ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο Νετανιάχου «παγώνει» τη μεταρρύθμιση – Από την ακραία πόλωση στην υποχώρηση

Πώς η – μέχρι σήμερα ανυποχώρητη – κυβέρνηση Νετανιάχου έφτασε στο σημείο να «παγώσει» τη δικαστική μεταρρύθμιση

Kathimerini.gr

«Το Ισραήλ δεν είναι “Μπανανία”. Έχουμε χάσει την πυξίδα μας. Τις τελευταίες 12 εβδομάδες προσπάθησα με όλες μου τις δυνάμεις να σταματήσω τη νομοθεσία, να μεσολαβήσω και να φέρω μια λύση, αλλά υπάρχει ένα όριο στο πόσο μπορούμε να μείνουμε στο περιθώριο. Βρισκόμαστε μπροστά σε ιστορικές στιγμές και σε μια ιστορική γενική απεργία με τους εργαζομένους και τους εργοδότες να ενώνουν τα χέρια πριν πέσουμε στην άβυσσο».

Ο Αρνον Μπαρ-Νταβίντ, επικεφαλής της Histadrut, της μεγαλύτερης εργατικής ένωσης του Ισραήλ, που μέχρι σήμερα αρνείτο να συμμετάσχει στις διαδηλώσεις προσπαθώντας να λειτουργήσει ως κυματοθραύστης των ταραχών, ξεσπάθωσε, καλώντας τη χώρα σε γενική απεργία, όπως μετέδωσε το ισραηλινό ynet.

Από την άλλη πλευρά, με τις απεργίες στο κεντρικό ισραηλινό αεροδρόμιο «Μπεν-Γκουριόν», στο Τελ Αβίβ, να παραλύουν τους αιθέρες της χώρας και τα νοσοκομεία, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια να βρίσκονται επίσης σε απεργία μαζί με το μεγαλύτερο μέρος του ιδιωτικού τομέα, σε συνέντευξή του στον Πιρς Μόργκαν του Fox News, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε ότι η δικαστική αναμόρφωση της κυβέρνησής του «διορθώνει» την «αυτοεπιλογή» των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου.

«Υπάρχει και κάτι άλλο που χαρακτηρίζει το δικαστικό σώμα στο Ισραήλ και αυτό είναι ότι οι δικαστές ασκούν βέτο στον διορισμό των δικαστών, ουσιαστικά επιλέγουν τον εαυτό τους και σε αυτό δεν υπάρχει τίποτα δημοκρατικό».

Ωστόσο, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, στην ίδια συνέντευξη, άφησε ένα «παραθυράκι» που οδήγησε στη σημερινή απόφαση, παρά τις απειλές του κυβερνητικού εταίρου, Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, ότι θα ρίξει την κυβέρνηση αν υποχωρήσει «στην αναρχία», αλλά και την αποπομπή του υπουργού Αμυνας, Γιόαβ Γκάλαντ, που είχε ζητήσει την αναστολή της δικαστικής μεταρρύθμισης. «Υπάρχει ένας προβληματισμός από τους επικριτές και τους πολέμιους της δικαστικής μεταρρύθμισης που νομίζω ότι είναι βάσιμος, και αυτός είναι ότι θέλουμε το εκκρεμές, από το ένα άκρο, να βρεθεί στο κέντρο, όπου η Κνεσέτ θα μπορεί να ακυρώνει οποιαδήποτε απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, και νομίζω ότι αυτό απαιτεί ισορροπία. Συμφωνώ με αυτό».

Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει μέχρι στιγμής γνωστά, ο πρωθυπουργός Νετανιάχου συμφώνησε να παγώσει για περίπου έναν μήνα η διαδικασία της προώθησης των αμφιλεγόμενων μεταρρυθμίσεων του συστήματος δικαιοσύνης.

Ακόμη και σκληροπυρηνικοί κυβερνητικοί εταίροι του Νετανιάχου, όπως ο Ιταμάρ Μπεν-Γκβίρ, δηλώνουν, πλέον, ότι αποδέχονται το πάγωμα της μεταρρύθμισης… αρκεί αυτό να είναι προσωρινό.

Από το κυβερνητικό στρατόπεδο, ο επικεφαλής της επιτροπής Δικαιοσύνης και Νομικών Υποθέσεων της Κνεσέτ, Σίμτσα Ρόθμαν, είχε καλέσει νωρίτερα τους οπαδούς της κυβέρνησης να διαδηλώσουν υπέρ της στην Ιερουσαλήμ, με το αίτημα να μην υποχωρήσει κανείς στην πρόσφατη απόφαση των εκλογέων να αναδείξουν αυτό τον συνασπισμό ως κυβέρνηση.

Στο ίδιο πνεύμα, ο υπουργός Οικονομικών Νιρ Μπαρκάτ, του κόμματος Λικούντ, είχε καλέσει τους βουλευτές και τους υπουργούς του συνασπισμού να στοιχιστούν πίσω από τον Νετανιάχου στηρίζοντας την απρόσκοπτη προώθηση της δικαστικής μεταρρύθμισης.

Αίσθηση, επίσης, προκάλεσε το κάλεσμα της ακροδεξιάς οργάνωσης οπαδών του αθλητικού συλλόγου Μπεϊτάρ Ιερουσαλήμ για φιλοκυβερνητικές διαδηλώσεις, με το σύνθημα «όλα για την πατρίδα». Μάλιστα, όπως μεταδίδουν ισραηλινά μέσα, η περιώνυμη ομάδα συχνά συνδέεται με βία κατά των Αράβων και υποστηρίζει τον υπουργό Εθνικής Ασφαλείας, Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ.

Την ίδια στιγμή, όμως, σύμφωνα με δημοσίευμα της Haaretz, επικεφαλής από τη βιομηχανία της υψηλής τεχνολογίας εξέδωσαν δήλωση στην οποία αναφέρουν ότι «δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να κλείσουμε την ισραηλινή βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας. Δεν έχουμε ακούσει ακόμη τον πρωθυπουργό να ανακοινώνει την άμεση διακοπή της δικαστικής αναθεώρησης, παρά το τρομερό ρήγμα στο έθνος», καλώντας τους εργαζομένους τους να «εγκαταλείψουν τώρα τους χώρους εργασίας τους και να πάνε στην Ιερουσαλήμ για να διαδηλώσουν».

Και η αλυσίδα McDonald’s, με ειδική ανακοίνωση, δήλωσε ότι συμμετέχει στη γενική απεργία σήμερα.

Σύμφωνα με ισραηλινά δημοσιεύματα, σε όλη τη χώρα ναυλώθηκαν λεωφορεία για τη μεταφορά χιλιάδων διαδηλωτών στη σχεδιαζόμενη για σήμερα το απόγευμα μαζική διαδήλωση στην Ιερουσαλήμ έξω από την Κνεσέτ. Εκτός από τα λεωφορεία, έγραψε η Haaretz, οι οδηγοί των ιδιωτικών οχημάτων που κατευθύνονταν στην Ιερουσαλήμ ενθαρρύνθηκαν να προσφερθούν να μεταφέρουν όσο το δυνατόν περισσότερους διαδηλωτές που αναζητούν μεταφορικό μέσο. «Γεμίστε τα αυτοκίνητά σας», τους προέτρεπαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στις πλατφόρμες ανταλλαγής μηνυμάτων.

Η ισραηλινή αστυνομία, καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, προειδοποιούσε τους πολίτες για συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και ακροδεξιών ομάδων. Και ο ίδιος ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, με ανάρτησή του στο Twitter, κάλεσε και τις δύο πλευρές σε ηρεμία. «Είμαστε όλοι αδέλφια», είπε, μεταξύ άλλων.

Πώς φτάσαμε έως εδώ

Οι αναταράξεις και οι αναταραχές που θα έπονταν της νέας κυβέρνησης του Μπενιαμίν Νετανιάχου είχαν διαφανεί ακόμα και προ της συγκρότησης της πιο δεξιάς κυβέρνησης του Ισραήλ. Η συνεργασία του δεξιού Λικούντ του Ισραηλινού πρωθυπουργού, με τα ούλτρα συντηρητικά, υπερ-ορθόδοξα και εθνικιστικά κόμματα Εβραϊκή Δύναμη του Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ (που κάποτε είχε καταδικαστεί για υποκίνηση σε ρατσισμό και υποστήριξη τρομοκρατικής οργάνωσης – υπουργός Εθνικής Ασφαλείας), Θρησκευτικός Σιωνισμός του Μπεζαλέλ Σμότριτς (έποικος της Δυτικής Οχθης που πιστεύει ότι το Ισραήλ πρέπει να προσαρτήσει τα κατεχόμενα εδάφη – νέος υπουργός Οικονομικών) και ένα μικρό θρησκευτικό, αντι-ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα του Αβί Μαόζ (υπουργός Παιδείας), είχε δείξει τις προθέσεις του ήδη από τη διαμόρφωση της προγραμματικής συμφωνίας του κυβερνητικού συνασπισμού.

Μέσα σε μόλις τρεις μήνες, η ισραηλινή κυβέρνηση που προέκυψε από τις εκλογές του περασμένου χειμώνα έχει καταφέρει να κατεβάσει στους δρόμους χιλιάδες πολίτες που αντιτίθενται στους κυβερνητικούς χειρισμούς –από την παιδεία και τους εποικισμούς μέχρι τη δικαστική μεταρρύθμιση–, έχει κατορθώσει να αναστατώσει μέχρι και τις δυνάμεις ασφαλείας που αντιδρούν στις μεταρρυθμίσεις και έχει επιτύχει οικονομική ταραχή, με μεγάλες εταιρείες να θεσπίζουν εσωτερικούς κανονισμούς συμπερίληψης και ανοχής και άλλες να σκέφτονται την αποχώρηση από τη χώρα, καθώς η δημοκρατική ανισορροπία τούς δημιουργεί δεύτερες σκέψεις για την παραμονή τους στη χώρα.

Σε αυτό το τόσο σύντομο διάστημα στην εξουσία, η κυβέρνηση Νετανιάχου -αρχικώς ανυποχώρητη σε κάθε μεταρρύθμιση που έχει αποφασίσει να επιβάλει- έχει προκαλέσει τους μουσουλμάνους και τους Παλαιστινίους της χώρας με την επίσκεψη του Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ στον θρησκευτικό χώρο του Αλ Ακσα· έχει δημιουργήσει φόβο και εντάσεις στις μειονότητες της χώρας, όπως είναι η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα με τις μεταρρυθμίσεις που προωθεί ο Αβί Μαόζ, ο οποίος θέλει να μετατρέψει τα σχολεία σε… κατηχητικά· έχει ανησυχήσει και τον στρατό και κυρίως τους εφέδρους, που αντιδρούν – την Κυριακή, μάλιστα, όπως μεταδίδουν οι New York Times, ο αρχηγός του στρατιωτικού επιτελείου, Χέρζι Χαλέβι, διέταξε όλους τους διοικητές να μιλήσουν με τους υφισταμένους τους για την ανάγκη να κρατηθεί η πολιτική έξω από τον στρατό και να διατηρηθεί η συνοχή και ο αποπεμφθείς υπουργός Αμυνας είχε δηλώσει ότι «το ρήγμα στην κοινωνία περνά στον στρατό και αυτό αποτελεί άμεσο και απτό κίνδυνο για την ασφάλεια του κράτους»· έχει διαποτίσει με οργή όλες τις κοινωνικές και πολιτικές τάξεις της χώρας με την προωθούμενη μέχρι πριν από λίγο δικαστική μεταρρύθμιση, διά της οποίας όχι μόνο η πολιτική τάξη θα μπορούσε να παρέμβει σε κάθε απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, αλλά και θα δινόταν άφεση αμαρτιών σε όσα μέλη της κυβέρνησης -προεξάρχοντος του ίδιου του πρωθυπουργού- έχουν εκκρεμότητες με τη Δικαιοσύνη.

Μεταξύ όσων έχουν προκαλέσει ανησυχία από την ορκωμοσία της παρούσας κυβέρνησης κι εντεύθεν είναι η αναφερόμενη έξαρση επιθέσεων εξτρεμιστών Εβραίων σε εκκλησίες, με τους ηγέτες όλων των χριστιανικών εκκλησιών να είχαν τρομοκρατηθεί μετά τη βεβήλωση του ιστορικού νεκροταφείου του Mea Shearim. Μετά τα νέα επεισόδια, μάλιστα, οι καθολικοί επίσκοποι των Αγίων Τόπων προειδοποίησαν ότι η Ιερουσαλήμ «δεν πρέπει να γίνει όμηρος ριζοσπαστικών ομάδων». Μάλιστα, όπως είχε μεταδώσει η «Κ», η βεβήλωση του νεκροταφείου αποτέλεσε το προοίμιο ενός κύματος αντιχριστιανικών επεισοδίων. Τη νύχτα της 11ης Ιανουαρίου, άγνωστοι βανδάλισαν κοινοτικό κέντρο χριστιανών Μαρωνιτών. Μια μέρα αργότερα, εμφανίστηκαν γκράφιτι στην Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ, που δήλωναν «Θάνατος στους Χριστιανούς», «Θάνατος στους Αραβες» και «Θάνατος στους Αρμένιους».

Οι χιλιάδες Ισραηλινοί, όμως, που ανήκουν κυρίως στους κοσμικούς κεντρώους και που κατακλύζουν τους δρόμους του Τελ Αβίβ, της Ιερουσαλήμ και άλλων πόλεων της χώρας –παρά τις «οδηγίες» που φέρεται να έχει δώσει ο υφυπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας, Πάβελ Γιαμπλόνσκι, στην κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των διαδηλώσεων – φαίνεται ότι κατόρθωσαν να βάλουν ένα, προσωρινό έστω, φρένο στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης Νετανιάχου.

Οπως έλεγαν στην «Κ» Ισραηλινοί διαδηλωτές, ουδείς επιθυμεί να δει τη χώρα του να γλιστρά μακριά από τη δημοκρατία, όλοι φοβούνται τη βαθιά συντηρητικοποίηση της χώρας και με μια φωνή λένε ότι έπεται μεγαλύτερη αναστάτωση με τους Παλαιστινίους, καθώς και οι εποικισμοί εντείνονται και οι επιχειρήσεις των ισραηλινών δυνάμεων στα παλαιστινιακά εδάφη κλιμακώνονται, παρά τη διακήρυξη των δύο πλευρών ότι θα δημιουργηθεί μηχανισμός αποκλιμάκωσης.

Μάλιστα, όπως μετέδωσε η Ράζα Αμντουλραχίμ των ΝΥΤ, οι Παλαιστίνιοι πολίτες της χώρας θεωρούν ότι έχουν μείνει σε μεγάλο βαθμό στο περιθώριο, εξαιτίας των βλεμμάτων που έχουν στραφεί στις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης. Αυτό φαίνεται να οφείλεται, λέει η νεοϋορκέζικη εφημερίδα, σε μεγάλο βαθμό στην ευρέως διαδεδομένη αίσθηση μεταξύ των Παλαιστινίων ότι οι διαδηλώσεις αγνόησαν σημαντικά γι’ αυτούς ζητήματα, όπως ο τερματισμός της κατοχής της Δυτικής Οχθης. Αισθάνονται επίσης ότι το Ανώτατο Δικαστήριο έχει ιστορικό αποφάσεων κατά των συμφερόντων τους.

Οι παρεμβάσεις Χέρτζογκ, Δύσης και Ανατολής

Εξ όσων συνάγεται, πάντως, ο Ισραηλινός πρόεδρος, Ισαάκ Χέρτζογκ, ήταν ένας κρίσιμος παράγοντας επιρροής προς τη σημερινή απόφαση της κυβέρνησης Νετανιάχου να υποχωρήσει στο ζήτημα της δικαστικής μεταρρύθμισης. Ο πρόεδρος της χώρας πολλάκις προέβη σε εκκλήσεις και προειδοποιήσεις προς την κυβέρνηση να αναστείλει τους σχεδιασμούς της, με τους διαδηλωτές συχνά να στρέφονται προς τον Χέρτζογκ και την επιρροή που ήταν σε θέση να ασκήσει, ώστε να επανέλθει η χώρα σε τροχιά δημοκρατίας.

Και από το εξωτερικό της χώρας, όμως, εκφράστηκαν ανησυχίας από ηγέτες και υπουργούς ξένων χωρών. Οι ΗΠΑ, επανειλημμένως, δήλωσαν ότι παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις στο Ισραήλ, ζητώντας από την κυβέρνηση Νετανιάχου να λάβει υπ’ όψιν της τις αναταραχές στη χώρα.

Ο Λευκός Οίκος και ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους από την απόφαση του Ισραήλ να επεκτείνει τους εβραϊκούς εποικισμούς στη Δυτική Οχθη, έχουν καλέσει το Ισραήλ να προχωρήσει σε συμβιβασμό για τη δικαστική μεταρρύθμιση, ενώ θέση είχαν λάβει και για την προκλητική επίσκεψη του Μπεν-Γκβιρ στο τέμενος Αλ Ακσα, δηλώνοντας ότι είναι «απαράδεκτη» κάθε ενέργεια που θέτει σε κίνδυνο το status quo των ιερών τόπων.

Παράλληλα, τις ίδιες ανησυχίες είχε εκφράσει και ο Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς κατά την επίσκεψη του Μπενιαμίν Νετανιάχου στο Βερολίνο στα μέσα Μαρτίου. Παρόμοιες δηλώσεις έκανε και η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ: «Ανησυχούμε για ορισμένα από τα νομοθετικά σχέδια του Ισραήλ», είπε η επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας, ενώ ανέφερε ότι η εισαγωγή της θανατικής ποινής, όπως προβλέπει η ισραηλινή κυβέρνηση για τους «τρομοκράτες», θα συνιστούσε «μεγάλο σφάλμα».

Αραβικές και μουσουλμανικές χώρες και οργανώσεις, ασφαλώς, έχουν προειδοποιήσει πολλαπλώς για σημαντικές αναταραχές, αν η κυβέρνηση εξακολουθήσει να προωθεί τους βίαιους εποικισμούς στη Δυτική Οχθη, έχοντας ήδη καταδικάσει την επίσκεψη του Μπεν-Γκβιρ στο Αλ Ακσα. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, σε συνεργασία μάλιστα με την Κίνα, είχαν ζητήσει έκτακτη σύγκλιση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για το ίδιο θέμα, ενώ η Ιορδανία, που αποτελεί θεματοφύλακα του τεμένους, και Τουρκία καταδίκασαν την επίσκεψη στον θρησκευτικό χώρο της Ανατολικής Ιερουσαλήμ.

Στη χορεία όσων εξέφρασαν ανησυχίες για την κατάσταση στο Ισραήλ αλλά και στην ευρύτερη περιοχή εντάχθηκε και ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών. Ο Σεργκέι Λαβρόφ προέτρεψε Ισραηλινούς και Παλαιστινίους να επιδείξουν τη «μέγιστη υπευθυνότητα» και να απόσχουν από οποιεσδήποτε ενέργειες θα μπορούσαν να προκαλέσουν «περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης», κατά τη διάρκεια τηλεφωνικών συνομιλιών που είχε στις 29 Ιανουαρίου με τους ομολόγους του, τον Ισραηλινό Ελι Κοέν και τον Παλαιστίνιο Ριάντ Αλ-Μάλικι.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση