ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Οι ΗΠΑ εξετάζουν απαγόρευση των ρούτερ της κινεζικής TP-Link

Ξεκίνησαν έρευνες λόγω υποψιών ότι συνδέεται με επιθέσεις στον κυβερνοχώρο

Kathimerini.gr

Την απαγόρευση ενός κινεζικής κατασκευής ρούτερ που τροφοδοτεί με Ιντερνετ εκατομμύρια αμερικανικά νοικοκυριά εξετάζει η Ουάσιγκτον, λόγω της υποψίας ότι συνδέεται με επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και αποτελεί κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια. Η κατασκευάστρια προϊόντων δικτύου TP-Link, με έδρα την Κίνα, κατέχει περίπου το 65% της αγοράς των ΗΠΑ για δρομολογητές (αγγλ. router) για σπίτια και μικρές επιχειρήσεις. Είναι, επίσης, η κορυφαία επιλογή στο Amazon.com και εξουσιοδοτεί τις διαδικτυακές επικοινωνίες για το υπουργείο Αμυνας και άλλες ομοσπονδιακές κυβερνητικές υπηρεσίες. Τα υπουργεία Εμπορίου, Αμυνας και Δικαιοσύνης έχουν εγκαινιάσει έρευνες για την εταιρεία και οι Αρχές θα μπορούσαν να απαγορεύσουν την πώληση των συσκευών στις ΗΠΑ από τον επόμενο χρόνο, σύμφωνα με τη Wall Street Journal. Με άλλα λόγια, η δράση κατά της εταιρείας πιθανότατα θα βαρύνει την επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ, η οποία έχει ήδη εξαγγείλει μια επιθετική προσέγγιση στην Κίνα. Ανάλυση από τη Microsoft που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο, διαπίστωσε ότι μια κινεζική οντότητα χάκερ διατηρεί ένα μεγάλο δίκτυο παραβιασμένων συσκευών δικτύου που αποτελούνται κυρίως από χιλιάδες δρομολογητές TP-Link. Το δίκτυο έχει επίσης χρησιμοποιηθεί από πολλούς Κινέζους παράγοντες για να εξαπολύσουν κυβερνοεπιθέσεις σε δυτικούς στόχους, από δεξαμενές σκέψης και κρατικούς οργανισμούς μέχρι μη κυβερνητικές οργανώσεις και προμηθευτές του υπουργείου Αμυνας.

Η TP-Link δραστηριοποιείται στις ΗΠΑ μέσω μιας επιχειρηματικής μονάδας που εδρεύει στην Καλιφόρνια. Εκπρόσωπός της είπε ότι η εταιρεία αξιολογεί πιθανούς κινδύνους ασφαλείας και αναλαμβάνει δράση για την αντιμετώπιση τρωτών σημείων. «Χαιρετίζουμε κάθε ευκαιρία να συνεργαστούμε με την κυβέρνηση των ΗΠΑ για να αποδείξουμε ότι οι πρακτικές ασφαλείας μας είναι πλήρως σύμφωνες με τα πρότυπα ασφάλειας του κλάδου και να επιδείξουμε τη συνεχή δέσμευσή μας στην αγορά, στους καταναλωτές και στην αντιμετώπιση των κινδύνων εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ», τόνισε. Ο Λίου Πενγκγιού, εκπρόσωπος της κινεζικής πρεσβείας στην Ουάσιγκτον, ανέφερε από την πλευρά του ότι οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν το πρόσχημα της εθνικής ασφάλειας για να «καταστείλουν τις κινεζικές εταιρείες». Πρόσθεσε ότι το Πεκίνο θα «υπερασπιστεί αποφασιστικά» τα νόμιμα δικαιώματα και τα συμφέροντα των κινεζικών εταιρειών. Εάν τελικά οι δρομολογητές του κινεζικού κολοσσού απαγορευθούν από τις ΗΠΑ, θα ήταν η μεγαλύτερη απαγόρευση κινεζικού τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού από τη χώρα από το 2019, όταν η πρώτη κυβέρνηση Τραμπ μπλόκαρε όλα τα προϊόντα της Huawei Technologies από την αμερικανική υποδομή.

Η ανάπτυξη της TP-Link στις ΗΠΑ απογειώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν οι άνθρωποι εργάζονταν από το σπίτι και χρειάζονταν αξιόπιστο Διαδίκτυο. Η εταιρεία ανέβηκε από το 20% περίπου της αμερικανικής αγοράς για οικιακούς και μικρούς επιχειρηματικούς δρομολογητές το 2019, σε περίπου 65% φέτος. Απέκτησε ένα επιπλέον 5% της αγοράς μόνο το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, σύμφωνα με τα στοιχεία του κλάδου. Τα ομοσπονδιακά έγγραφα συμβάσεων δείχνουν ότι οι δρομολογητές TP-Link προμηθεύουν τα πάντα, από τη NASA μέχρι το υπουργείο Αμυνας και τη Διοίκηση Δίωξης Ναρκωτικών, με την εταιρεία να επικρατεί στην αγορά λόγω των χαμηλότερων τιμών της. Τα router της είναι φθηνότερα από των ανταγωνιστών της, συχνά περισσότερο από το μισό, αναφέρει η WSJ.

Η Ταϊβάν, η οποία έχει ευρείς περιορισμούς στη χρήση τεχνολογίας από την Κίνα, έχει απαγορεύσει τους δρομολογητές TP-Link από κυβερνητικές και εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις. Η ινδική κυβέρνηση, η οποία επίσης συγκρούστηκε με την Κίνα, εξέδωσε μια προειδοποίηση φέτος για την TP-Link, λέγοντας ότι οι δρομολογητές της αποτελούν κίνδυνο για την ασφάλεια. Μία ενδεχόμενη απαγόρευση της TP-Link θα δημιουργούσε αναταραχή στην αγορά των δρομολογητών, η οποία έχει αρκετούς παίκτες στις ΗΠΑ που παραγκωνίστηκαν από την άνοδο της κινεζικής εταιρείας τα τελευταία χρόνια. Η εταιρεία ξεκίνησε το 1996 από τους αδελφούς Zάο Ζιανζούν και Ζάο Ζιασίνγκ στο Σενζέν και προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί από τις κινεζικές αρχές, καθώς κλιμακώνονταν οι εντάσεις ανάμεσα στο Πεκίνο και την Ουάσιγκτον. Τον Οκτώβριο είπε ότι η νέα έδρα της θα είναι στην Καλιφόρνια για να «εδραιώσει την παρουσία της στην αγορά των ΗΠΑ», ενώ πρόσφατα άλλαξε το όνομα των οντοτήτων της στην Κίνα.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Επιχειρήσεις: Τελευταία Ενημέρωση