
Αλεξάνδρα Βουδούρη
Σαφές μήνυμα ότι η Ευρώπη και η Ουκρανία θα πρέπει να μετάσχουν στις διαπραγματεύσεις για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς αφορά το μέλλον της «αρχιτεκτονικής ασφάλειας» της Γηραιάς Ηπείρου έστειλε η έκτακτη σύνοδος στο Παρίσι, που συγκάλεσε χθες ο Γάλλος πρόεδρος, ενόψει των σημερινών ειρηνευτικών συνομιλιών ΗΠΑ – Ρωσίας στη Σαουδική Αραβία. Δεν έλειψαν ωστόσο οι συγκρούσεις, καθώς Γερμανία, Πολωνία και Ισπανία εξέφρασαν ανοιχτά την απροθυμία τους για την αποστολή ειρηνευτικών στρατευμάτων στην Ουκρανία. Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων από έξι κράτη-μέλη (Γερμανία, Πολωνία, Ιταλία, Ισπανία, Ολλανδία και Δανία), οι επικεφαλής των ευρωπαϊκών θεσμών και του ΝΑΤΟ, καθώς και ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, που προσκλήθηκαν στο Παρίσι συμφώνησαν στην ανάγκη άμεσης ενίσχυσης της ευρωπαϊκής άμυνας παραδεχόμενοι ότι η ευρωπαϊκή ασφάλεια βρίσκεται σε «σημείο καμπής».
Από την έκτακτη σύνοδο οι ηγέτες διεμήνυσαν ότι η Ευρώπη πρέπει να μετάσχει στις συζητήσεις για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία.
Λίγη ώρα πριν από τη σύνοδο ο Μακρόν είχε, πάντως, μια «ειλικρινή συζήτηση» με τον Ντόναλντ Τραμπ, ενόψει των σημερινών διαπραγματεύσεων ΗΠΑ – Ρωσίας, στις οποίες δεν μετέχει η Ουκρανία, ούτε και η Ευρώπη.
Διόλου τυχαία, μετά το τέλος της συνάντησης, ο Γερμανός καγκελάριος τόνισε ότι δεν θα πρέπει να υπάρξει «διχασμός» μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης σε ό,τι αφορά τις ευθύνες για την ασφάλεια της Ουκρανίας, ενώ σχετικά με τις ειρηνευτικές συνομιλίες δήλωσε ότι «τις καλωσορίζουμε», για να προσθέσει ωστόσο ότι «για εμάς είναι ξεκάθαρο ότι δεν μπορεί να υπάρξει υπαγόρευση». Ενόψει των ομοσπονδιακών εκλογών της Κυριακής ο Σολτς απέρριψε –όπως και νωρίτερα– τη δυνατότητα ανάπτυξης ειρηνευτικών στρατευμάτων στην Ουκρανία. Εμφανίστηκε μάλιστα ενοχλημένος από τέτοιου είδους προτάσεις καθώς προτρέχουν των ειρηνευτικών συνομιλιών και γι’ αυτό είναι «εντελώς απαράδεκτες».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι δηλώσεις του Πολωνού πρωθυπουργού, που τόνισε ότι η ειρήνη στην Ουκρανία «θα πρέπει να είναι δίκαιη και βιώσιμη» και γι’ αυτό το Κίεβο πρέπει να μετάσχει σε κάθε διαπραγμάτευση. Σε ό,τι αφορά την πιθανή ανάπτυξη στρατευμάτων στην Ουκρανία υπήρξε κατηγορηματικά αντίθετος. «Εάν μπορούμε να προσφέρουμε εγγυήσεις ασφαλείας μέσω της παρουσίας των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, τότε η Πολωνία μπορεί να είναι ενεργή με διάφορους τρόπους, αλλά δεν σκοπεύω να στείλω πολωνικά στρατεύματα στην Ουκρανία», τόνισε. Τάχθηκε εκ νέου υπέρ της δυνατότητας δημοσιονομικής χαλάρωσης για τις αμυντικές δαπάνες, που ξεπερνούν τον νατοϊκό στόχο του 2% του ΑΕΠ.
Ειδική προειδοποίηση –ενόψει πιθανής εκεχειρίας–, καθώς μπορεί να μην κρατήσει και να δώσει απλώς χρόνο στη Ρωσία να ανασυγκροτηθεί και να επιτεθεί είτε στην Ουκρανία είτε σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, απηύθυνε η Δανή πρωθυπουργός Μέτε Φρεντέρικσεν, ενώ τάχθηκε υπέρ της αύξησης των αμυντικών δαπανών, χωρίς να ξεκαθαρίζει εάν θα αυξήσει το ποσοστό της Δανίας έως το 3% του ΑΕΠ.
Για τον Ισπανό πρωθυπουργό, «η ειρήνη στην Ουκρανία και η ευρωπαϊκή ασφάλεια είναι όψεις του ίδιου νομίσματος», ενώ επέμεινε στην ανάγκη συμμετοχής Κιέβου και Ευρώπης στις συνομιλίες. Σε ό,τι αφορά τις αμυντικές δαπάνες, και καθώς η Ισπανία διαθέτει τη μικρότερη συνεισφορά στο ΝΑΤΟ ο Σάντσεθ επανέλαβε τη δέσμευσή του να φθάσει το 2% του ΑΕΠ.
Την ανάγκη ενίσχυσης της άμυνας στην Ευρώπη επισήμαναν στο κοινό μήνυμά τους οι πρόεδροι της Κομισιόν και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, καθώς το «μπλοκ» αναλαμβάνει το «πλήρες κόστος» της στρατιωτικής βοήθειας του Κιέβου. «Επιβεβαιώσαμε ότι στην Ουκρανία αξίζει ειρήνη μέσω ισχύος», υπογράμμισαν οι Κόστα και Φον ντερ Λάιεν εξηγώντας ότι θα πρόκειται για ειρήνη με σεβασμό «στην ανεξαρτησία, εδαφική ακεραιότητα και με ισχυρές εγγυήσεις ασφαλείας».
Αυτές οι εγγυήσεις ασφαλείας θα πρέπει να αποτελούν «μέρος συνολικού πακέτου με τη στήριξη των ΗΠΑ», ισχυρίστηκε ο Βρετανός πρωθυπουργός, καθώς διαφορετικά, δεν θα λειτουργήσουν. Ο Στάρμερ επανέλαβε την πρόθεση ανάπτυξης βρετανικών δυνάμεων στην Ουκρανία, προσθέτοντας ωστόσο την ανάγκη συμμετοχής και άλλων χωρών και την προϋπόθεση βιώσιμης ειρηνευτικής συμφωνίας.
Το ζήτημα ανάπτυξης ειρηνευτικής αποστολής προέκυψε καθώς ο Μακρόν είχε προτείνει –ενόψει της συνόδου– «δύναμη επιβεβαίωσης» στα μετόπισθεν μιας μελλοντικής «γραμμής εκεχειρίας» στην Ουκρανία, σύμφωνα με το Ελιζέ. Ουσιαστικά, ζητούσε από τους Ευρωπαίους να απαντήσουν στο ερωτηματολόγιο που φέρεται να έχουν στείλει οι ΗΠΑ σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, σύμφωνα με τους Financial Times, σχετικά με το πώς θα συμβάλουν στις εγγυήσεις «ασφαλείας» για την Ουκρανία.
Στο μεταξύ, πανευρωπαϊκή έρευνα με τίτλο «Διατλαντικό λυκόφως: Η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και η μακρά σκιά του Τραμπ», της δεξαμενής σκέψης European Council on Foreign Relations σε 11 κράτη-μέλη της Ε.Ε. κατέδειξε ότι η πλειονότητα των Ευρωπαίων θεωρεί τις ΗΠΑ «αναγκαίο εταίρο» και όχι «σύμμαχο». Σχεδόν το 50% των Ευρωπαίων θεωρούν τις ΗΠΑ «αναγκαίο εταίρο», ενώ μόνο το 21% ως «σύμμαχο».
Αύξηση των δαπανών για την άμυνα
Νέο «πακέτο» αύξησης των αμυντικών δαπανών της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι υπό επεξεργασία, προκειμένου να συνεχίσει απρόσκοπτα η στήριξη της Ουκρανίας, ενώ Ρώμη, Αθήνα και Μαδρίτη καλωσόρισαν τη δημοσιονομική «ευελιξία» που πρότεινε η πρόεδρος της Κομισιόν στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια μέσω εφαρμογής της λεγόμενης «ρήτρας διαφυγής».
Για το εκτελεστικό όργανο της Ε.Ε. αποτελεί προτεραιότητα η ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας ακόμη και με ειρήνευση στην Ουκρανία, καθώς η Ρωσία θα συνεχίσει να αποτελεί «κίνδυνο» για την ασφάλεια της Ευρώπης, παραδέχονται αρμόδιοι αξιωματούχοι. Η Ρωσία, άλλωστε, παράγει σε τρεις μήνες όσα όπλα και πυρομαχικά παράγουν οι ΗΠΑ και οι νατοϊκοί της σύμμαχοι σε ένα χρόνο αναφέρουν οι ίδιοι εν αναμονή και της δημοσίευσης της «λευκής βίβλου» για την ευρωπαϊκή άμυνα, στις 19 Μαρτίου.
Σε κάθε περίπτωση, οι τρόποι «ευελιξίας» από το αυστηρό Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης θα αποφασιστούν τις ερχόμενες εβδομάδες, ανέφερε ο αρμόδιος επίτροπος Βάλντις Ντομπρόβσκις, προσερχόμενος στη χθεσινή συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης σχολιάζοντας την πρόταση της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για την ενεργοποίηση ρήτρας «εκτάκτου ανάγκης», που θα απαλλάσσει τις αμυντικές δαπάνες από τα όρια του δημοσιονομικού ελλείμματος της Ε.Ε.
Οπως εξήγησε χθες εκπρόσωπος της Κομισιόν, υπάρχουν δύο επιλογές: Είτε να ενεργοποιηθεί η γενική «ρήτρα διαφυγής» της Ε.Ε ιδιαίτερα σε περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης, όπως είναι η τρέχουσα, για την αύξηση των αμυντικών δαπανών ή να προτιμηθεί η ενεργοποίησή της σε εθνικό επίπεδο –ύστερα από σχετικό αίτημα κάποιου κράτους-μέλους– «λόγω εξαιρετικών περιστάσεων», που αφορούν την κατάρτιση των εθνικών προϋπολογισμών.
Σε κάθε περίπτωση, οι αμυντικές δαπάνες αφορούν «εθνική αρμοδιότητα» ξεκαθαρίζουν αρμόδιοι αξιωματούχοι από την Κομισιόν, καθώς αρκετές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπως η Βαρσοβία, θέλουν να περιορίσουν στο ελάχιστο τον ρόλο του εκτελεστικού οργάνου της Ε.Ε.
Πολλά είναι, ωστόσο, τα ερωτήματα για τη στάση της Γερμανίας εν αναμονή των εκλογών της 23ης Φεβρουαρίου. Στη Διάσκεψη στο Μόναχο, ο νυν καγκελάριος Ολαφ Σολτς υποστήριξε την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών, που υπερβαίνουν τον νατοϊκό στόχο του 2% του ΑΕΠ, αλλά απέφυγε να ταχθεί υπέρ της ενεργοποίησης της ρήτρας «εκτάκτου ανάγκης». Εναπόκειται στον νέο Γερμανό καγκελάριο να λάβει τις σχετικές αποφάσεις και για τον λόγο αυτόν, εξάλλου, οι σχεδιασμοί για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας μετατίθενται για τις επόμενες εβδομάδες.
Στο επίκεντρο του χθεσινού δείπνου των 27 ΥΠΟΙΚ της Ε.Ε. βρέθηκαν, πάντως, οι τρόποι εξεύρεσης μεγαλύτερου δημοσιονομικού «χώρου» για τις στρατιωτικές δαπάνες, σύμφωνα με την πρόσκληση του Πολωνού ομολόγου τους Αντρέι Ντομάνσκι, η χώρα του οποίου ασκεί την τρέχουσα προεδρία του Συμβουλίου της Ε.Ε.