Ελένη Τζαννάτου
Πριν λίγα 24ωρα η Washington Post τάραξε τα νερά με τη σιωπή της. Σε μια πρωτοφανή κίνηση για τα αμερικανικά δεδομένα, η εφημερίδα αποφάσισε να μη στηρίξει καμία από τις δύο υποψηφιότητες για τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Ακόμα και αν παραδοσιακά εδώ και δεκαετίες η εφημερίδα παίρνει ανοιχτά θέση στις εκλογικές αναμετρήσεις και η συντακτική της ομάδα είχε στην προκειμένη ένα έτοιμο κείμενο για τη στήριξή της στην Κάμαλα Χάρις.
Η απόφαση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να απομακρύνει 250.000 συνδρομητές της Washington Post ως τώρα -αριθμός που αντιστοιχεί στο 10% των συνολικών συνδρομών. Ακόμα και αν μερικοί εκ των κορυφαίων δημοσιογράφων της εφημερίδας συνυπέγραψαν σε αυτή κείμενο στο οποίο καταδικάζουν την απόφαση του μέσου, ο ιδιοκτήτης της και τρίτος πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, Τζεφ Μπέζος, στηρίζει μέχρι τέλους την απόφασή του. Σε ανοιχτή επιστολή του, που επίσης δημοσιεύτηκε στην Washington Post, ο μεγιστάνας κάνει λόγο για τη χαμένη αξιοπιστία των μέσων και τον κόσμο που τα θεωρεί μεροληπτικά. Ετσι, όπως γράφει, επιλέγει να επιστρέψει στις ρίζες της εφημερίδας και τον Γιουτζίν Μέγιερ, εκδότη της μεταξύ 1933-1946, που επίσης επέλεγε να μη διαλέγει ανοιχτά πλευρά.
Ακόμα και αν στη μακρά λίστα των αμερικανικών μέσων κραταιά ονόματα όπως οι New York Times (βασικός αντίπαλος της Washington Post) και περιοδικά όπως το New Yorker ή το Rolling Stone, θεωρούν χρέος τους να στηρίξουν την υποψηφιότητα της αρεσκείας τους (σε αυτές τις περιπτώσεις, την Κάμαλα Χάρις), η Washington Post δεν είναι η μόνη που επιλέγει να σιωπήσει. Το ίδιο έκαναν και οι Los Angeles Times, ιδιοκτησίας Πάτρικ Σουν Σιονγκ, δημιουργώντας κύματα αντιδράσεων από τους αναγνώστες τους και οδηγώντας υψηλόβαθμα μέλη της συντακτικής ομάδας στην παραίτηση.
Παράλληλα, η μεγαλύτερη αλυσίδα εφημερίδων στις ΗΠΑ, Gannett, με περισσότερους από 200 τίτλους στο ρόστερ της όπως τη USA Today, επίσης γνωστοποίησε πως δεν θα προβεί σε επίσημη στήριξη υποψηφίου. Ομοίως και η Alden Global Capital (Chicago Tribune, New York Daily News, Boston Herald, μεταξύ άλλων) που από εδώ και στο εξής δεν θα δηλώνει ανοιχτά την προτίμησή της σε κανενός είδους εκλογική αναμέτρηση στις ΗΠΑ.
Οι εφημερίδες «δεν ψηφίζουν»
Ολο και λιγότερες είναι οι αμερικανικές εφημερίδες που παίρνουν ανοιχτά θέση στις εκλογικές αναμετρήσεις. Φωτ.: AP Photo/Alex Brandon
Ηδη από το 1800 οι εφημερίδες στις ΗΠΑ έλεγαν ηχηρά τη γνώμη τους και ακόμα και όταν στα 1900 οι ειδήσεις άρχισαν να γίνονται λιγότερο χρωματισμένες, οι στήλες γνώμης συνέχισαν να κάνουν τη δουλειά τους ανεξάρτητα.
Αν δει κανείς τη γενική εικόνα των τελευταίων αμερικανικών εκλογικών αναμετρήσεων, θα δει μια κλιμακούμενη πτώση στην επίσημη στήριξη υποψηφιοτήτων από τα Μέσα. Σύμφωνα με στοιχεία του «American Presidency Project» που τρέχει στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στη Σάντα Μπάρμπαρα, στις εκλογές του 2008, οι 92 από τις 100 μεγαλύτερες εφημερίδες της χώρας στήριξαν είτε τον Μπαράκ Ομπάμα είτε τον Τζον Μακέιν. Στις εκλογές του 2016, 57 εφημερίδες στήριξαν τη Χίλαρι Κλίντον και 2 τον Ρεπουμπλικανό Ντόναλντ Τραμπ, ενώ στην προεδρική κούρσα του 2020 ήταν 54 οι τίτλοι που επέλεξαν πλευρά ανάμεσα στον απερχόμενο σήμερα Τζο Μπάιντεν και τον Ντόναλντ Τραμπ.
Οπως αποκαλύπτει η ερευνητική ομάδα σε ρεπορτάζ του Associated Press, στην τρέχουσα αναμέτρηση δεν σκοπεύουν καν να κάνουν κάποια αντίστοιχη καταγραφή. Οι επίσημες επιλογές πλευράς είναι σαφώς λιγότερες και ανάλογες με τη μειωμένη κυκλοφορία του Τύπου: σήμερα τυπώνονται στις ΗΠΑ 2.500 λιγότερες εφημερίδες από ό,τι το 2005.
«Πολλοί άνθρωποι στρέφονται σε ανεπίσημα podcasts, ανακριβείς αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άλλες μη επαληθευμένες πηγές ειδήσεων, οι οποίες μπορούν γρήγορα να διαδώσουν παραπληροφόρηση και να βαθύνουν τις διαιρέσεις. Η Washington Post και οι New York Times κερδίζουν βραβεία, αλλά όλο και περισσότερο μιλάμε μόνο σε μια συγκεκριμένη ελίτ. Όλο και περισσότερο, μιλάμε στους εαυτούς μας», γράφει σε κάποιο σημείο της επιστολής του ο Τζεφ Μπέζος, θέλοντας να δικαιολογήσει την επιλογή του.
Από την Τέιλορ Σουίφτ στον Ελον Μασκ
View this post on Instagram
Δεν είναι πως εκεί έξω δεν υπάρχει επιρροή, απλά έχει μετατοπιστεί και τη δύναμη πλέον έχουν τα δημόσια πρόσωπα: καλλιτέχνες, σταρ και φυσικά influencers φαίνεται πως πλέον αναλαμβάνουν όχι μόνο τον ρόλο να διασκεδάσουν και να επηρεάσουν το τι φοράνε ή καταναλώνουν οι ακόλουθοί τους, αλλά και το τι ψηφίζουν. Παντοδύναμες σταρ όπως η Μπιγιονσέ, μεταξύ πολλών άλλων, εμφανίζονται σε προεκλογικές συγκεντρώσεις και βγάζουν λόγους υπέρ της Κάμαλα Χάρις.
Η Τέιλορ Σουίφτ δεν θα μπορούσε να λείπει από αυτήν την εξίσωση. Αρκούσε μια φωτογραφία της επιδραστικότερης ποπ σταρ στον πλανήτη αγκαλιά με τη γάτα της στο Instagram ως νεύμα υπέρ της υποψήφιας των Δημοκρατικών για να γίνει η φράση «childless cat lady» από μομφή στο στόμα του Τζέι Ντι Βανς αρετή στο δικό της. Την ίδια στιγμή, το κίνημα «Swifties for Kamala», δηλαδή η online κοινότητα των ορκισμένων φαν της Σουίφτ που ψηφίζουν Χάρις, μετρά 137.9 χιλιάδες ακολούθους και 1.3 εκατ. likes στο TikTok, ενώ έχουν συγκεντρώσει 232.685,79 δολάρια για την καμπάνια των Δημοκρατικών μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές.
Ο Ελον Μασκ είναι ο ισχυρότερος υποστηρικτής του Τραμπ – και έχει λόγο. Φωτ.: AP Photo/Evan Vucci
Και ο Τραμπ με τη σειρά του έχει το δικό του «λαμπερό καστ» με τον Kid Rock, τον παλαιστή Χαλκ Χόγκαν και τον Μελ Γκίμπσον (που θεωρεί πως η Χάρις έχει «το IQ ενός στύλου φράχτη») στις τάξεις του.
Εχει όμως στο πλευρό του και τον πλουσιότερο άνθρωπο στον κόσμο, τον Ελον Μασκ, και φαίνεται πως αν ο Ρεπουμπλικανός εκλεγεί, ο δισεκατομμυριούχος μεγιστάνας θα αναλάβει κομβικό ρόλο ως επικεφαλής της επιτροπής κυβερνητικής αποτελεσματικότητας -εν ολίγοις, θα είναι αυτός που θα έχει στα χέρια του τις ρυθμιστικές Αρχές που επηρεάζουν άμεσα τις επιχειρήσεις του. Παράλληλα, αν και οι τεχνολογικοί κολοσσοί της Silicon Valley εξακολουθούν να παραμένουν «προπύργιο» των Δημοκρατικών, οι φορολογικές ελαφρύνσεις που υπόσχεται μια ενδεχόμενη κυβέρνηση Τραμπ, έχουν στρέψει αρκετούς υπέρ της: σύμφωνα με στοιχεία του Open Secrets, οι δωρεές από τεχνολογικές εταιρείες στην προεκλογική καμπάνια των Δημοκρατικών στις εκλογές του 2020 ανέρχονταν στο 90% ενώ σε αυτήν την αναμέτρηση οι αναλογίες έχουν διαμορφωθεί σε 80% και 20% υπέρ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων, αντίστοιχα.
Ποστ και ψήφος
Η Κάμαλα Χάρις πίνει μπίρα με την κυβερνήτρια του Μίσιγκαν, Γκρέτσεν Γουίτμερ, μετά από προεκλογική συγκέντρωση. Φωτ.: AP Photo/Jacquelyn Martin
Οι εκλογικές καμπάνιες επενδύουν σε διασημότητες και influencers ακόμα και αν δεν μας το γνωστοποιούν ευθέως. Σε αντίθεση με την τοποθέτηση προϊόντων όπου ο εκάστοτε δημιουργός περιεχομένου υποχρεούται να αναφέρει πως πρόκειται για εμπορική συνεργασία, όταν κάποιος αρθρώνει πολιτικό λόγο ή προτίμηση δεν έχει την ίδια υποχρέωση (αν και η Ομοσπονδιακή Εκλογική Επιτροπή των ΗΠΑ δουλεύει στο να εξασφαλίσει μεγαλύτερη διαφάνεια πάνω στο ζήτημα).
Σύμφωνα με στοιχεία της Washington Post, από τον Μάιο του 2023 το κόμμα των Δημοκρατικών και η καμπάνια της Χάρις έχουν επενδύσει 4 εκατομμύρια δολάρια στο Village Marketing Agency, πρακτορείο που κάνει influencing καμπάνιες σε εταιρείες όπως το Netflix. Επιπλέον, η καμπάνια της Χάρις έδωσε 500.000 δολάρια τον Σεπτέμβριο στις εταιρείες Good Influence και People First Marketing που ειδικεύονται στα social media.
Ο Ντόναλντ Τραμπ σερβίρει πατάτες στα McDonalds στη Φιλαδέλφεια όπου βρέθηκε πριν λίγες μέρες. Φωτ.: Doug Mills/The New York Times via AP, Pool
Στο ίδιο ρεπορτάζ, ανώνυμη πηγή από το περιβάλλον της καμπάνιας του Τραμπ αποκαλύπτει πως αυτή δεν πληρώνει απευθείας τους influencers, αντιθέτως τους εξασφαλίζει πρόσβαση στις προεκλογικές συγκεντρώσεις και τους κάνει δώρα όπως καπέλα. Επιπλέον, η καμπάνια στοχεύει και σε πρόσωπα εκτός των αυστηρά συντηρητικών κοινών, που είναι και ο λόγος που ο Τραμπ έδωσε το παρών στο ποντκαστ του Τζο Ρόγκαν. Πάντως, η ομάδα νεολαίας υπέρ του Τραμπ «Turning Point USA» έχει συγκεντρώσει από το 2023 πάνω από 3 εκατομμύρια δολάρια και έχει συνεργαστεί με διάφορους influencers. Το κόμμα των Ρεπουμπλικανών προφανώς στοχεύει παράλληλα και στα συντηρητικά κοινά και για αυτό επένδυσε για αυτές τις εκλογές 500.000 δολάρια στην Creator Grid Inc.
Την στιγμή που το 39% των νέων Αμερικανών κάτω των 30 ετών ενημερώνεται συχνά από το TikTok και θεωρεί το ίδιο αξιόπιστα για τις ειδήσεις του τα κοινωνικά και τα παραδοσιακά Μέσα (στοιχεία του PEW), δεν προκαλεί εντύπωση που οι εθνικές εκλογές των ΗΠΑ έχουν στρέψει την προσοχή τους στα δημόσια πρόσωπα, εκεί που όπως φαίνεται «κρίνεται το παιχνίδι».
Παρόλα αυτά, με όποιον τρόπο και αν οι Αμερικάνοι οδηγηθούν στην κάλπη στις 5 Νοεμβρίου, φαίνεται πως κάτι έχει ξεφτίσει: γκάλοπ των New York Times/Siena College έδειξε πως το 45% των πολιτών των ΗΠΑ θεωρεί πως η αμερικανική δημοκρατία δεν κάνει καλά τη δουλειά της και δεν εκπροσωπεί τον λαό. Το 76% θεωρεί πως η δημοκρατία απειλείται.