
Kathimerini.com.cy
Καθαρά κέρδη 508 εκατομμυρίων ευρώ παρουσίασε η Τράπεζα Κύπρου για το 2024, έναντι κερδών ύψους 487 εκατομμυρίων ευρώ που είχαν καταγραφεί για το 2023
Τα κέρδη των 508 εκατ. για το 2024 αντιστοιχούν σε Απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (ROTE) 21.4%, σε σύγκριση με Απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (ROTE) του 2023 στο 24.8%.
Τα κέρδη μετά τη φορολογία που αναλογούν στους ιδιοκτήτες της Εταιρίας για το δ΄ τρίμηνο 2024 ανήλθαν σε €107 εκατ., σε σύγκριση με €131 εκατ. για το γ’ τρίμηνο 2024.
Μέρισμα 0,48 σεντ.
Η Τράπεζα Κύπρου προτείνει συνολική διανομής ύψους €241 εκατ., η οποία περιλαμβάνει μέρισμα σε μετρητά ύψους €211 εκατ. και επαναγορά ιδίων μετοχών ύψους μέχρι €30 εκατ. (μαζί, η ‘Διανομή 2024’). Η Διανομή 2024 αντιστοιχεί σε ποσοστό (‘payout ratio’) 50% της προσαρμοσμένης κερδοφορίας του Συγκροτήματος πριν των μη επαναλαμβανόμενων στοιχείων για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2024, στο ανώτατο όριο της Πολιτικής Διανομής 2024 του Συγκροτήματος, και αντιπροσωπεύει σημαντική αύξηση τόσο ως προς το ποσοστό (‘payout ratio’) όσο και ως προς το συνολικό ποσό, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Αυτή η διανομή ισοδυναμεί με απόδοση διανομής (‘distribution yield’) ύψους 12% (με βάση την τιμή μετοχής στις 31 Δεκεμβρίου 2024) πάνω από τον μέσο όρο του τραπεζικού τομέα της Ευρωζώνης για το 2024.
Σε συνέχεια του πιο πάνω, το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρίας αποφάσισε να προτείνει στην Ετήσια Γενική Συνέλευση ('ΕΓΣ') που θα πραγματοποιηθεί στις 16 Μαΐου 2025 προς έγκριση, τελικό μέρισμα σε μετρητά ύψους €0.48 ανά συνήθη μετοχή σε σχέση με τα κέρδη για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2024, σχεδόν διπλάσιο σε σύγκριση με το τελικό μέρισμα του προηγούμενου έτους, ύψους €0.25 ανά συνήθη μετοχή.
Σημειώνει η Τράπεζα πως, η συνήθης διανομή ανά έτος αναμένεται να κυμαίνεται μεταξύ 50-70% (‘payout ratio’) (από 30-50%) της προσαρμοσμένης κερδοφορίας πριν των μη επαναλαμβανόμενων στοιχείων, συνδυάζοντας μέρισμα σε μετρητά και επαναγορά ιδίων μετοχών.
CET1 στο 19,2%
Ο δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) με μεταβατικές διατάξεις υπολογισμένος για εποπτικούς σκοπούς ανήλθε σε 19.2% στις 31 Δεκεμβρίου 2024 σε σύγκριση με 18.6% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 (ή 19.1% συμπεριλαμβάνοντας τα κέρδη για το γ’ τρίμηνο 2024, μειωμένα για σχετική πρόβλεψη για διανομή) και με 17.4% στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
O Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας με μεταβατικές διατάξεις υπολογισμένος για εποπτικούς σκοπούς ανήλθε σε 24.0% στις 31 Δεκεμβρίου 2024, σε σύγκριση με 23.7% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 (ή 24.3% συμπεριλαμβάνοντας τα κέρδη για το γ’ τρίμηνο 2024, μειωμένα για σχετική πρόβλεψη για διανομή) και με 22.4% στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Καταθέσεις 20,5 δισ.
Οι συνολικές καταθέσεις πελατών του Συγκροτήματος ανήλθαν σε €20,519 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2024 (σε σύγκριση με €19,989 εκατ. στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με €19,337 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2023), αυξημένες κατά 3% σε τριμηνιαία βάση και κατά 6% από την αρχή του έτους. Κατά τις 31 Δεκεμβρίου 2024, η καταθετική βάση είναι ως επί το πλείστο λιανική και 55% των καταθέσεων είναι προστατευμένες από το ταμείο εγγύησης καταθέσεων.
Το μερίδιο αγοράς της Τράπεζας στις καταθέσεις στην Κύπρο ανήλθε σε 37.2% στις 31 Δεκεμβρίου 2024, σε σύγκριση με 37.6% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με 37.7% στις 31 Δεκεμβρίου 2023. Οι καταθέσεις πελατών αποτελούσαν το 77% του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων και το 87% του συνόλου των υποχρεώσεων στις 31 Δεκεμβρίου 2024 (σε σύγκριση με 73% του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων και 80% του συνόλου των υποχρεώσεων στις 31 Δεκεμβρίου 2023). Η αύξηση του ποσοστού των καταθέσεων ως προς το σύνολο των υποχρεώσεων και των περιουσιακών στοιχείων από την αρχή του έτους οφείλεται στην αποπληρωμή δανεισμού ΣΠΠΜΑ ύψους €2.0 δις.
Ο δείκτης δανείων (μετά τις προβλέψεις) προς καταθέσεις (Δ/Κ) ανήλθε σε 49% στις 31 Δεκεμβρίου 2024 (σε σύγκριση με 50% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με 51% στις 31 Δεκεμβρίου 2023 στην ίδια βάση), μειωμένος κατά 2 ε.μ. από την αρχή του έτους.
Ρευστότητα στο 309%
Στις 31 Δεκεμβρίου 2024, ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας του Συγκροτήματος (ΔΚΡ) ανήλθε σε 309% (σε σύγκριση με 312% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με 359% στις 31 Δεκεμβρίου 2023), πολύ πιο πάνω από τις ελάχιστες κανονιστικές απαιτήσεις ύψους 100%. Το πλεόνασμα ρευστότητας στον ΔΚΡ στις 31 Δεκεμβρίου 2024 ανήλθε σε €8.1 δις (σε σύγκριση με €8.0 δις στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με €9.1 δις στις 31 Δεκεμβρίου 2023), αυξημένο κατά 1% σε τριμηνιαία βάση, αντικατοπτρίζοντας κυρίως την αύξηση των καταθέσεων.
Στις 31 Δεκεμβρίου 2024, ο Δείκτης Καθαρής Σταθερής Χρηματοδότησης (ΔΚΣΧ) του Συγκροτήματος ανήλθε σε 162% (σε σύγκριση με 157% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με 158% στις 31 Δεκεμβρίου 2023), πολύ πιο πάνω από τις ελάχιστες κανονιστικές απαιτήσεις ύψους 100%.
Νέος δανεισμός 727 εκατ. στο δ’ τρίμηνο 2024
Τα δάνεια του Συγκροτήματος ανήλθαν σε €10,374 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2024, σε σύγκριση με €10,277 εκατ. στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με €10,070 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2023, αυξημένα κατά 3% από την αρχή του έτους.
Ο νέος δανεισμός που δόθηκε στην Κύπρο κατά το δ’ τρίμηνο 2024 ανήλθε σε €727 εκατ. (σε σύγκριση με νέο δανεισμό που ανήλθε σε €481 εκατ. κατά το γ’ τρίμηνο 2024, σε €551 εκατ. κατά το β’ τρίμηνο 2024 και με ισχυρό νέο δανεισμό ύψους €676 εκατ. για το α’ τρίμηνο 2024 θετικά επηρεασμένος από εποχικότητα), αυξημένος κατά 51% σε τριμηνιαία βάση, κυρίως λόγω της αυξημένης ζήτησης για δάνεια στον τομέα διεθνών εργασιών. Ο νέος δανεισμός που δόθηκε κατά το δ’ τρίμηνο 2024 αποτελείτο από δάνεια σε μεγάλες επιχειρήσεις ύψους €269 εκατ., δάνεια σε ιδιώτες (λιανικής τραπεζικής) ύψους €205 εκατ. (εκ των οποίων στεγαστικά δάνεια ύψους €138 εκατ.), δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις ύψους €59 εκατ. και δάνεια στον τομέα διεθνών εργασιών ύψους €194 εκατ. Ο νέος δανεισμός που δόθηκε κατά το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2024 ανήλθε σε €2,435 εκατ., επίπεδα ρεκόρ, αυξημένος κατά 20% σε ετήσια βάση, και προέρχεται κυρίως λόγω της αυξημένης ζήτησης για δάνεια σε επιχειρήσεις.
Στις 31 Δεκεμβρίου 2024, τα καθαρά δάνεια και απαιτήσεις από πελάτες του Συγκροτήματος ανήλθαν σε €10,114 εκατ. (σε σύγκριση με €10,031 εκατ. στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με €9,822 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2023), αυξημένα κατά 3% από την αρχή του έτους.
Η Τράπεζα έχει μερίδιο αγοράς που ανέρχεται σε 43.0% στις 31 Δεκεμβρίου 2024, σε σύγκριση με 43.2% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με 42.2% στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
ΜΕΔ στο 2,5%
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια με βάση την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΜΕΔ) μειώθηκαν κατά €19 εκατ., ή 7% κατά το δ’ τρίμηνο 2024, σε σύγκριση με καθαρή μείωση ΜΕΔ ύψους €20 εκατ. κατά το γ’ τρίμηνο 2024, σε €255 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2024 (σε σύγκριση με €274 εκατ. στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με €365 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2023).
Ως αποτέλεσμα, τα ΜΕΔ μειώθηκαν στο 2.5% του συνόλου των δανείων στις 31 Δεκεμβρίου 2024, σε σύγκριση με 2.7% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με 3.6% στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Το ποσοστό κάλυψης των ΜΕΔ ανέρχεται σε 100% στις 31 Δεκεμβρίου 2024, σε σύγκριση με 92% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και με 73% στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Επιτοκιακά και μη επιτοκιακά έσοδα
Τα καθαρά έσοδα από τόκους για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2024 ανήλθαν σε €822 εκατ., σε σύγκριση με €792 εκατ. για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2023, αυξημένα κατά 4% σε ετήσια βάση. Η ετήσια αύξηση οφείλεται κυρίως στην αύξηση των επιτοκίων των ρευστών διαθέσιμων περιουσιακών στοιχείων και των δανείων καθώς και στην υψηλότερη ρευστότητα, τα οποία αντισταθμίστηκαν μερικώς από την χαμηλή αύξηση στο κόστος των καταθέσεων και στο κόστος χρηματοδότησης καθώς και από το κόστος που προκύπτει από τις ενέργειες αντιστάθμισης (‘hedging’).
Τα μη επιτοκιακά έσοδα για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2024 ανήλθαν σε €272 εκατ. (σε σύγκριση με €300 εκατ. για έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2023, μειωμένα κατά 9% σε ετήσια βάση) και αποτελούνται από καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες ύψους €177 εκατ., καθαρά κέρδη από διαπραγμάτευση συναλλάγματος και καθαρά κέρδη/ (ζημιές) από χρηματοοικονομικά μέσα ύψους €36 εκατ., καθαρό αποτέλεσμα από ασφαλιστικές εργασίες ύψους €46 εκατ., καθαρή ζημιά από επανεκτίμηση και πώληση επενδύσεων σε ακίνητα και πώληση αποθεμάτων ακινήτων ύψους €1 εκατ. και λοιπά έσοδα ύψους €14 εκατ. Η μείωση σε ετήσια βάση οφείλεται κυρίως στο χαμηλότερο καθαρό αποτέλεσμα από ασφαλιστικές εργασίες καθώς και στη καθαρή ζημιά από επανεκτίμηση και πώληση επενδύσεων σε ακίνητα και πώληση αποθεμάτων ακινήτων.
Έξοδα 406 εκατ.
Τα συνολικά έξοδα για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2024 ανήλθαν σε €406 εκατ. (σε σύγκριση με €384 εκατ. για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2023, αυξημένα κατά 6% σε ετήσια βάση), εκ των οποίων 50% αφορά το κόστος προσωπικού (€203 εκατ.), 40% αφορά τα λοιπά λειτουργικά έξοδα (€164 εκατ.) και 10% αφορά τον ειδικό φόρο επί των καταθέσεων και άλλα τέλη/εισφορές (€39 εκατ.). Η αύξηση σε ετήσια βάση οφείλεται στο υψηλότερο κόστος προσωπικού και στα υψηλότερα λοιπά λειτουργικά έξοδα. Τα συνολικά έξοδα για το δ΄ τρίμηνο 2024 ανήλθαν σε €114 εκατ. (σε σύγκριση με €106 εκατ. για το γ’ τρίμηνο 2024, αυξημένα κατά 8% σε τριμηνιαία βάση), λόγω των υψηλότερων λειτουργικών εξόδων και του υψηλότερου ειδικού φόρου επί των καταθέσεων και άλλα τέλη/εισφορές.
Το κόστος προσωπικού για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2024 ανήλθε σε €203 εκατ. (σε σύγκριση με €192 εκατ. για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2023, αυξημένο κατά 6% σε ετήσια βάση) και περιλαμβάνει πρόβλεψη για παροχές προσωπικού (μεταβλητές αποδοχές) βάσει απόδοσης, ύψους €11 εκατ. και πρόβλεψη για παροχές τερματισμού προσωπικού ύψους περίπου €9.5 εκατ.(σε σύγκριση με πρόβλεψη για παροχές προσωπικού (μεταβλητές αποδοχές) βάσει απόδοσης ύψους €12 εκατ. και για παροχές τερματισμού προσωπικού ύψους περίπου €7.5 εκατ. κατά το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2023). Εξαιρώντας τις πιο πάνω προβλέψεις, το κόστος προσωπικού αυξήθηκε κατά 6% σε ετήσια βάση, αντικατοπτρίζοντας τις μισθολογικές αυξήσεις, τις υψηλότερες αναπροσαρμογές για το κόστος διαβίωσης (αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή (ΑΤΑ)) και τις υψηλότερες συνεισφορές του εργοδότη. Κατά τη διάρκεια του 2024 ολοκληρώθηκε στοχευμένο Σχέδιο Εθελούσιας Αποχώρησης (‘ΣΕΑ’) μικρής κλίμακας, όπου 57 υπάλληλοι πλήρους απασχόλησης εγκρίθηκαν για αποχώρηση από το Συγκρότημα, με το συνολικό κόστος να ανέρχεται σε περίπου €9.5 εκατ. Το κόστος προσωπικού για το δ’ τρίμηνο 2024 ανήλθε σε €52 εκατ., σε σύγκριση με €55 εκατ. για το γ’ τρίμηνο 2024, μειωμένο κατά 5% σε τριμηνιαία βάση, λόγω της αναγνώρισης κόστους που αφορά Σχέδιο Εθελούσιας Αποχώρησης μικρής κλίμακας κατά το γ’ τρίμηνο 2024.
Η πρόβλεψη για παροχές προσωπικού βάσει απόδοσης, αφορά το Βραχυπρόθεσμο Σχέδιο Παροχής Κινήτρων και το Μακροπρόθεσμο Σχεδίο Παροχής Κινήτρων. Το Βραχυπρόθεσμο Σχέδιο Παροχής Κινήτρων αφορά μεταβλητή αμοιβή σε επιλέξιμα μέλη του προσωπικού βάσει απόδοσης, τόσο συνολικής απόδοσης ως προς την υλοποίηση της στρατηγικής του Συγκροτήματος όσο και ατομικής απόδοσης. Το Μακροπρόθεσμο Σχέδιο Παροχής Κινήτρων προβλέπει παραχώρηση παροχών υπό τη μορφή συνήθων μετοχών της Εταιρίας στη βάση κριτηρίων κατοχύρωσης με όλους τους όρους απόδοσης να μην είναι όροι απόδοσης της αγοράς.
Τί δηλώνει ο CEO του Συγκροτήματος, κ. Πανίκος Νικολάου
«Ξεκινήσαμε το 2025 από θέση ισχύος, καθώς πετύχαμε ισχυρά λειτουργικά αποτελέσματα το 2024 και δημιουργήσαμε Απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (ROTE) μεγαλύτερη από 20% για δεύτερο συνεχόμενο έτος. Αυτή η επίδοση αποτελεί απόδειξη της ισχυρής κεφαλαιακής μας θέσης και ρευστότητας, της υγιούς ποιότητας δανειακού χαρτοφυλακίου και του διαφοροποιημένου επιχειρηματικού μας μοντέλου. Ως αποτέλεσμα, καταγράψαμε κέρδη μετά τη φορολογία ύψους €508 εκατ., αυξημένα κατά 4% σε σύγκριση με το 2023, και ξεπεράσαμε όλους τους οικονομικούς στόχους που θέσαμε για το 2024, επιταχύνοντας τη δημιουργία αξίας για τους μετόχους.
Σύμφωνα με τη συνεχή και αμετάκλητη δέσμευση μας για παροχή σταθερής απόδοσης στους μετόχους μας, υλοποιήσαμε τις υποσχέσεις μας και σήμερα προτείνουμε ποσοστό διανομής (‘payout ratio’) ύψους 50%, που αποτελεί το ανώτατο όριο της πολιτικής διανομής μας για το 2024. Η διανομή αποτελείται από μέρισμα σε μετρητά ύψους €211 εκατ.1 και επαναγορά ιδίων μετοχών ύψους €30 εκατ, σημειώνοντας σημαντική αύξηση τόσο ως προς το ποσοστό (‘payout ratio’) όσο και ως προς το συνολικό ποσό σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Συνολικά, η διανομή για το 2024 ισοδυναμεί με διψήφια απόδοση μερίσματος2, μεγαλύτερη από τον μέσο όρο του τραπεζικού συστήματος της Ευρωζώνης για το 2024. Η συνολική διανομή στους μετόχους μας από την κερδοφορία του 2022-2024 ανέρχεται σε €400 εκατ. που ισοδυναμεί με 24% της κεφαλαιοποίησης μας, ξεπερνώντας το στόχο που θέσαμε τον Ιούνιο 2023 κατά την Παρουσίαση Ενημέρωσης Επενδυτών, τόσο σε μέγεθος όσο και σε χρονικό διάστημα.
Η ισχυρή δημιουργία κεφαλαίου οδήγησε τον Δείκτη Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) και τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας, μετά τη μείωση για ποσοστό διανομής 50%, σε 19.2% και 24.0% αντίστοιχα. Η ποιότητα του δανειακού μας χαρτοφυλακίου παραμένει υγιής. Το ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια είναι χαμηλότερο από 2%3 και ο δείκτης κάλυψης ΜΕΔ ξεπερνά το 100%. Κατά το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2024, παραχωρήσαμε ρεκόρ νέου δανεισμού ύψους €2.4 δις, αυξημένος κατά 20% σε ετήσια βάση, διατηρώντας παράλληλα αυστηρά κριτήρια δανεισμού. Το χαρτοφυλάκιο εξυπηρετούμενων δανείων αυξήθηκε κατά 4% σε €10.2 δις.
Καθώς μεταβαίνουμε σε ένα περιβάλλον ομαλοποιημένων επιτοκίων γύρω στο 2%, ο στόχος μας για Απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (υπολογισμένος σε Δείκτη Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) ύψους 15%) σε επίπεδα high-teens και ο στόχος μας για Απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων σε επίπεδα mid-teens παραμένουν για το 2025. Οι προτεραιότητές μας προχωρώντας μπροστά θα επικεντρωθούν στη συνετή διαχείριση των κεφαλαίων μας, στην προώθηση νέων πρωτοβουλιών ανάπτυξης του δανειακού χαρτοφυλακίου, στη διαφοροποίηση των μη επιτοκιακών μας εσόδων και στη πειθαρχημένη διαχείριση εξόδων, επανεπενδύοντας παράλληλα στις δραστηριότητες μας και διασφαλίζοντας την ισχυρή ποιότητα του δανειακού μας χαρτοφυλακίου.
Αναγνωρίζουμε τη σημασία της συνέχισης δημιουργίας ισχυρών αποδόσεων για τους μετόχους μας και ως εκ τούτου αναβαθμίζουμε σήμερα την πολιτική διανομής μας, αυξάνοντας το ποσοστό διανομής σε 50-70%. Επιπρόσθετα, θα εξετάσουμε την εισαγωγή ενδιάμεσων μερισμάτων.
Καθώς ξεκινούμε τη χρονιά, έχουμε όλα τα εφόδια να συνεχίσουμε την επιτυχημένη μας πορεία, ώστε να παραμείνουμε ένας οργανισμός με ισχυρή κεφαλαιακή θέση και υψηλή κερδοφορία, διατηρώντας την απαράμιλλη δέσμευση μας για στήριξη των πελατών μας και της ευρύτερης οικονομίας.»