ΚΥΠΕ
Ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας κατέθεσαν την Τρίτη η μητέρα και η αδελφή της παραπονούμενης γυναίκας η οποία κατήγγειλε τον Μητροπολίτη τέως Κιτίου Χρυσόστομο, 84 ετών, για άσεμνη επίθεση.
Κατά τον επίδικο χρόνο που φέρεται να διαπράχθηκε το αδίκημα, δηλαδή το 1981 εντός της Μητρόπολης, η παραπονούμενη ήταν ανήλικη, ενώ ο Μητροπολίτης τέως Κιτίου δήλωσε μη παραδοχή στην κατηγορία της άσεμνης επίθεσης.
Η μητέρα της παραπονούμενης ανέφερε στην κατάθεση της ενώπιον του Δικαστηρίου πως μετά το θάνατο του συζύγου της έστειλε την κόρη της, έπειτα από συστάσεις γείτονα, να πάει να πάρει χρηματική βοήθεια από τον τότε Μητροπολίτη Κιτίου, ενώ αναφέρθηκε και στην τελευταία επίσκεψη της στη Μητρόπολη όταν - όπως είπε - κατά την επιστροφή της στο σπίτι έκλαιγε και πως χρειάστηκε να καλέσει γιατρό για να της δώσει ηρεμιστικά χάπια.
Ανέφερε ακόμα πως η κόρη της δεν ξεπέρασε ποτέ αυτό που έγινε και ότι έπαιρνε χάπια για να το ξεπεράσει.
Ο Μιχάλης Πική, συνήγορος υπεράσπισης του Μητροπολίτη τέως Κιτίου, αντεξετάζοντας τη μάρτυρα, της υπέβαλε πως τίποτε από όσα είπε στην κατάθεση της δεν έχουν συμβεί με την μητέρα της παραπονούμενης να αναφέρει ότι πήγε στο Δικαστήριο για να πει την αλήθεια.
Κληθείσα από τον κ. Πική να αναφέρει κατά πόσον ρωτούσε την κόρη της, τι έκανε κάθε φορά που πήγαινε στην Μητρόπολη, η μητέρα είπε ότι δεν την ρωτούσε και πως την τελευταία φορά επέστρεψε σπίτι κλαίγοντας.
Από την πλευρά της η αδελφή της παραπονούμενης είπε στην κυρίως εξέταση της ενώπιον του Δικαστηρίου, πως μετά την τελευταία επίσκεψη της στον Μητροπολίτη τέως Κιτίου, η αδελφή της έκλαιγε συνέχεια και ήταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση.
Ανέφερε ακόμα ότι αποφάσισαν μαζί με τον αρραβωνιαστικό της να στήσουν παγίδα στον Μητροπολίτη για να τον ηχογραφήσουν. Επειδή όπως ισχυρίστηκε η φωνή της έμοιαζε με της αδελφής της, πήρε η ίδια στο προσωπικό τηλέφωνο του Μητροπολίτη τέως Κιτίου, και, σύμφωνα με τα λεγόμενα της, αυτός της ανέφερε πως αν έμενε μαζί του «θα περνούσαν ωραία».
Πρόσθεσε επίσης πως όταν παρουσίασαν τις δύο κασέτες που κατάφεραν να ηχογραφήσουν με τον αρραβωνιαστικό της σε δικηγόρο, αυτός τους συμβούλευσε «να μην τα βάζουν με την Εκκλησία», ενώ σημείωσε πως δεν γνωρίζει που βρίσκονται σήμερα οι κασέτες, αφού χώρισε με τον τότε σύζυγό της.
Στην αντεξέταση του ο Μιχάλης Πική υπέβαλε στη μάρτυρα πως δεν υπήρξαν ποτέ οι συγκεκριμένες κασέτες με την αδελφή της παραπονούμενης να του αναφέρει πως λέει την αλήθεια.
Ο κ. Πικής ανέφερε στην μάρτυρα πως εάν πραγματικά συνέβαινε αυτό που ισχυριζόταν η παραπονούμενη, το πρώτο πράγμα που θα έκαναν ήταν να πάνε στην Αστυνομία, αφού μάλιστα είχαν στην κατοχή τους και κασέτες με τη φωνή, όπως ισχυρίστηκε, του Μητροπολίτη τέως Κιτίου.
Η μάρτυρας απάντησε ότι επειδή δεν τους ικανοποίησε η απάντηση του δικηγόρου, ο αρραβωνιαστικός της πήγε σε μια εφημερίδα και ένας δημοσιογράφος τους είπε πως «δεν μπορείς να τα βάλεις με την Εκκλησία».
Ο κ. Πικής υπέβαλε στην μάρτυρα ότι όλα αυτά είναι εκ των υστέρων σκέψεις, ότι ουδέποτε υπήρξαν κασέτες, ουδέποτε πήγαν σε δικηγόρο, ουδέποτε ο συγκεκριμένος δικηγόρος θα τους έλεγε όσα ισχυρίστηκε και πως όλα αυτά τα λένε για να δικαιολογήσουν το γεγονός πως δεν πήγαν να καταγγείλουν το περιστατικό στην αστυνομία.
Με την ολοκλήρωση της αντεξέτασης των δύο γυναικών, το Δικαστήριο όρισε την Πέμπτη 23 Ιουνίου για συνέχιση της ακροαματικής διαδικασίας με καταθέσεις άλλων μαρτύρων.