REUTERS, THE NEW YORK TIMES
Εξι μήνες προτού αρχίσει ο μαραθώνιος των προκριματικών εκλογών για το προεδρικό χρίσμα του 2024, το πολιτικό τοπίο στους Ρεπουμπλικανούς μοιάζει αμετάκλητα διαμορφωμένο: παρά τις πολλαπλές δικαστικές διώξεις που αντιμετωπίζει, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν φαίνεται να εισπράττει κάποια φθορά από το εσωκομματικό του ακροατήριο, αντιθέτως προηγείται με πολύ μεγάλη διαφορά έναντι όλων των ανθυποψηφίων του.
Σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση του ινστιτούτου ερευνών Siena College για λογαριασμό της εφημερίδας New York Times, αν διεξάγονταν αύριο το πρωί οι προκριματικές εκλογές, ο τέως πρόεδρος θα ψηφιζόταν από το 54% των Ρεπουμπλικανών, έναντι μόλις 17% του ισχυρότερου αντιπάλου του, του κυβερνήτη της Φλόριντα, Ρον ντε Σάντις. Στο απογοητευτικό 3% βρίσκονται καθηλωμένοι τρεις άλλοι φιλόδοξοι υποψήφιοι, ο τέως αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Μάικ Πενς, η πρώην πρεσβειρα της χώρας στον ΟΗΕ Νίκι Χέιλι και ο γερουσιαστής Νότιας Καρολίνας Τιμ Σκοτ.
Ο Τραμπ προηγείται με μεγάλες διαφορές σε όλες ανεξαιρέτως τις κοινωνικές κατηγορίες της ρεπουμπλικανικής βάσης – νέους και ηλικιωμένους, άνδρες και γυναίκες, φτωχούς και εύπορους, λευκούς και έγχρωμους, περισσότερο ή λιγότερο μορφωμένους, κατοίκους των αστικών κέντρων ή της υπαίθρου. Ωστόσο η υπεροχή του έναντι του Ντε Σάντις γίνεται πραγματικά συντριπτική στις κατηγορίες που υπερεκπροσωπούνται στον συντηρητικό, σκληρό πυρήνα των Ρεπουμπλικανών: ο τέως πρόεδρος συσπειρώνει γύρω στα δύο τρίτα των Ρεπουμπλικανών όταν πρόκειται για τους πολίτες με εισόδημα κάτω των 50.000 δολαρίων, τους ηλικιωμένους άνω των 65 ετών και όσους δεν έχουν ακολουθήσει σπουδές κολεγίου, ενώ τα ποσοστά του κυβερνήτη της Φλόριντα στις ίδιες κατηγορίες περιορίζονται σε 9% έως 13%. Ακόμη και αν αποσύρονταν όλοι οι άλλοι υποψήφιοι πλην των δύο επικρατέστερων, πάντα σύμφωνα με την ίδια δημοσκόπηση, ο Τραμπ θα υπερίσχυε του Ντε Σάντις με 62% έναντι 31%.
Αν και η πλάστιγγα φαίνεται να γέρνει αποφασιστικά στην πλευρά του Τραμπ, πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν πως δεν έχουν εκλείψει τα περιθώρια της ανατροπής, δεδομένου ότι οι προκριματικές εκλογές, που θα ξεκινήσουν σε έξι μήνες, θα διεξάγονται παράλληλα με τις δικαστικές διώξεις εναντίον του τέως προέδρου. Σημειώνουν, δε, ότι ο Ντε Σάντις συγκεντρώνει θετικές γνώμες από το 66% των Ρεπουμπλικανών (το αντίστοιχο ποσοστό για τον Τραμπ είναι 76%) παρά την επίμονη προσπάθεια της εκστρατείας Τραμπ να υπονομεύσει τη δημόσια εικόνα του. Μόλις την περασμένη Παρασκευή, ο τέως πρόεδρος, στο περιθώριο κομματικής εκδήλωσης στην Αϊόβα, αναφέρθηκε στον εσωκομματικό του αντίπαλο με το υποτιμητικό παρατσούκλι DeSanctis (συντόμευση του DeSanctimonious, δηλαδή ηθικολόγος, που παριστάνει τον άγιο). Δύο ημέρες αργότερα, από το Νιου Χαμσάιρ, ο Ντε Σάντις απάντησε ότι «παρόμοιες προσβολές μαθητικού επιπέδου εξηγούν γιατί τόσα εκατομμύρια Αμερικανών δεν πρόκειται ποτέ να ψηφίσουν» τον τέως πρόεδρο.
Στο μεταξύ, οι δικαστικές περιπέτειες του Τραμπ έχουν αρχίσει να προκαλούν σοβαρά οικονομικά προβλήματα στην προεκλογική καμπάνια του κόμματος ενόψει της αναμέτρησης του 2024. Σύμφωνα με ρεπορτάζ αμερικανικών μέσων, μόνο το πρώτο εξάμηνο του 2023 οι Ρεπουμπλικανοί ξόδεψαν περί τα 40 εκατ. δολάρια για τις δαπάνες του νομικού επιτελείου του Τραμπ και αρκετών μαρτύρων. Αλλα ρεπορτάζ αναφέρουν ότι το επιτελείο Τραμπ σχεδιάζει να δημιουργήσει «Ταμείο για τη Νομική Υπεράσπιση Πατριωτών» υπό τον Μάικλ Γκλάσνερ, επί σειράν ετών πολιτικό σύμβουλο του τέως προέδρου, ώστε να αντιμετωπιστεί μέρος των εν λόγω δαπανών.
Χέιλι εναντίον γεροντοκρατίας
CNN
Aνεβάζοντας τους τόνους της κριτικής της έναντι του Ντόναλντ Τραμπ, η Νίκι Χέιλι, μιλώντας σε εκπομπή του τηλεοπτικού δικτύου CBS, χαρακτήρισε «επικίνδυνη για την εθνική ασφάλεια» τη διαχείριση απόρρητων κρατικών εγγράφων από τον τέως πρόεδρο, στην ιδιωτική έπαυλη, στο Μαρ-α-Λάγκο. Eσπευσε ωστόσο να τονίσει ότι δεν εμπιστεύεται το υπουργείο Δικαιοσύνης, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν επιχειρεί να εργαλειοποιήσει τη Δικαιοσύνη εναντίον του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου και άφησε να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να δώσει χάρη στον Τραμπ εφόσον εκλεγόταν στο προεδρικό αξίωμα. Στην ίδια συνέντευξη, η 51χρονη πρώην πρέσβειρα στον ΟΗΕ κάλεσε τον 81χρονο αρχηγό των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία, Μιτς Μακόνελ, να παραιτηθεί από το αξίωμά του ύστερα από πρόσφατο περιστατικό (έμεινε στήλη άλατος για μισό λεπτό προτού απομακρυνθεί από το Καπιτώλιο) που ενίσχυσε τις ανησυχίες για τη δυνατότητά του να εκπληρώνει τα καθήκοντά του. Στη σχετική αναφορά της, η Χέιλι δήλωσε ότι ο Μακόνελ καθώς και η 83χρονη Δημοκρατική βουλευτής Νάνσι Πελόζι, η 90χρονη επίσης Δημοκρατική γερουσιαστής Νταϊάν Φάινσταϊν και ο 80χρονος πρόεδρος Τζο Μπάιντεν «γνωρίζουν πότε οφείλουν να αποχωρήσουν».