Kathimerini.gr
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν πρόκειται να εκτοξεύσει το όπλο του φυσικού αερίου για να πλήξει την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Οι προγραμματισμένες εργασίες συντήρησης έχουν διακόψει τη λειτουργία στον βασικό αγωγό της Ρωσίας Nord Stream 1 για 10 ημέρες έως αύριο 21 Ιουλίου. Με το να κινείται πονηρά, αφήνοντας ασαφές εάν και πώς θα τον θέσει σε λειτουργία ξανά, ο Ρώσος πρόεδρος θα μπορούσε να αποπειραθεί να υπονομεύσει την ομοφωνία που επέδειξαν Ευρωπαϊκή Ενωση και Ηνωμένες Πολιτείες μετά την εισβολή του στην Ουκρανία.
Οι κίνδυνοι είναι πραγματικοί, αλλά οι πιθανότητες να πετύχει φαίνονται ελάχιστες. Εάν ο Πούτιν κρατήσει κλειστό τον Nord Stream 1, το συνεχιζόμενο δράμα του φυσικού αερίου της Ευρώπης θα μετατρεπόταν σε μια γενικευμένη κρίση, ειδικά στη Γερμανία. Ο αγωγός, ο οποίος κατευθύνεται απευθείας από τη Ρωσία κάτω από τη Βαλτική Θάλασσα προς τις γερμανικές ακτές, συνεισέφερε το 35% των 1.774 τεραβατωρών (TWh) φυσικού αερίου της Γερμανίας το 2021, όπως υπολογίζουν αναλυτές της UBS. Προσθέστε τις ρωσικές εισαγωγές από άλλες διόδους και τότε μία πλήρης διακοπή λειτουργίας του Nord Stream 1 θα μείωνε κατά 63% το σύνολο αυτό.
Η UBS πιστεύει ότι η χώρα μπορεί να εξασφαλίσει 200 τεραβατώρες επιπλέον από εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου το 2023 και 100 τεραβατώρες από τους συμβατικούς σταθμούς παραγωγής ενέργειας, παρόλο που το πρώτο καύσιμο είναι ακριβό και το δεύτερο (ο γαιάνθρακας) υπονομεύει τους κλιματικούς στόχους του καγκελαρίου Ολαφ Σολτς. Ωστόσο, η ελβετική τράπεζα πιστεύει ότι το φετινό έλλειμμα στις ενεργειακές προμήθειες θα μπορούσε να αναγκάσει τους Γερμανούς να μειώσουν την οικιακή κατανάλωση κατά 20%, και τις βιομηχανίες τη χρήση ρεύματος κατά 50%. Αυτό θα προκαλούσε αναπόφευκτα μεγάλη οικονομική συρρίκνωση. Η UBS εκτιμά ότι η πλήρης διακοπή λειτουργίας του αγωγού φυσικού αερίου θα έπληττε το ισοδύναμο 5,9% του ΑΕΠ της Γερμανίας μέχρι την εκπνοή του 2023. Μόνον το 2023 η οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 2,8%. Οι μεγαλύτεροι χαμένοι θα ήταν οι εγκαταστάσεις γραφείων του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, οι οποίες θα έπρεπε να περιορίσουν δραστικά τη χρήση ενέργειας, και οι όμιλοι χημικών όπως η BASF, που χρησιμοποιούν αέριο τόσο ως πρώτη ύλη όσο και ως πηγή ενέργειας. Η υπόλοιπη Ε.Ε. θα υποφέρει, επίσης. Αλλες χώρες θα έπαιρναν λιγότερο φυσικό αέριο από τη Γερμανία και έτσι θα έπρεπε να μεριμνήσουν για την τροφοδοσία τους, ενώ επίσης θα έπρεπε να διαχειριστούν την τιμή του φυσικού αερίου, που είναι πιθανό να εκτιναχθεί πάνω από 200 ευρώ/μεγαβατώρα, 10 φορές το επίπεδο που διαπραγματευόταν πέρυσι. Συνολικά, η Ε.Ε. ίσως χρειαστεί να μειώσει τη ζήτηση κατά 19%, όπως εκτιμούν οι αναλυτές της RBC.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι το συνολικό πλήγμα στην οικονομία της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα μπορούσε να είναι περίπου 1,5% του ΑΕΠ, εάν επίκειται δριμύς χειμώνας.
Τέλος, υπάρχει κι ένας ακόμα κίνδυνος. Η Γερμανία επανεξήγαγε πάνω από 800 τεραβατώρες σε χώρες όπως η Γαλλία, η Αυστρία, η Ελβετία και η Τσεχία το 2020. Ο κίνδυνος είναι το Βερολίνο να αποφασίσει να συσσωρεύσει το αέριο που διαθέτει, αγνοώντας τις –χαλαρά διατυπωμένες– συμφωνίες αλληλεγγύης. Εάν ο Πούτιν είναι πονηρός, θα μπορούσε να περιορίσει τις εξαγωγές, αλλά όχι να τις παύσει εντελώς. Οπότε, ο Σολτς ίσως έδινε προτεραιότητα στους εγχώριους πελάτες αντί στους γείτονες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, προξενώντας εντάσεις.