ΚΥΠΕ
Αύξηση κερδών, μετά τη φορολογία, κατά 23%, στα €270 εκατομμύρια, ανακοίνωσε για το πρώτο εξάμηνο του 2024 η Τράπεζα Κύπρου, σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2023, αναβαθμίζοντας τους οικονομικούς της στόχους για το 2024 και 2025 και τονίζοντας τον στόχο για κατανομή μερίσματος 50% της προσαρμοσμένης κερδοφορίας για το 2024, ανάλογα με τις συνθήκες αγοράς και τις απαιτούμενες εγκρίσεις.
Σε τριμηνιαία βάση, τα κέρδη μετά τη φορολογία, ήταν αυξημένα κατά 4% το β΄ τρίμηνο, στα €137 εκατ.
Τα βασικά κέρδη ανά μετοχή ανήλθαν στα €0,61 για το α’ εξάμηνο του 2024 (σε σύγκριση με €0,49 για το α’ εξάμηνο 2023), ενώ η απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (ROTE) ανήλθε στο 23,7% για το α’ εξάμηνο 2024.
Ο νέος δανεισμός ύψους €1,2 δις είναι αυξημένος κατά 10%, σε ετήσια βάση, και το χαρτοφυλάκιο εξυπηρετούμενων δανείων ύψους €10,1 δις, είναι αυξημένο κατά 3% από τον Δεκέμβριο του 2023.
Σε γραπτή δήλωση Διευθύνων Σύμβουλος του Συγκροτήματος Πανίκος Νικολάου αναφέρει ότι η Τράπεζα έχει «επιτύχει άλλο ένα τρίμηνο ισχυρής κερδοφορίας, αποδεικνύοντας τη βιωσιμότητα του επιχειρηματικού μας μοντέλου».
«Για έκτο συνεχόμενο τρίμηνο, σημειώσαμε Απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (ROTE) υψηλότερη από 20%, ξεπερνώντας σημαντικά τους στόχους του 2024 που θέσαμε τον Φεβρουάριο 2024», αναφέρει, και προσθέτει ότι «η ισχυρή αυτή επίδοση υποστηρίχθηκε από τα συνεχιζόμενα ισχυρά και ανθεκτικά καθαρά έσοδα από τόκους, τη συνεχή πειθαρχημένη διαχείριση κόστους παρά τις πληθωριστικές πιέσεις καθώς και τη χαμηλή χρέωση πιστωτικών ζημιών δανείων (cost of risk)».
«Λαμβάνοντας υπόψη την ισχυρή επίδοση καθώς και το ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον, αναβαθμίζουμε σήμερα τους οικονομικούς μας στόχους για το 2024 και 2025», αναφέρει και τονίζει πως αναμένουν «Απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (ROTE) μεγαλύτερη από 19% για το 2024 και σε επίπεδα mid-teens για το 2025, με ισχυρή ετήσια δημιουργία κεφαλαίων (CET1) πριν την αφαίρεση των διανομών, μεγαλύτερη από 300 μονάδες βάσης».
Σύμφωνα με τον κ. Νικολάου, «η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου παραμένει υγιής και συνεχίζει να βελτιώνεται, με το ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια να μειώνεται για πρώτη φορά κάτω από 3%».
Τα ΜΕΔ μειώθηκαν στο 2,8% του συνόλου των δανείων στις 30 Ιουνίου 2024, σε σύγκριση με 3,4% στις 31 Μαρτίου 2024 και με 3,6% στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Το ποσοστό κάλυψης των ΜΕΔ ανέρχεται σε 85% στις 30 Ιουνίου 2024, σε σύγκριση με 77% στις 31 Μαρτίου 2024 και με 73% στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
«Η κυπριακή οικονομία συνεχίζει να επιδεικνύει δύναμη και ανθεκτικότητα, παρά τη γεωπολιτική αβεβαιότητα. Ο ρυθμός ανάπτυξης της Κύπρου αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 2.9% το 2024, ξεπερνώντας τον μέσο όρο της ευρωζώνης», σημειώνει ο CEO της Τράπεζας Κύπρου.
Αναφέρει, επίσης, ότι «η ισχυρή οικονομική και λειτουργική μας επίδοση αντανακλάται επίσης στις υψηλότερες πιστοληπτικές αξιολογήσεις, καθώς πρόσφατα οι οίκοι αξιολόγησής Moody’s, S&P και Fitch προχώρησαν με αναβαθμίσεις».
Ο κ. Νικολάου αναφέρει επίσης ότι "η δέσμευση μας για επίτευξη σταθερής απόδοσης για τους μετόχους μας αποδεικνύεται από τη συνολική διανομή ύψους €137 εκατ. από την κερδοφορία του 2023, η οποία περιλάμβανε πληρωμή μερίσματος σε μετρητά ύψους €112 εκατ. που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο 2024 και επαναγορά ιδίων μετοχών ύψους €25 εκατ. που ξεκίνησε τον Απρίλιο 2024".
"Για το 2024 στοχεύουμε σε διανομή προς το υψηλότερο άκρο του εύρους του ποσοστού διανομής μας (δηλαδή 50%), ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς και τις απαιτούμενες εγκρίσεις", υπογραμμίζει.
Αναφορικά με τους αναβαθμισμένους οικονομικούς στόχους, η Τράπεζα Κύπρου αναφέρει πως υποστηριζόμενα από το ευνοϊκότερο περιβάλλον επιτοκίων και τη θετική τάση των καταθέσεων, ο στόχος για καθαρά έσοδα από τόκους για το 2024 αναβαθμίζεται από μεγαλύτερος από €670 εκατ. σε περίπου €800 εκατ. και προσθέτει ότι «η αναβάθμιση αυτή οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι το περιβάλλον επιτοκίων αποδείχθηκε πιο ανθεκτικό από ό,τι αρχικά αναμενόταν, με τον ρυθμό της μείωσης των επιτοκίων να παρατείνεται».
Για το 2025, τα καθαρά έσοδα από τόκους αναμένεται να είναι χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2024, αλλά να παραμείνουν ισχυρά, σύμφωνα με την Τράπεζα, ξεπερνώντας τα €700 εκατ., βασισμένα σε επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ και Euribor 6 μηνών στο 3,0% κατά μέσο όρο, αντανακλώντας κυρίως τα προβλεπόμενα χαμηλότερα επιτόκια και το υψηλότερο κόστος των καταθέσεων, σε σύγκριση με το 2024.
Για το 2025, ο δείκτης κόστος προς έσοδα αναπροσαρμοσμένος για τον ειδικό φόρο επί των καταθέσεων αναμένεται μικρότερος από 40%, αντανακλώντας κυρίως χαμηλότερα έσοδα ως αποτέλεσμα της σταδιακής μείωσης των επιτοκίων.
Συνολικά, το Συγκρότημα αναφέρει πως αναμένει να επιτύχει δημιουργία Απόδοσης Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (ROTE) πάνω από 19%, που μεταφράζεται σε πάνω από 24% υπολογισμένη σε Δείκτη Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) ύψους 15% για το 2024. Για το 2025, το Συγκρότημα αναμένει δημιουργία Απόδοσης Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (ROTE) σε επίπεδα mid-teens, που αντιστοιχεί σε επίπεδα high-teens υπολογισμένη σε Δείκτη Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) ύψους 15%.
Όσο αφορά την ποιότητα δανειακού χαρτοφυλακίου, σύμφωνα με την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων της Τράπεζας Κύπρου για το α΄ εξάμηνο, το ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια του Συγκροτήματος μειώθηκε σε 2,8% στις 30 Ιουνίου 2024, υποδεικνύοντας ότι το Συγκρότημα έχει ήδη ευθυγραμμιστεί με τον στόχο του για ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια που έθεσε για το 2024. Στο πλαίσιο αυτό, το Συγκρότημα στοχεύει για ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια χαμηλότερο από 3% μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2024 και χαμηλότερο από 2.5% μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2025.
Ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας, ύστερα από σχετική πρόβλεψη για διανομή, ανήλθαν σε 18,3% και 23,3% αντίστοιχα στις 30 Ιουνίου 2024.
Τα ίδια κεφάλαια που αναλογούν στους ιδιοκτήτες της Εταιρίας διαμορφώθηκαν σε €2,387 εκατ. στις 30 Ιουνίου 2024, σε σύγκριση με €2,381 εκατ. στις 31 Μαρτίου 2024 και με €2,247 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Τα συνολικά έσοδα για το α’ εξάμηνο 2024 ανήλθαν σε €549 εκατ. (σε σύγκριση με €511 εκατ. για α’ εξάμηνο 2023, αυξημένα κατά 7% σε ετήσια βάση), λόγω της αύξησης στα καθαρά έσοδα από τόκους όπως επεξηγείται πιο πάνω. Τα συνολικά έσοδα για το β’ τρίμηνο 2024 ανήλθαν σε €273 εκατ., σε σύγκριση με €276 εκατ. για το α’ τρίμηνο 2024.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους για το α’ εξάμηνο 2024 ανήλθαν σε €420 εκατ., σε σύγκριση με €358 εκατ. για το α’ εξάμηνο 2023, αυξημένα κατά 17% σε ετήσια βάση. «Η ετήσια αύξηση οφείλεται κυρίως στην αύξηση των επιτοκίων των ρευστών διαθέσιμων περιουσιακών στοιχείων και των δανείων, τα οποία εν μέρει αντισταθμίστηκαν από την χαμηλή αύξηση στο κόστος των εμπρόθεσμων καταθέσεων και στο κόστος χρηματοδότησης καθώς και από το αυξημένο κόστος που προκύπτει από τις ενέργειας αντιστάθμισης (‘hedging’)», αναφέρει η Τράπεζα Κύπρου.
Τα μη επιτοκιακά έσοδα για το α’ εξάμηνο 2024 ανήλθαν σε €129 εκατ. (σε σύγκριση με €153 εκατ. για το α’ εξάμηνο 2023, μειωμένα κατά 16% σε ετήσια βάση).
Η μείωση σε ετήσια βάση, σύμφωνα με την Τράπεζα, οφείλεται κυρίως στη μείωση από τα καθαρά κέρδη από διαπραγμάτευση συναλλάγματος και καθαρά κέρδη από χρηματοοικονομικά μέσα, καθώς και στα χαμηλότερα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες.
Τα μη επιτοκιακά έσοδα για το β΄ τρίμηνο 2024 ανήλθαν σε €66 εκατ. (σε σύγκριση με €63 εκατ. για το α’ τρίμηνο 2024, αυξημένα κατά 5% σε τριμηνιαία βάση).
Τα καθαρά έσοδα από τόκους για το β’ τρίμηνο 2024 ανήλθαν σε €207 εκατ., σε σύγκριση με €213 εκατ. για το α’ τρίμηνο 2024, μειωμένα κατά 3% σε τριμηνιαία βάση. Η τριμηνιαία μείωση αντικατοπτρίζει τις συνεχιζόμενες ενέργειες αντιστάθμισης (‘hedging’) με σκοπό τη μείωση της μεταβολής των καθαρών εσόδων από τόκους λόγω της διακύμανσης των επιτοκίων (‘sensitivity’), και το υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης μετά την έκδοση πράσινου ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας ύψους €300 εκατ. τον Απρίλιο 2024, καθώς το κόστος των εμπρόθεσμων καταθέσεων παραμένει χαμηλό.
Τα λειτουργικά κέρδη για το α’ εξάμηνο 2024 ανήλθαν σε €363 εκατ., σε σύγκριση με €331 εκατ. για το α’ εξάμηνο 2023, αυξημένα κατά 9% σε ετήσια βάση, αντικατοπτρίζοντας κυρίως τη σημαντική αύξηση στα καθαρά έσοδα από τόκους. Τα λειτουργικά κέρδη για το β’ τρίμηνο 2024 ανήλθαν σε €179 εκατ., μειωμένα κατά 2% σε τριμηνιαία βάση, λόγω τη μείωσης στα συνολικά έσοδα και της αύξησης στα συνολικά έξοδα, όπως εξηγείται πιο πάνω.
Τα συνολικά έξοδα για το α΄ εξάμηνο 2024 ανήλθαν σε €186 εκατ. (σε σύγκριση με €180 εκατ. για το α’ εξάμηνο 2023, αυξημένα κατά 4% σε ετήσια βάση), εκ των οποίων 52% αφορά το κόστος προσωπικού (€96 εκατ.), 38% αφορά τα άλλα λειτουργικά έξοδα (€71 εκατ.) και 10% αφορά τον ειδικό φόρο επί των καταθέσεων και άλλα τέλη/εισφορές (€19 εκατ.). Η ετήσια αύξηση οφείλεται στο υψηλότερο κόστος προσωπικού.
Τα συνολικά έξοδα για το β΄ τρίμηνο 2024 ανήλθαν σε €94 εκατ. (σε σύγκριση με €92 εκατ. για το α’ τρίμηνο 2024, αυξημένα κατά 1% σε τριμηνιαία βάση).
Το σύνολο λειτουργικών εξόδων για το α΄ εξάμηνο 2024 ανήλθαν σε €167 εκατ. (σε σύγκριση με €162 εκατ. για το α’ εξάμηνο 2023, αυξημένο κατά 4% σε ετήσια βάση), λόγω κυρίως του υψηλότερου κόστους προσωπικού. Το σύνολο λειτουργικών εξόδων για το β’ τρίμηνο 2024 ανήλθε σε €86 εκατ., σε σύγκριση με €81 εκατ. κατά το α’ τρίμηνο 2024.
Οι συνολικές καταθέσεις πελατών του Συγκροτήματος ανήλθαν σε €19.723 εκατ. στις 30 Ιουνίου 2024 (σε σύγκριση με €19,260 εκατ. στις 31 Μαρτίου 2024 και με 19.337 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2023), αυξημένες κατά 2% σε τριμηνιαία βάση και από την αρχή του έτους.
Το μερίδιο αγοράς της Τράπεζας στις καταθέσεις στην Κύπρο ανήλθε σε 37,5% στις 30 Ιουνίου 2024, σε σύγκριση με 37,5% στις 31 Μαρτίου 2024 και με 37.7% στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Ο δείκτης δανείων (μετά τις προβλέψεις) προς καταθέσεις (Δ/Κ) ανήλθε σε 51% στις 30 Ιουνίου 2024 (σε σύγκριση με 52% στις 31 Μαρτίου 2024 και με 51% στις 31 Δεκεμβρίου 2023 στην ίδια βάση), περίπου στα ίδια επίπεδα από την αρχή του έτους.
Τα δάνεια του Συγκροτήματος ανήλθαν σε €10,318 εκατ. στις 30 Ιουνίου 2024, σε σύγκριση με €10,276 εκατ. στις 31 Μαρτίου 2024 και με €10,277 εκατ. στις 30 Ιουνίου 2023, περίπου στα ίδια επίπεδα σε ετήσια βάση.
Ο νέος δανεισμός που δόθηκε στην Κύπρο κατά το β’ τρίμηνο 2024 ανήλθε σε €551 εκατ. (σε σύγκριση με τον ισχυρό νέο δανεισμό που ανήλθε σε €676 εκατ. για το α’ τρίμηνο 2024 θετικά επηρεασμένος από εποχικότητα και με €462 εκατ. για το δ’ τρίμηνο 2023), μειωμένος κατά 18% σε τριμηνιαία βάση.
Ο νέος δανεισμός που δόθηκε κατά το α’ εξάμηνο 2024 ανήλθε σε €1,227 εκατ., αυξημένος κατά 10% σε ετήσια βάση, και προέρχεται κυρίως λόγω της αυξημένης ζήτησης για δάνεια σε επιχειρήσεις.
Στις 30 Ιουνίου 2024, η Διεύθυνση Διαχείρισης Ακινήτων (ΔΔΑ) διαχειριζόταν ανακτηθέντα ακίνητα λογιστικής αξίας ύψους €790 εκατ., σε σύγκριση με €836 εκατ. στις 31 Μαρτίου 2024 και με €973 εκατ. στις 30 Ιουνίου 2023 και παραμένει σε καλή πορεία ως προς την επίτευξη του στόχου που έθεσε για μείωση αυτού του χαρτοφυλακίου σε περίπου €0.5 δις μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2025.
Κατά το α’ εξάμηνο 2024, η ΔΔΑ ολοκλήρωσε πωλήσεις (και μεταφορές) ακινήτων ύψους €57 εκατ. (σε σύγκριση με €68 εκατ. κατά το α’ εξάμηνο 2023), με κέρδη από πωλήσεις ακινήτων ύψους περίπου €3 εκατ. κατά το α΄ εξάμηνο 2024 (σε σύγκριση με κέρδη ύψους περίπου €4 εκατ. κατά το α’ εξάμηνο 2023).