντική διαφορά» από το προηγούμενο ρεκόρ, το οποίο είχε σημειωθεί το 2019. Οι εννέα θερμότεροι Ιούνιοι σημειώθηκαν τα τελευταία εννέα χρόνια.
Μέχρι το 2050 θα αυξηθούν κατά 15 έως 20 οι ημέρες με καύσωνα στην Ελλάδα, ενώ οι ημέρες υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς θα αυξηθούν από 15% έως και 70%.
Επίσης, το φαινόμενο Ελ Νίνιο, που εξελίσσεται ήδη στον Ειρηνικό, αναμένεται να κάνει το 2023 μια εξαιρετικά ζεστή χρονιά.
Πριν από μερικές δεκαετίες, όταν είχαν αρχίσει να «τρέχουν» τα διάφορα σενάρια για την εξέλιξη της κλιματικής αλλαγής και τις συνέπειες στα διάφορα καιρικά φαινόμενα, δεν ήταν λίγοι αυτοί που τα έβλεπαν ως μακρινά ή που έθεταν ερωτήματα για την ακρίβεια των προβλέψεών τους. «Σήμερα, μετά εκτεταμένες χρονοσειρές συστηματικής καταγραφής των δεδομένων φαίνεται πως τα μοντέλα επιβεβαιώνονται σε μεγάλο βαθμό», τονίζει ο κ. Μιχαλόπουλος.
Σε μεγάλη έρευνα του Πανεπιστημίου Αθηνών σημειώνεται πως, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μέχρι το 2050, οι ημέρες με καύσωνα στην Ελλάδα θα αυξηθούν κατά 15-20 ετησίως, η βροχόπτωση θα μειωθεί από 10% έως 30%, οι ημέρες υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς θα αυξηθούν από 15% έως και 70% και τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα είναι πολύ πιο συχνά. Οπως γράφουν οι ερευνητές, «η χώρα αποκτά σταδιακά θερμότερο και ξηρότερο κλίμα, με ακραία καιρικά φαινόμενα που θα είναι εντονότερα, συχνότερα και με μεγαλύτερη διάρκεια». Μάλιστα προβλέπουν πως ενώ την περίοδο 1971-2000 σημειώνονταν 1,4 «θερμά επεισόδια» (μια κατηγορία πιο χαμηλή από τον καύσωνα) το έτος κατά μέσον όρο στο κέντρο της Αθήνας, η πρόβλεψη για το 2026-2045 είναι πως αυτά θα γίνουν έξι! Και μάλιστα με το καλύτερο σενάριο. Κι όποιος αντέξει…
Το θέμα είναι πως όσα προβλέπονται για το 2030 ή για το 2050 έχουν ήδη αρχίσει να εκδηλώνονται. Δεν θα έρθουν με μορφή θερμικής καταιγίδας τα τελευταία χρόνια. Με βάση όλα όσα γνωρίζουμε και την τροπή που παίρνουν τα πράγματα, τα επόμενα χρόνια οι καύσωνες δεν θα είναι εξαίρεση, αλλά μια επαναλαμβανόμενη σε ετήσια βάση –και όχι μόνο μια φορά– κανονικότητα. Εάν δεν δράσουμε θα έρθουν εποχές που οι σημερινοί καύσωνες θα θεωρούνται απλά ζεστές μέρες…
Ξαναγυρίζοντας στην αρχή της ιστορίας μας. Οι καύσωνες δεν υποβαθμίζουν μόνο την ποιότητα ζωής μας, προκαλώντας έντονο αίσθημα δυσφορίας και ακυρώνοντας πολλές δραστηριότητες, αλλά επιβαρύνουν σημαντικά την υγεία των κοινοτήτων, αυξάνοντας και τη θνησιμότητα. Μπορεί να μην υπάρχουν οι μαζικές απώλειες του 1987, αλλά στον μεγάλο καύσωνα του 2021 (τέλη Ιουλίου – αρχές Αυγούστου) καταγράφηκε από ελληνική ερευνητική ομάδα πως η θνησιμότητα πήρε την ανηφόρα όταν υπήρξαν υψηλές θερμοκρασίες για αρκετές ημέρες, ενώ όταν ξέσπασαν και κοντινές δασικές πυρκαγιές ανέβηκε έως 80% στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας! Αρα και τώρα χρειάζεται προσοχή και μέτρα…
Το θέμα της κλιματικής κρίσης και της υποβάθμισης – καταστροφής του περιβάλλοντος έρχεται στη συζήτηση μόνο σε περιόδους έντονων ή ακραίων καιρικών φαινομένων. Στην πρόσφατη διπλή εκλογική αναμέτρηση απουσίαζαν εκκωφαντικά. Μήπως είμαστε πολύ… cool για κάτι που είναι κυριολεκτικά καυτό;
Καύσωνα έχουµε όταν για περισσότερες από τρεις ηµέρες η µέγιστη θερµοκρασία σε µια περιοχή κινείται πάνω από ένα όριο, συνάρτηση των κλιµατικών τιµών. Στην Αθήνα αυτό το επίπεδο είναι οι 370 C.