ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Κινδυνεύει η Ε.E. από ακροδεξιό «τσουνάμι»;

Οι ευρωκάλπες του Ιουνίου εν μέσω μόνιμων κρίσεων –πληθωρισμού, μεταναστευτικού και πολέμων– απειλούν να φέρουν ανατροπές στις Βρυξέλλες

Kathimerini.gr

Σχεδόν έξι μήνες απομένουν πριν από τις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2024, που θα αποτελέσουν το πιο σημαντικό «τεστ» δημοκρατίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο της νέας χρονιάς. Παρά το γεγονός ότι η ψήφος στις ευρωπαϊκές εκλογές διεξάγεται σχεδόν πάντα με εθνικούς όρους στα 27 κράτη-μέλη και εξακολουθεί να θεωρείται γενικά δεύτερης κατηγορίας ψηφοφορία, ωστόσο πρόκειται για κεντρική πράξη εκλογικής νομιμοποίησης μέσω της οποίας οι Ευρωπαίοι πολίτες μπορούν κάθε πέντε χρόνια να διαμορφώσουν την πολιτική κατεύθυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οι ευρωεκλογές του 2024 θα είναι η 10η κατά σειράν εκλογική αναμέτρηση, όπου εκατοντάδες εκατομμύρια ψηφοφόροι θα ασκήσουν το δημοκρατικό τους δικαίωμα από τις 6 έως τις 9 Ιουνίου –ανάλογα με το σύστημα των χωρών τους–, για να εκλέξουν τα συνολικά 720 πλέον μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να καθορίσουν κατ’ επέκταση τους νέους πολιτικούς συσχετισμούς, τους επικεφαλής των ευρωπαϊκών θεσμών, καθώς και τη νέα σύνθεση της Κομισιόν.

Αβεβαιότητα

Οι ευρωπαϊκές εκλογές θα διεξαχθούν πάντως σε ένα νέο πολιτικό περιβάλλον όπου, σε σύγκριση με το 2019, επικρατεί ανασφάλεια και εκτεταμένη αβεβαιότητα μετά την πρωτοφανή περίοδο των συνεχιζόμενων γεωπολιτικών προκλήσεων λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, της πρόσφατης σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή, αλλά και των επιπτώσεών τους στον τομέα της ενέργειας και της οικονομίας. Αυτές οι «πολυκρίσεις» (polycrises) και «μόνιμες κρίσεις» (permacrises) διαμορφώνουν ήδη τα πολιτικά αφηγήματα και την κοινή γνώμη, ενόψει των ευρωεκλογών.

Για τον λόγο αυτό, στο επίκεντρο πλέον της ευρωπαϊκής πολιτικής ατζέντας ανεβαίνουν θέματα που αφορούν την οικονομική ανάκαμψη. Σε «δεύτερη μοίρα» φαίνεται να έχουν μπει η κλιματική αλλαγή και οι προσπάθειες απεξάρτησης από τον άνθρακα, που κυριαρχούσαν τα τελευταία τρία χρόνια στη θεσμική ευρωπαϊκή ατζέντα. Αυτό επιβεβαιώθηκε και από την ομιλία της προέδρου της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για την κατάσταση της Ενωσης τον Σεπτέμβριο, όπου έδωσε έμφαση στη βιομηχανική πολιτική, τον ανταγωνισμό και την ψηφιοποίηση ως βασικές προτεραιότητες στην εκπνοή της θητείας της τρέχουσας Κομισιόν. Με λίγα λόγια, η πρόεδρος της Κομισιόν αναγνώρισε την ανάγκη «παύσης» σε ό,τι αφορά τη φιλόδοξη προώθηση της πράσινης ατζέντας – σήμα κατατεθέν των προτεραιοτήτων της το 2019. Υπό την πίεση αρκετών κυβερνήσεων αλλά και πολιτικών ομάδων –όπως και του δικού της Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ)– η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν συνειδητοποίησε ότι πρέπει να αξιολογηθεί η επίδραση της «πράσινης νομοθεσίας» στις επιχειρήσεις, στις τιμές των προϊόντων, στην αγορά εργασίας, στον ανταγωνισμό των ευρωπαϊκών βιομηχανιών. Ενδεχομένως, η «στροφή» αυτή να οφείλεται στην αυξανόμενη δυσαρέσκεια των πολιτών, όπως κατεγράφη και στη Γερμανία στις πρόσφατες περιφερειακές εκλογές, για το «κόστος» της κλιματικής πολιτικής, που πλέον γίνεται αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης από τα κόμματα της Ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη.

«Παραπληροφόρηση»

«Υπάρχει εκτεταμένη παραπληροφόρηση σε ό,τι αφορά την κλιματική αλλαγή, όπου επικρατεί “πράσινος λαϊκισμός” σε αρκετά κράτη-μέλη», τονίζει μιλώντας στην «Κ» ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, διευθυντής μελετών στο European Policy Centre στις Βρυξέλλες, καθώς επίσης και για το μεταναστευτικό, «όπου δεν διεξάγεται κάποια εποικοδομητική συζήτηση στη δημόσια ατζέντα του συνόλου των κρατών-μελών», ενώ παρατηρείται «αύξηση της κόπωσης έναντι του πολέμου στην Ουκρανία». Η προεκλογική ατζέντα ενόψει των ευρωεκλογών φαίνεται πάντως ότι έχει προκαθοριστεί από την Ακροδεξιά, που «καλπάζει» σε όλη την Ευρώπη και που θέτει «παγίδες», όπως συνέβη στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές στην Ολλανδία, σε συστημικά κόμματα όταν εκείνα επιχειρούν να την «φλερτάρουν» υιοθετώντας ανάλογη ρητορική σε θέματα που την ευνοούν, όπως το μεταναστευτικό. To αποτέλεσμα στο τέλος είναι να κερδίζουν οι αυθεντικοί εκφραστές της, όπως ο «βετεράνος» της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς, Γκερτ Βίλντερς.

Η πρόσφατη εκλογική του νίκη στην Ολλανδία καθώς και η «έκρηξη» δημοφιλίας στη Γερμανία της Εναλλακτικής για την Ευρώπη (AfD) αλλάζει τους πολιτικούς συσχετισμούς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την τελευταία δημοσκόπηση προβλέψεων της Europe Elects να δίνει σημαντική αύξηση των εδρών των Ακροδεξιών εις βάρος των Πράσινων και Φιλελεύθερων ευρωομάδων. Εάν, δηλαδή, οι ευρωεκλογές διεξάγονταν σήμερα, οι ακροδεξιές παρατάξεις της Ε.Ε. της ευρωομάδας Ταυτότητα και Δημοκρατία (ID) θα κέρδιζαν 87 από τις 705 έδρες (σήμερα κατέχουν 60) στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η ευρωομάδα Ταυτότητα και Δημοκρατία σχηματίστηκε μόλις στις περασμένες ευρωεκλογές, τον Ιούνιο του 2019, με πρωτοβουλία της επικεφαλής της Εθνικής Συσπείρωσης (RN) Μαρίν Λεπέν και σε αυτή μετέχουν –ανάμεσα σε άλλα κόμματα– η Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι, η AfD, καθώς και το FPΟ της Αυστρίας, που πλέον αγγίζει το 30% και φαίνεται ότι η νίκη του στις εκλογές τον ερχόμενο Σεπτέμβριο είναι σχεδόν εξασφαλισμένη.

«Ναι» σε μια άλλη Ε.Ε.

Σύμφωνα με την ανάλυση του Europe Elects, η μετατόπιση της ID οφείλεται στο ότι «οι ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη αλλάζουν σταδιακά τη ρητορική τους και αντί να πιέζουν για έξοδο από την Ε.Ε., κάτι που θα μπορούσε εν δυνάμει να κινητοποιήσει τους ψηφοφόρους ενόψει των ευρωεκλογών, δίνουν πλέον προτεραιότητα στην ανάγκη αλλαγής της Ενωσης». Πράγματι, η Μαρίν Λεπέν –που βγαίνει πρώτη στις δημοσκοπήσεις– κάνει πια λόγο για αναθεώρηση των ευρωπαϊκών θεσμών, διευκρινίζοντας ότι δεν πρέπει να καταρρεύσει η Ευρώπη και να παραμείνει η Γαλλία στο ευρώ.

Δεν είναι, όμως, μόνο η αλλαγή ρητορικής από πλευράς ακροδεξιών κομμάτων προς μια πιο πραγματιστική προσέγγιση της Ευρώπης, που εξηγεί την άνοδό τους, καθώς αυτή ενδεχομένως να οφείλεται και στην αυξανόμενη ανησυχία και ανασφάλεια των πολιτών για το βιοτικό τους επίπεδο, που καταγράφεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις.

Πρόσφατη έρευνα του Wilfried Martens Centre στις Βρυξέλλες για τις προσδοκίες και τους φόβους της μεσαίας τάξης στα 27 κράτη-μέλη της Ε.Ε. αποκαλύπτει ότι η οικονομική ανασφάλεια και ο φόβος να «μείνουν πίσω», που κυριαρχεί –ιδίως στις μεσαίες και κατώτερες εισοδηματικά τάξεις–, δημιουργεί ένα νέο είδος κρίσης, στην οποία η Ευρώπη ακόμα δεν έχει δώσει απαντήσεις. Αυτή η κρίση των προσδοκιών των πολιτών «αποτελεί απειλή για την πολιτική σταθερότητα, καθώς τροφοδοτεί μια πιο επικίνδυνη κρίση νομιμοποίησης και εμπιστοσύνης στους δημόσιους θεσμούς και τα πολιτικά κόμματα», συμπεραίνουν οι αναλυτές της, όπως ο Φεντερίκο Οτάβιο Ρέχο, συντονιστής στρατηγικής και επικεφαλής ερευνών του Martens Centre. «Οσο χαμηλότερη είναι η θέση στην εισοδηματική και κοινωνική πυραμίδα, τόσο πιο σοβαρή είναι η κρίση των προσδοκιών των πολιτών και επομένως μειώνεται περαιτέρω η εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Σε πολλές χώρες άλλωστε, η υποστήριξη κατά κύριο λόγο της ριζοσπαστικής δεξιάς, κομμάτων διαμαρτυρίας και άλλων λαϊκιστικών κομμάτων προέρχεται από τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα», τονίζει μιλώντας στην «Κ».

«Κρίση δημοκρατίας»

«Η κρίση αυτή είναι κρίση δημοκρατίας, της φιλελεύθερης δημοκρατίας, που δεν είναι φυσικά μόνο ευρωπαϊκό φαινόμενο», σχολιάζει ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, «και είναι ιδιαιτέρως ανησυχητική». Αποκαλύπτει παράλληλα μια διάσταση μεταξύ του πώς αξιολογούν τα προβλήματά τους οι πολίτες και πώς οι κυβερνώντες, αλλά και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί. Η «φούσκα» των Βρυξελλών (Brussels bubble) δίνει προτεραιότητα στο μέλλον στην ψηφιακή μετάβαση, την κλιματική αλλαγή, τις γεωπολιτικές «προκλήσεις». Οι πολίτες αντιλαμβάνονται ωστόσο διαφορετικά τα προβλήματα αυτά.

Με αυτή τη διαπίστωση συμφωνεί ο Φεντερίκο Οτάβιο Ρέχο, που σημειώνει ότι «ακόμα και οι γεωπολιτικές κρίσεις, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία και η πρόσφατη σύγκρουση Ισραήλ Χαμάς εκλαμβάνονται από τους πολίτες μέσω των πιθανών οικονομικών τους επιπτώσεων. Επομένως, θεωρώ ότι οι πολίτες θα ψηφίσουν έχοντας πρώτα και κύρια στο μυαλό τους, αν και όχι αποκλειστικά, το πορτοφόλι και την ποιότητα ζωής τους».

Το βασικό, ωστόσο, πρόβλημα των Ευρωπαίων ψηφοφόρων είναι ότι επιπλέον δεν αντιλαμβάνονται ακόμα πώς λειτουργεί ακριβώς το γραφειοκρατικό σύστημα των Βρυξελλών. Αντιλαμβάνονται όμως την αδυναμία της Ευρώπης να δίνει συλλογικές απαντήσεις στις τρέχουσες «προκλήσεις», αναφέρει ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, δίνοντας έμφαση στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και τη μη επίτευξη συναίνεσης για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, αλλά και τη Μέση Ανατολή. «Αναρωτιούνται οι πολίτες εάν τελικά η Ε.Ε. μπορεί να ανταποκριθεί. Οταν δεν μπορούν οι 27 ηγέτες να συναποφασίσουν δημιουργείται σύγχυση, που ενδεχομένως να λειτουργήσει αποτρεπτικά για τη συμμετοχή τους στις εκλογές», λέει χαρακτηριστικά.

Αυτό που σίγουρα δεν τους ενθαρρύνει είναι η απουσία διαφάνειας σε ό,τι αφορά το σύστημα ανάδειξης υποψηφίων και κυρίως των επικεφαλής των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων –του λεγόμενου Spitzenkandidat–, που στις τελευταίες εκλογές «ακυρώθηκε» στην πράξη από τους Ευρωπαίους ηγέτες, καθώς αντί του επικεφαλής του ΕΛΚ, Μάνφρεντ Βέμπερ, «έχρισαν» τελικά την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πρόεδρο της Κομισιόν.

Χωρίς σύνδεση

«Αυτό που διακυβεύεται, λοιπόν, είναι η δημοκρατική αποδοχή μιας Ε.Ε.», διατείνεται ο Φεντερίκο Οτάβιο Ρέχο και η ικανότητά της να είναι περισσότερο συνδεδεμένη με τους πολίτες. Η Ε.Ε. χρειάζεται πλέον ευρύτερη βάση νομιμότητας και βελτιωμένη λογοδοσία». Κατά τον ίδιο, πάντως, υπάρχει περιθώριο να αντιστραφούν οι όροι, εάν τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα μπορέσουν να απαντήσουν άμεσα στις ανησυχίες των πολιτών με καθαρό όραμα, πρόγραμμα και κυρίως δράσεις. Ξεκάθαρο εξάλλου θα πρέπει να είναι το μήνυμα που καλούνται να στείλουν στους ψηφοφόρους τα τρία μεγάλα ευρωπαϊκά κόμματα, το ΕΛΚ, οι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες (S&D) και οι Φιλελεύθεροι (Renew), ότι θα κινηθούν δηλαδή στη βάση της γαλλικής αρχής «cordone sanitaire» (υγειονομική ζώνη δημοκρατίας) έναντι των ακροδεξιών και ευρωσκεπτικιστών κομμάτων, για την πρόθεση σχηματισμού εκ νέου «μεγάλου συνασπισμού».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση