Kathimerini.gr
Η ΕΚΤ επιβεβαίωσε τις προβλέψεις και προχώρησε ίσως στο προτελευταίο βήμα της άνευ προηγουμένου εκστρατείας σύσφιγξης της νομισματικής της πολιτικής.
Συγκεκριμένα, αποφάσισε νέα αύξηση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, ενώ επαναλαμβάνει ότι οι μελλοντικές της αποφάσεις για τα επιτόκια θα εξαρτηθούν αυστηρά από τα νεότερα στοιχεία που θα προκύψουν για την πορεία της οικονομίας εν μέσω αβεβαιότητας για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη.
Το βασικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων ανέρχεται πλέον 3,5%, το επιτόκιο κύρια αναχρηματοδότησης είναι στο 4% από 3,75% και το επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης στο 4,25% από 4%, με ισχύ από τις 21 Ιουνίου 2023. Η αγορά προβλέπει μία ακόμα αύξηση επιτοκίων -πιθανότατα τον Ιούλιο- και κορύφωση του βασικού επιτοκίου στο 3,75%
Οι οικονομολόγοι και οι αγορές στη συντριπτική τους πλειοψηφία ανέμεναν την αύξηση αυτή, ενώ έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στη συνέντευξη Τύπου της Christine Lagarde για ενδείξεις σχετικά με τις επόμενες κινήσεις των αξιωματούχων της Φρανκφούρτης και για το που θα κορυφωθεί το κόστος δανεισμού προκειμένου ο πληθωρισμός να επανέλθει στον στόχο 2%, από το 61,1% που βρίσκεται τώρα στην Ευρωζώνη.
Η ανακοίνωση της ΕΚΤ
Ο πληθωρισμός έχει μειωθεί αλλά προβλέπεται να παραμείνει σε πολύ υψηλό επίπεδο για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Επομένως, αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης.
Η σημερινή αύξηση των επιτοκίων αντανακλά την επικαιροποιημένη αξιολόγηση του Διοικητικού Συμβουλίου για τις προοπτικές του πληθωρισμού, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ένταση της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Σύμφωνα με τις μακροοικονομικές προβολές του Ιουνίου, οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος αναμένουν ότι ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,4% το 2023, σε 3,0% το 2024 και σε 2,2% το 2025. Οι δείκτες υποκείμενων πιέσεων στις τιμές παρέμειναν ισχυροί, αν και ορισμένοι δείχνουν κάποιες πρώτες ενδείξεις αποδυνάμωσης. Οι εμπειρογνώμονες αναθεώρησαν προς τα πάνω τις προβολές τους για τον πληθωρισμό χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής, ιδίως για το τρέχον και το επόμενο έτος, λόγω των προηγούμενων υψηλότερων από τα αναμενόμενα στοιχείων καθώς και των επιδράσεων που ασκεί η εύρωστη αγορά εργασίας στην ταχύτητα της αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού. Θεωρούν τώρα ότι θα διαμορφωθεί σε 5,1% το 2023 και στη συνέχεια θα μειωθεί σε 3,0% το 2024 και 2,3% το 2025. Οι εμπειρογνώμονες έχουν μειώσει ελαφρώς τις προβολές τους για την οικονομική ανάπτυξη για το τρέχον και το επόμενο έτος. Αναμένουν τώρα ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 0,9% το 2023, 1,5% το 2024 και 1,6% το 2025.
Ταυτόχρονα, οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων που αποφασίστηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο μεταδίδονται δυναμικά στις συνθήκες χρηματοδότησης και ασκούν σταδιακή επίδραση σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Το κόστος δανεισμού έχει αυξηθεί απότομα και ο ρυθμός μεταβολής των δανείων επιβραδύνεται. Οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο ο πληθωρισμός, βάσει των προβολών, θα υποχωρήσει περαιτέρω προς τον στόχο, καθώς αυτές οι συνθήκες αναμένεται να συγκρατήσουν ολοένα περισσότερο τη ζήτηση.
Οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου θα διασφαλίσουν ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα διαμορφωθούν σε επίπεδα που είναι επαρκώς περιοριστικά για να επιτευχθεί η έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% και θα παραμείνουν σε αυτά τα επίπεδα για όσο διάστημα κρίνεται αναγκαίο. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία για να καθορίσει το κατάλληλο επίπεδο και την κατάλληλη διάρκεια του περιορισμού. Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις που λαμβάνει για τα επιτόκια θα εξακολουθήσουν να βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές του πληθωρισμού, υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών στοιχείων, για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και για την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.Το Διοικητικό Συμβούλιο επιβεβαιώνει ότι θα τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) από τον Ιούλιο του 2023.